ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ
(Λκ. 17, 12-19)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁμιλεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν ἀπὸ τὸν Χριστό. Οἱ λεπροὶ συνάντησαν τὸν Κύριο ἐνῶ αὐτὸς εἰσερχόταν σὲ μία κώμη καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς θεραπεύσει. Ὁ Χριστὸς ὄντως τοὺς θεραπεύει. Ἀπὸ τοὺς θεραπευθέντες ὅμως μόνο ἕνας ἐπιστρέφει γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο. Οἱ ὑπόλοιποι ἐννέα μένουν μακρυὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ ἀποδεικνύονται ἀγνώμονες.
(Λκ. 17, 12-19)
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁμιλεῖ γιὰ τὴ θεραπεία τῶν δέκα λεπρῶν ἀπὸ τὸν Χριστό. Οἱ λεπροὶ συνάντησαν τὸν Κύριο ἐνῶ αὐτὸς εἰσερχόταν σὲ μία κώμη καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς θεραπεύσει. Ὁ Χριστὸς ὄντως τοὺς θεραπεύει. Ἀπὸ τοὺς θεραπευθέντες ὅμως μόνο ἕνας ἐπιστρέφει γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο. Οἱ ὑπόλοιποι ἐννέα μένουν μακρυὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ ἀποδεικνύονται ἀγνώμονες.
Ἡ ἀγνωμοσύνη καὶ ἡ ἀχαριστία, λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι πολὺ μεγάλη ἁμαρτία. Ὁ ἀχάριστος ἄνθρωπος ἀποδεικνύει ὄχι μόνο τὸν ἐγωισμό του, ἀλλὰ καὶ πόσο ἐπιλήσμονας εἶναι τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἀκριβῶς ἰδιότητα τῆς φωτιᾶς εἶναι νὰ θερμαίνει καὶ τοῦ ἡλίου νὰ φωτίζει ἔτσι καὶ τοῦ Θεοῦ ἰδιότητα εἶναι νὰ εὐεργετεῖ. Καὶ εἶναι τόσες πολλὲς οἱ εὐεργεσίες του πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀριθμηθοῦν˙ ὅπως ἀδυνατοῦμε νὰ ἀριθμήσουμε τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο δὲν μποροῦμε νὰ ἀριθμήσουμε καὶ τὶς ἄπειρες εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Μᾶς δημιούργησε ἀπὸ ἀγάπη καὶ γιὰ νὰ μετέχουμε τῆς ἀγάπης του, μᾶς κατέστησε βασιλιάδες τῆς κτίσεως, καὶ ὅταν αὐτοβούλως ἀπομακρυνθήκαμε ἀπὸ αὐτὸν δὲν μᾶς ἐγκατέλειψε. Δὲν ἔπαψε νὰ ἐπιτεχνᾶται τρόπους γιὰ νὰ μᾶς φέρει ξανὰ κοντά του. Μᾶς ἔδωσε τὸν ἄγραφο φυσικὸ νόμο στὶς καρδίες μας, ὁ ὁποῖος ἐλέγχει καὶ κρίνει τὶς πράξεις μας, μᾶς ἔδωσε ἔπειτα τὸν Νόμο, τοὺς προφῆτες, τοὺς πατριάρχες, μᾶς δίδαξε καὶ μᾶς νουθέτησε καὶ τέλος ἀπέστειλε τὸν ἴδιο τὸν μονογενῆ Υἱό του, «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς». Ὕστερα, ἐξαιτίας τῆς ἴδιας καὶ μεγάλης καὶ ἀξιοθαύμαστης αὐτῆς φιλοτιμίας του, μᾶς χάρισε τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Εὐαγγελιστές, τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μᾶς ἔδωσε τὴ δωρεὰ τοῦ βαπτίσματος καὶ τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας, συγχωρῶντας ὅλα μας τὰ ἁμαρτήματα.
Καὶ ἀπὸ ἐμᾶς τί ἀναμένει; Ἀναμένει μόνο τὴν ἀναγνώριση τῆς εὐεργεσίας καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς ἐμᾶς, ἐνῶ τὸ μόνο εὐχαριστήριο δῶρο ποὺ περιμένει εἶναι ἡ προσπάθεια νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴ φιλανθρωπία καὶ τὴ δικιά του εὐεργεσία πρὸς ἐμᾶς. Νὰ γίνουμε πλούσιοι, ὄχι σὲ περιουσία, ἀλλὰ σὲ ἀρετή. Νὰ μὴν ἀναζητοῦμε μόνο τὰ ὑλικά, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐσέβεια. Νὰ πλουτίσουμε σὲ ἀγάπη, σὲ καλωσύνη, σὲ συγχωρητικότητα καὶ σὲ εὐεργεσία ἔναντι τοῦ πλησίον. Ἡ δυνατότητα τῆς εὐεργεσίας εἶναι τὸ πιὸ θεϊκὸ πρᾶγμα ποὺ ἔχουμε˙ νὰ μποροῦμε δηλαδὴ νὰ γίνουμε θεοὶ χωρὶς μάλιστα νὰ κοπιάσουμε σχεδὸν καθόλου.
Πολὺ παραστατικά, μὲ ἁπλότητα καὶ θεολογικὸ βάθος, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς μᾶς νουθετεῖ καὶ μᾶς λέει πὼς ἔχουμε χρέος νὰ ἀγαποῦμε τὸν Θεό μας, διότι μᾶς χάρισε τόση γῆ μεγάλη ἐδῶ νὰ κατοικοῦμε πρόσκαιρα, τόσες χιλιάδες φυτά, βρύσες, ποταμούς, θάλασσες, ἀέρα, ἡμέρα, νύχτα, οὐρανό, ἥλιο. Ὅλα αὐτὰ γιὰ ποιὸν τὰ ἔκανε, παρὰ γιὰ ἐμᾶς; Τί μᾶς χρωστοῦσε; Τίποτε. Ὅλα χάρισμα. Μᾶς ἔκανε ἀνθρώπους, δὲν μᾶς ἔκανε ζῶα. Μᾶς ἔκανε εὐσεβεῖς ὀρθόδοξους χριστιανούς, καὶ ὄχι ἀσεβεῖς αἱρετικούς. Ἂν καὶ ἁμαρτάνουμε χιλιάδες φορὲς καθ᾽ ἑκάστη ὥρα, μᾶς εὐσπλαχνίζεται, ὡσὰν πατέρας, καὶ δὲν μᾶς τιμωρεῖ, ἀλλὰ περιμένει τὴ μετάνοιά μας μὲ τὶς ἀγκάλες του ἀνοικτές, πότε νὰ μετανοήσουμε, νὰ παύσουμε ἀπὸ τὰ κακά, καὶ νὰ κάνουμε τὰ καλά, νὰ ἐξομολογηθοῦμε, νὰ διορθωθοῦμε, νὰ μᾶς ἐναγκαλισθεῖ, νὰ μᾶς βάλει στὸν παράδεισο γιὰ νὰ χαιρόμαστε πάντοτε.
Τώρα λοιπόν -συνεχίζει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς- τέτοιο γλυκύτατο Θεὸ καὶ Δεσπότη δὲν πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ τὸν ἀγαποῦμε, καὶ ἂν τύχει ἀνάγκη, νὰ χύσουμε καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες φορὲς γιὰ τὴν ἀγάπη του, καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ ἐκεῖνος γιὰ τὴν ἀγάπη τὴ δικιά μας; Ἕνας ἄνθρωπος σὲ φωνάζει καὶ σὲ καλεῖ στὸν οἶκο του καὶ θέλει νὰ σὲ φιλεύσει ἕνα ποτήρι κρασί, καὶ πάντοτε σὲ ὅλη σου τὴ ζωὴ τὸν ντρέπεσαι καὶ τὸν τιμᾶς, καὶ τὸν Θεὸ δὲν πρέπει νὰ τιμᾶς καὶ νὰ ντρέπεσαι, ὁ ὁποῖος σοῦ χάρισε τόσα καλὰ καὶ σταυρώθηκε γιὰ τὴν ἀγάπη σου; Ποιὸς πατέρας σταυρώθηκε ποτὲ γιὰ τὰ παιδιά του; Ἀλλὰ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχυσε τὸ αἷμα του καὶ μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ διαβόλου. Τώρα δὲν πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστό μας; Ἐμεῖς ὅμως τί κάνουμε; Τὸν ἀγαποῦμε ἢ τὸν ὑβρίζουμε καθημερινὰ μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε;
Ἂς ἀγαπήσουμε ἑπομένως τὸν ποιητὴ καὶ πλάστη μας καὶ ἂς μὴν εἴμαστε ἐπιλήσμονες τῶν ἀπείρων του εὐεργεσιῶν πρὸς ἐμᾶς. Ἂς δείξουμε εὐγνωμοσύνη ἔμπρακτη ἀκολουθῶντας τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου