ΚΥΡΙΑΚΗ 21 ΙΟΥΛΙΟΥ 2019 – E΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. η΄ 28 – θ΄ 1) (Ρωμ. ι΄ 1 – 10)
Σωτήρια ομολογία
«ότι εάν ομολογήσης εν τω στόματί σου Κύριον Ιησούν»
Τα αποστολικά αναγνώσματα της περιόδου αυτής αποτελούν μια πνευματική πυξίδα για το πώς ο πιστός μπορεί να προσεγγίζει το μυστήριο της σωτηρίας του που του προσφέρει η αγάπη του Χριστού και το οποίο τόσο όμορφο ξεδιπλώνει ενώπιον μας η μητέρα μας Εκκλησία. Ειδικότερα, ο απόστολος Παύλος προσεγγίζει με ένα θαυμαστό τρόπο το ζήτημα της εν Χριστώ παιδαγωγίας του Νόμου. Και ακριβώς η αφόρμηση του γίνεται από το λαό του Ισραήλ, ο οποίος ενώ είχε ιδιαίτερα προνόμια από τον Θεό, ωστόσο, στο κρίσιμο σημείο αποποιήθηκε της σωτηρίας του από τον Χριστό. Ειδικότερα, ο απόστολος Παύλος προσκαλεί πάντα άνθρωπο να διακρίνει ανάμεσα στην εν Χριστώ σωτηρία και την μετέωρη και αυτόνομη ηθική και ενάρετη ζωή του ανθρώπου.
Οι αρετές καταξιώνονται στο βαθμό που μεταβάλλονται σε πράξεις που οδηγούν τον άνθρωπο στις δωρεές της Χάριτος του Χριστού και της Εκκλησίας του. Σ’ αυτή τη διάσταση, η αναγνώριση της αγάπης του Χριστού και η βιωματική προσέγγισή της ως ομολογία πίστεως, αποτελεί βασική προϋπόθεση.
Ο κίνδυνος της αυτονόμησης
Ο ισραηλιτικός λαός, τότε, και γενικότερα ο κόσμος, είχαν ετοιμαστεί για να υποδεχθούν αλλά και να αποδεχθούν τη σωτηρία που προσφέρει ο Χριστός, μέσα από την παιδαγωγία του Μωσαϊκού Νόμου. Ο Θεός δεν έδωσε κάποιες διατάξεις, που ο άνθρωπος ήταν υποχρεωμένος αναγκαστικά να τις εφαρμόζει για να τα έχει καλά μαζί του. Ο Θεός με το Νόμο δεν δίνει διαταγές στους ανθρώπους, αλλά απευθύνει προσκλήσεις, εκκλήσεις (εκ – κλήση = Εκκλησία). Η αποδοχή τους στηρίζεται πάντα στην αγάπη και στην ελευθερία. Έτσι, η τήρηση των εντολών του Θεού εισάγει τον άνθρωπο στο χώρο της Θείας αγάπης και ελευθερίας και καταξιώνεται η ύπαρξή του στους ανώτερους αναβαθμούς, σχέσης, αγάπης και κοινωνίας. Σ’ αυτό τον ορίζοντα, ο άνθρωπος αναγνωρίζει ότι η ύπαρξή του και όλα όσα έχει, εκπηγάζουν ως δωρεά από τον Θεό και εκφράζουν το μέγεθος της αγάπης του. Επομένως, όταν ο Νόμος μιλά για δικαιοσύνη δεν αναφέρεται στη δικαίωση του ηθικού και ενάρετου ανθρώπου. Φανερώνει τη νέα σχέση αγάπης του ανθρώπου με τον Θεό. Η προσπάθεια του ανθρώπου ν’ αγκιστρώνεται σε μια στείρα θρησκευτικότητα χωρίς την επενέργεια της Χάριτος του Θεού, παραμένει μετέωρη και χωρίς αντίκρισμα. Φαίνεται αυτό ξεκάθαρα στην περίπτωση της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου. Το κίνητρο της εφαρμογής του Νόμου στην περίπτωση του δεύτερου βρισκόταν στην υπερύψωση από τον ίδιο του εαυτού του, στην υπερηφάνεια του και όχι βέβαια στη δικαιοσύνη και στην αγάπη του Θεού. Έφθασε στο σημείο να είναι αυστηρός τηρητής του Νόμου, χωρίς όμως ο ίδιος να έχει ζωντανή σχέση με τον Θεό.
Παιδαγωγός εις Χριστόν
Ο απόστολος Παύλος όταν ονομάζει το Νόμο «παιδαγωγόν εις Χριστόν», διασφαλίζει ότι αυτός σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί ν’ αντικρίζεται αυτονομημένα. Όταν δηλαδή στην Παλαιά Διαθήκη ο άνθρωπος προσπαθούσε να εφαρμόσει τις εντολές του Θεού, τότε άνοιγε το πεδίο για να συνδεθεί διά προεικονίσεως και «τυπολογικά» με τον Μεσσία. Για παράδειγμα, όταν ο Μελχισεδέκ πρόσφερε για τη νίκη του Αβραάμ θυσία με ψωμί και κρασί, προεικόνιζε ακριβώς πριν από 1700 χρόνια τη σταυρική Θυσία του Κυρίου, το Μυστικό Δείπνο και κυρίως το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Η φανέρωση της δικαιοσύνης του Θεού έγινε στο Πρόσωπο του Χριστού με την Θεία Σάρκωσή Του. Σώζει τον άνθρωπο όταν τον προσλαμβάνει και τον ενώνει στο Θεανθρώπινο Σώμα του, στην Εκκλησία που είναι η Κιβωτός της Σωτηρίας. Τον λυτρώνει από το «οψώνιον της αμαρτίας», δηλαδή τον θάνατο. Η εν Χριστώ σωτηρία δεν εξαντλείται στην οποιαδήποτε ανθρώπινη αρετή και ηθικότητα, αλλά προσφέρεται στον άνθρωπο κοινωνώντας το «φάρμακον της αθανασίας, το αντίδοτον του μή αποθανείν», που είναι το Σώμα και το Αίμα του, που προσφέρεται αδαπάνητα στο Ευχαριστιακό Δείπνο.
Ομολογία πίστεως
Ο απόστολος Παύλος επικαλείται και καταφεύγει στην Παλαιά Διαθήκη, γιατί θέλει να δείξει πως και ο Μωυσής με το Νόμο ζητούσε «το ρήμα της πίστεως», ώστε και ο λαός του Ισραήλ από τότε ν’ αποκτούσε κοινωνία και σχέση με τον αναμενόμενο Μεσσία. Ακριβώς, η ομολογία πίστεως, συνιστά έκφραση της αυθεντικής εφαρμογής του Νόμου, ο οποίος προσανατολίζει και παραπέμπει στον Χριστό. Είναι γι’ αυτό, άλλωστε, που ο απόστολος Παύλος προσκαλεί τους ανθρώπους όλων των εποχών να συνδέουν τη ζωή τους με την ομολογία της πίστης.
Αγαπητοί αδελφοί, αυτή η σωτήρια ομολογία πραγματώνεται μέσα στην Εκκλησία, που είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α΄ Τιμ. 3,15). Μπορούμε να θυμηθούμε και την ομολογία του Πέτρου (Ματθ. 16,16) και πώς ο Κύριος έπλεξε το εγκώμιο του και τον διαβεβαίωσε πως πάνω σ’ αυτή την αλήθεια θα οικοδομήσει την Εκκλησία του. Η Εκκλησία είναι η πραγματικότητα που φανερώνει τον Χριστό στον κόσμο. Είναι το ίδιο το Σώμα του Χριστού παρατεινόμενο στους αιώνες. Μέσα στην Εκκλησία σώζεται ο άνθρωπος και διά της βιωματικής προσέγγισής της ομολογεί το πρόσωπο του Χριστού. Αντίθετα, οι αιρετικοί και οι σχισματικοί βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας. Είναι πεπλανημένα πρόσωπα. Προσευχόμαστε πάντοτε να βρουν την ποίμνη τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ομολογίας είναι η περίπτωση του αποστόλου Πέτρου που του ζήτησαν οι αρχιερείς και το Συνέδριο να μην μιλά για το όνομα του Χριστού. Απάντησε θαρραλέα ο Πέτρος: «Ου δυνάμεθα γαρ ημείς ά είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πραξ. 4,20). Ας μιμηθούμε και εμείς τη ζωή και το παράδειγμα όλων των άγιων μορφών που κοσμούν το στερέωμα της Εκκλησίας. Τέτοιες μορφές είναι και ο Ιωάννης ο όσιος και ο Συμεών διά Χριστό σαλός, οι οποίοι φρόντισαν να δώσουν τη δική τους μαρτυρία ζωής, με το ευλογημένο και άγιο παράδειγμά τους και γι’ αυτό τους τιμά σήμερα η Εκκλησία. Ας τους μιμηθούμε για να καταξιωθούμε κι εμείς της ουράνιας ευλογίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Γένοιτο.
Χριστάκης Ευσταθίου, θελόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου