Ὁ Καλός Σαμαρείτης
Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 15 Νοεμβρίου 2020, Η΄ Λουκᾶ (Λκ. ι΄ 25-37)
1. ΟΙ «ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
– Διδάσκαλε, τί πρέπει νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή; ρώτησε ἕνας νομοδιδάσκαλος τόν Κύριο θέλοντας νά τόν παγιδεύσει. Κι Ἐκεῖνος τόν παρέπεμψε στίς ἐντολές τοῦ νόμου. Τότε ὁ νομοδιδάσκαλος ἀνέφερε πολύ σωστά τίς δύο βασικότερες ἐντολές τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Θέλοντας ὅμως νά δικαιολογηθεῖ ἐπειδή ἔθεσε ἕνα ἐρώτημα πού τοῦ ἦταν γνωστή ἡ ἀπάντηση, ἔθεσε τώρα κι ἕνα δεύτερο: Ποιόν πρέπει νά θεωρῶ πλησίον μου; Αὐτό τό ἐρώτημα στάθηκε ἡ ἀφορμή νά μᾶς δώσει ὁ Κύριος μιά ὑπέροχη παραβολή, τή παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη.
Κάποιος ἄνθρωπος, εἶπε, κατέβαινε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα στήν Ἱεριχώ καί ἔπεσε σέ ἐνέδρα ληστῶν, οἱ ὁποῖοι τόν λήστεψαν, τόν ἔγδυσαν, τόν καταπλήγωσαν καί τόν ἐγκατέλειψαν μισοπεθαμένο. Κάποια στιγμή ἕνας ἱερεύς πού κατέβαινε στό δρόμο ἐκεῖνο, ἐνῶ τόν εἶδε ἀπό μακριά, πέρασε ἀπό τό ἀπέναντι μέρος, χωρίς νά τοῦ δώσει καμμία βοήθεια. Παρόμοια καί κάποιος Λευΐτης, ὑπηρέτης τοῦ ναοῦ, ἔφθασε στό μέρος ἐκεῖνο. Αὐτός φάνηκε ἀκόμη πιό ἄσπλαγχνος. Αὐτός ἦλθε πολύ κοντά, εἶδε τήν ἄθλια κατάσταση τοῦ πληγωμένου ἀνθρώπου κι ἔφυγε. Ὁ ἱερεύς ἔφυγε ἀπό ἐνστικτώδη φιλαυτία, ἐνῶ ὁ Λευΐτης ἔπειτα ἀπό ὑπολογισμό.
Καί τά δύο ὅμως πρόσωπα, ὁ ἱερέας καί ὁ Λευϊτης εἶχαν κάτι κοινό: Εἶναι δύο πρόσωπα πού εἶχαν ἀξίωμα καί ἔργο ἱερό. Αὐτοί ἐξαιτίας τῆς ἰδιότητος τους θά ἔπρεπε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης νά εἶναι συμπονετικοί καί εὔσπλαγχνοι, νά δείξουν ἀγάπη στόν ἑτοιμοθάνατο διαβάτη. Αὐτοί λόγῳ τῆς θέσεώς τους δίδασκαν καί τούς ἄλλους τό καθῆκον τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. Κι ὅμως ἀθέτησαν τό καθῆκον τους αὐτό. Εἶναι θλιβερό, ἐκεῖνοι πού θά ἔπρεπε νά δίνουν τό παράδειγμα τῆς ἀγάπης, νά γίνονται παραδείγματα σκληρότητος. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ νά δυσφημοῦν τόσο πολύ τό Θεό.
Κάτι τέτοιο δυστυχῶς ἐπαναλαμβάνεται πολλές φορές μέσα στήν ἱστορία σέ «ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ». Καί εἶναι φοβερό νά συμβαίνει κάποτε καί σέ μᾶς. Σέ μᾶς πού θέλουμε νά εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀποδεικνυόμαστε στήν πράξη ἄσπλαγχνοι, σκληροί, ἀδιάφοροι στόν ἀνθρώπινο πόνο. Εἶναι τραγικό νά ἰσχύει καί γιά μᾶς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «δι’ ὑμᾶς βλασφημεῖται τό ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι». Ἐάν δέν δείξουμε ἐμεῖς οἱ πιστοί χριστιανοί ἀγάπη ποιός ἄλλος θά δείξει; Ὁ Κύριος μᾶς τό ξεκαθάρισε ὅτι χωρίς τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μας, βασιλεία οὐρανῶν δέν πρόκειται νά κληρονομήσουμε. Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς γνησιότητός μας, ἡ βασική προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας.
2. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΣΑΜΑΡΕΙΤΗΣ
Ἡ συνέχεια τῆς παραβολῆς εἶναι γνωστή. Κάποια στιγμή ἕνας Σαμαρείτης πού διάβαινε ἀπο τό δρόμο ἐκεῖνο εἶδε τόν καταπληγωμένο ἄνθρωπο, πλησίασε κοντά του, τόν σπλαγνίστηκε. Δέν φοβήθηκε μή πάθει τά ἴδια, ἔμεινε κοντά του, ἔπλυνε τά τραύματά του, τά ἄλειψε μέ λάδι καί κρασί, τά ἔδεσε μέ ἐπιδέσμους. Καί ἀφοῦ μέ πολύ κόπο ἀνέβασε τόν ἄνθρωπο αὐτόν στό ζῶο του, τόν μετέφερε σέ κάποιο πανδοχεῖο καί τόν περιποιήθηκε ὅλη τή νύχτα. Καί τήν ἄλλη μέρα τό πρωΐ ἔδωσε δύο δηνάρια στόν ξενοδόχο καί τοῦ εἶπε: Περιποιήσου τον γιά νά γίνει καλά. Καί ὅ,τι ἄλλο ξοδεύσεις, καθώς θά ἐπιστρέφω στήν πατρίδα μου καί θά περάσω πάλι ἀπό ἐδῶ, θά σοῦ τό ἐξοφλήσω.
Λοιπόν, ρώτησε ὁ Κύριος στόν νομοδιδάσκαλο, ποιός ἀπό τούς τρεῖς αὐτούς ἐπιτέλεσε τό καθῆκον του πρός τόν πλησίον; Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: Αὐτός πού τόν συμπόνεσε καί τόν ἐλέησε. Καί ὁ Κύριος τότε τοῦ εἶπε: Πήγαινε καί κάνε κι ἐσύ τό ἴδιο.
Αὐτή τήν προσταγή δίνει καί σέ μᾶς ὁ Κύριος. Μᾶς ζητᾶ δηλαδή νά δείχνουμε ἀγάπη σέ κάθε ἄνθρωπο πού πάσχει, χωρίς νά ἐξετάζουμε ἄν αὐτός εἶναι δικός μας, ξένος ἤ ἐχθρός μας καί χωρίς νά ὑπολογίζουμε θυσίες καί κόπους καί δαπάνες. Κι αὐτό μᾶς τό δίδαξε ὁ Κύριος ὄχι μόνο μέσα ἀπό τήν παραβολή αὐτή ἀλλά πολύ περισσότερο μέσα ἀπό τή ζωή του. Διότι ὁ ἴδιος ἔγινε ὁ καλός Σαμαρείτης γιά μᾶς. Ἀγάπησε τούς ἀνθρώπους μέχρι θανάτου. Ἡ ἀγάπη του κορυφώθηκε καί ἔλαμψε σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο ἐπάνω στό Σταυρό. Καί μᾶς ζητᾶ νά μάθουμε κι ἐμεῖς νά ἀγαποῦμε, νά γινόμαστε καλοί Σαμαρεῖτες στούς γύρω μας.
Δυστυχῶς ὅμως στήν ἐποχή μας ἐνῶ ὅλοι μιλοῦμε γιά ἀγάπη, πραγματική ἀγάπη δέν ἔχουμε. Κι αὐτό φαίνεται περισσότερο στίς σχέσεις μας μέ τά δικά μας πρόσωπα. Πῶς τούς μιλοῦμε, πῶς τούς φερόμαστε; Ἄν δυσκολευόμαστε νά ἀγαπήσουμε τούς δικούς μας, πόσο μᾶλλον τούς ξένους! Γι’ αὐτό ὑποφέρουμε. Διότι ἀγάπη σημαίνει θυσία, σημαίνει νά δίνουμε κι ὄχι νά ἀπαιτοῦμε νά γίνουν οἱ ἄλλοι καλοί γιά νά τούς ἀγαπήσουμε. Ἀγάπη σημαίνει νά γίνει πλατιά ἡ καρδιά μας ὅπως τῶν ἁγίων γιά νά τούς χωράει ὅλους. Ἀκόμη κι αὐτούς πού μᾶς δυσκολεύουν. Νά τούς προσφέρουμε τήν ἀγάπη μας μέ ἀπαλό τρόπο, χωρίς νά ἔχουν τήν αἴσθηση ὅτι κάνουμε προσπάθεια γιά νά τούς ἀγαπήσουμε. Νά ἀκοῦμε μέ πόνο τόν πόνο τους, νά τούς ἀνακουφίζουμε στό πρόβλημά τους. Κατανοώντας τό χαρακτήρα τους, νά διαισθανόμαστε τήν κούραση τους, τίς δυσκολίες τους, τίς ἐπιθυμίες τους. Καί νά τούς προσφέρουμε τήν ἀγάπη μας ἄλλοτε μ’ἕνα στοργικό λόγο, κι ἄλλοτε μέ τή σιωπή μας· ἄλλοτε μέ τή διακονία μας, κι ἄλλοτε μέ θυσίες πού κοστίζουν πολύ. Ἔτσι θά γίνουμε καλοί Σαμαρεῖτες. Ἔτσι θά δοῦμε πρόσωπο Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου