ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ – 25 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2020
(Λκ. η΄ 27-39)
Κάποτε στή Σαμάρεια, ἀγαπητοί ἀδελφοί, μετά τόν μικρό διάλογο πού εἶχε ὁ Χριστός μέ τή γνωστή ἐκείνη γυναίκα, βγῆκαν τά πλήθη ἀπό τήν πόλη καί τόν παρακαλοῦσαν νά μείνει μαζί τους. «Ὡς οὔν ἦλθον πρός αὐτόν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτόν μεῖναι παρ’ αὐτοῖς…».
Τώρα, μετά τή θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου στά Γάδαρα κι ὕστερα ἀπό τόν πνιγμό τῶν χοίρων, τό πλῆθος τόν παρακάλεσαν νά φύγει. «Καί ἠρώτησαν αὐτόν ἅπαν τό πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο».
Διαφορετική συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων στήν κάθε μία περίπτωση. Στή Σαμάρεια οἱ ἄνθρωποι εὐγενεῖς, πρόθυμοι ν’ ἀκούσουν καί νά μάθουν, ἕτοιμοι νά πιστέψουν καί ν’ ἀκολουθήσουν. Στά Γάδαρα ἐντελῶς τό ἀντίθετο: παραδομένοι στόν τρόπο ζωῆς τους, δεισιδαίμονες μᾶλλον παρά φιλόθεοι. Βλέπουν ἐξωτερικούς κινδύνους, δέν ἔχουν ἐσωτερικούς φόβους, δέν ἀνησυχοῦν μέσα τους.
Ὑπάρχει στά ἱερά Εὐαγγέλια ἕνα ἄλλο περιστατικό, ἐκεῖνο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Ὅταν κατάλαβε πώς εἶχε μέσα στό ἁλιευτικό του πλοιάριο τόν ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, ἔπεσε στά πόδια του καί τόν παρακαλοῦσε: «Ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνήρ ἁμαρτωλός εἰμί, Κύριε».
Εἶναι ἀκόμη καί τό περιστατικό τοῦ ἑκατόνταρχου, ὁ ὁποῖος δέν ἔκρινε ἄξιο τόν ἑαυτό του νά φιλοξενήσει τό Χριστό. «Κύριε, οὐκ εἰμί ἱκανός ἵνα μου ὑπό τήν στέγην εἰσέλθης».
Μέσα σέ ὅλα αὐτά τά περιστατικά, τό περιστατικό στά Γάδαρα εἶναι μοναδικό. Οἱ Γαδαρηνοί παρακαλοῦν τό Χριστό νά μή μείνει, ἀλλά νά φύγει˙ ὄχι ὅμως ἐπειδή συναισθάνονται τήν ἁμαρτωλότητα καί τήν ἀναξιότητά τους. Τόν παρακαλοῦν νά φύγει, γιατί εἶναι ἀνεπιθύμητος, ἐπιζήμιος, ἐπικίνδυνος.
Τέτοια εἶναι ἡ κατάσταση, πού δημιουργεῖ στόν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία. Τόν φέρνει σέ τέτοια πνευματική κόπωση καί ἠθική ὀκνηρία, πού δέν εἶναι ἱκανός νά διακρίνει τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψέμα, τό ἀγαθό ἀπό τό κακό. Οὔτε κάν θέλει ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τέτοια πράγματα. Τόν ἐπισκέπτεται ὁ Θεός καί τοῦ δείχνει τήν ἀγάπη του, μά ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας δέν ἀντιλαμβάνεται τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι εὐχαριστημένος μέ τήν κατάστασή του, ἱκανοποιημένος μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς του, ἥσυχος καί ἀσφαλής σ’ ἕνα καθεστώς, σέ μία κατάσταση. Ἀλλά, ἀλίμονο σέ ὅποιον εἶναι εὐχαριστημένος μέ τόν ἑαυτό του, σέ ὅποιον βλέπει μόνο ἐξωτερικούς κίνδυνους καί δέν ἔχει ἐσωτερικούς φόβους καί ἀνησυχίες…
Τίποτα στόν κόσμο δέν εἶναι καί δέ γίνεται στήν τύχη, ἀγαπητοί ἀδελφοί. Τύχη δέν ὑπάρχει˙ ὑπάρχει ὁ Θεός. Στό βίο τῶν ἀνθρώπων καί στήν ἱστορία τοῦ κόσμου τά σημεῖα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς εὐεργετικῆς παρουσίας του εἶναι ὁλοφάνερα. Ὑπάρχουν ἐκεῖνοι πού δέ θέλουν νά τά δοῦν, γιατί ἔτσι τούς βολεύει. Οἱ χριστιανοί, ὅμως, μέ τόν στοχαστικό καί φωτισμένο νοῦ μας, ὀφείλουμε νά εἴμαστε πάντοτε προσεκτικοί καί νά βλέπουμε παντοῦ καθαρά τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κι ὄχι μόνο νά τή βλέπουμε νά ἔρχεται στή ζωή μας, ἀλλά καί νά τήν προσέχουμε καί νά τήν ἐκτιμοῦμε καί νά τήν κρατοῦμε. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου