ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ)
Αρχιμ. Ανανία Κουστένη
«Ο Κύριος μας θέλει εργατικούς και επιμελείς»
Δέκατη έκτη Κυριακή του Ματθαίου σήμερα, αγαπητοί, η λεγομένη των Ταλάντων. Ο Ιησούς Χριστός μας, λίγο πριν το Πάθος Του, μίλησε στο Ιερό στους Αποστόλους και στους άλλους Μαθητάς Του και στον κόσμο. Και στη συνέχεια βγήκε από κει, γιατί οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι ήθελαν να Τον φονεύσουν, και πήγε στο όρος των Ελαιών.
Οι μαθηταί κατάλαβαν ότι ο Κύριος φεύγει διά του Σταυρού και της Αναστάσεως, και Τον ρώτησαν, όπως είναι φυσικό, πότε θα ξανάρθει, γιατί τους είχε πει πως θα έρθει – και αυτό θα ήταν μεγάλη παρηγοριά – και τι να κάνουν εκείνοι, μέχρις ότου έρθει. Κι ο Κύριος τους είπε την παραβολή των Δέκα Παρθένων, θέλοντας να διδάξει αυτούς, αλλά και τους Χριστιανούς όλων των αιώνων, πως πρέπει να είναι αφοσιωμένοι σ’ Εκείνον και φρόνιμοι και προνοητικοί.
Και στη συνέχεια, θέλοντας να τους διδάξει πως πρέπει να είναι εργατικοί, δραστήριοι και επιμελείς, τους είπε την παραβολή των Ταλάντων, την οποία διαβάζομε σήμερα στη Θεία Λειτουργία. Παρομοίασε ο Ιησούς Χριστός τον εαυτό Του μ’ εκείνον τον οικοδεσπότη ο οποίος, θέλοντας να πάει μακριά, άφησε στους δούλους και υπηρέτες του τα υποστατικά και την περιουσία του. Σ’ άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σ’ άλλον δύο και σ’ άλλον ένα, σύμφωνα με τη δύναμη που είχε ο καθένας να τα εμπορευθεί και σύμφωνα με της ψυχής του το μεράκι. Κι εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα, πήγε και τα έκανε δέκα. Κι αυτός που πήρε τα δύο, τα έκανε τέσσερα, δηλαδή τα εδιπλασίασαν. Αυτός που πήρε το ένα, καθώς ήταν πονηρός και τεμπέλης, πήγε τό ’κρυψε στη γη, για να το παραδώσει στον αφέντη του σαν εκείνος γυρίσει.
Πέρασε καιρός πολύς … Θ’ αργήσει δηλαδή η Δευτέρα Παρουσία, αλλά θα γίνει. Ήλθε, λοιπόν, ο Αφέντης και κάθισε και ζήτησε λόγο από τους υπηρέτες του. Κι εκείνος που πήρε τα πέντε τάλαντα και τά ’καμε δέκα, πήγε με χαρά και του το είπε. Κι ο Κύριος τον επαίνεψε και τον έβαλε στη Βασιλεία. Το ίδιο εκείνος που πήρε τα δύο. Αυτός που πήρε το ένα, επήγε, και αντί να κατηγορήσει τον εαυτό του, καθώς ήταν πονηρός και τεμπέλης, είπε: «Κύριε, ήξερα πως είσαι σκληρός και παίρνεις από κει που δεν ορίζεις …», και τό ’να και τ’ άλλο. Κι ο Κύριος του είπε: «Έχω απαιτήσεις, έ; Το ξέρεις!… – Έχει απαιτήσεις ο Χριστός από μας τους Χριστιανούς, κλήρο και λαό, και δεν μας θέλει τεμπέληδες, ούτε πονηρούς – … Αφού ήξερες πως είμαι τέτοιος, έστω και έτσι που το λες, γιατί δεν πήγαινες τουλάχιστον να το βάλεις στους τραπεζίτες, δηλαδή να βρεις ανθρώπους να σε οδηγήσουν αφενός, ή αν έχεις χάρισμα θείου λόγου, να κηρύττεις αυτόν στους ανθρώπους, και να αυξηθεί το καλό στις ψυχές που είναι στο σκοτάδι, να γίνουν και αυτοί Χριστιανοί, και να αυξηθεί το τάλαντο του θείου λόγου που σου χάρισα;».
Και τότε έβγαλε απόφαση ο οικοδεσπότης, να του πάρουν το τάλαντο, να το δώσουν στους άλλους που έχουν – κι όποιος έχει και το καλλιεργεί, θα πάρει και των άλλων που δεν το καλλιεργούν – και τον δούλο να τον ρίξουν στην αιωνία κόλαση. Γιατί, εκείνος που δεν αγαπά τον Θεό, δεν αγαπά τον άνθρωπο και δεν είναι δραστήριος και επιμελής, έχει αποκοπεί από αυτή την ομορφιά από μόνος του. Κι είναι δυστυχής και του ανήκει η αιώνια τιμωρία, «εκεί πού ’ναι το τρίξιμο των δοντιών και το κλάμα το ατελείωτο».
Κι ο Κύριος, θέλοντας να καταστήσει προσεκτικούς τους Μαθητάς και Αποστόλους και όλους τους Χριστιανούς, είπε: «Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω». «Κι αυτός που έχει αυτιά πνευματικά και ακούει, ας ακούει αυτά τα πράγματα και ας παίρνει το αληθινό και βαθύτερο νόημά τους». Μας θέλει, δηλαδή, ο Κύριος να είμεθα όλοι, κλήρος και λαός, δραστήριοι, εργατικοί κι επιμελείς. Τότε κι εμείς θα πετύχωμε, κι ο Κύριος θα έχει άφατη χαρά και θα μας βάλει στον Παράδεισό Του.
* Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το Κήρυγμα της Κυριακής, τόμος: Β΄, εκδ. Ακτή, Λευκωσία 2009, σελ.181-184.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου