ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιη΄ 18-25)

25 Νοεμβρίου 2018

«Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα» (Λουκ. ιη’ 23)

Στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ΙΓ΄ Κυριακῆς Λουκᾶ, Χριστιανοί μου, ὅπως αὐτὴ ὀνομάζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας, εἴδαμε ἕνα νέο νὰ ζητάει ἕνα εἰσιτήριο. Ἕνα εἰσιτήριο γιὰ ποῦ; Γιὰ τὴν αἰώνιο ζωή. Κι ἀπὸ ποιὸν τὸ ζητοῦσε; Ἀπὸ τὸ Πρόσωπο ἐκεῖνο, ποὺ μόνο Αὐτὸ μπορεῖ νὰ δώσει τέτοια εἰσιτήρια. Καὶ τὸ Πρόσωπο αὐτὸ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Σ’ Αὐτὸν προσῆλθε ὁ νέος καὶ Τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε, ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;».


Τελικὰ τί ἔγινε; Ἀπέκτησε τὸ πολυπόθητο εἰσιτήριο; Ἂν καὶ εἶχε πολλὰ χρήματα «ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα», δὲν κατόρθωσε νὰ τὸ ἀποκτήσει. Ὁ πλούσιος αὐτὸς νέος βρισκόταν μεταξὺ τῶν ἐπιγείων καὶ τῶν οὐρανίων θησαυρῶν· μεταξὺ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν τῆς γῆς καὶ τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν τοῦ Παραδείσου· μεταξύ του Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾶ. Ἤθελε τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στὴν ὁποία πίστευε, ποθοῦσε, ὅμως, καὶ τὰ πλούτη τῆς γῆς, τὰ ὁποία εἶχε. Προσπαθοῦσε νὰ συμβιβάσει καὶ τὰ δύο, τὶς ἀνέσεις καὶ τὴν ἐφήμερη δόξα τοῦ πλούτου, μὲ τὴν λαμπρότητα καὶ τὴν μακαριότητα τοῦ Οὐρανοῦ. Δὲν μπόρεσε νὰ κατανοήσει, ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ εἶναι δοῦλος τοῦ πλούτου καὶ, παράλληλα, ἐλεύθερος πολίτης τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ, ὅταν ὁ καρδιογνώστης Κύριος τοῦ συνέστησε νὰ ἐλευθερώσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τὴν τυραννία τοῦ πλούτου καὶ νὰ γίνει Ἀπόστολος, ἐκεῖνος «περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα».

Ὁ πλοῦτος, καὶ σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, δημιούργησε μεγάλη λύπη στὸν Ἄρχοντα, ὅπως, ἴσως, καὶ ἄλλες φορὲς στὴν ζωή του. Ἔγινε, ὅπως μᾶς λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς «περίλυπος», λυπήθηκε καὶ πικράθηκε πάρα πολύ. Καί ἡ λύπη του αὐτὴ θὰ ἦταν μεγαλύτερη, καθὼς θὰ περνοῦσαν οἱ ἡμέρες, ἴσως καὶ ἰσόβια, ἐὰν δὲν σκεφτόταν νὰ μετανοήσει καὶ νὰ ἐλευθερώσει τὴν καρδιά του ἀπὸ τὴν τυραννικὴ κυριαρχία τοῦ πλούτου. Ὁ πόνος θὰ γινόταν ἀθεράπευτος. Ἡ ἀπερίγραπτη ὀδύνη, ὅτι θὰ καταδικαζόταν αἰώνια, θὰ ἦταν χειρότερη. Αὐτὲς, κατὰ κανόνα, εἶναι οἱ ὀλέθριες συνέπειες τοῦ πλούτου στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμη καὶ στὸ σῶμα, σὲ ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει δώσει τὴν καρδιά του στοὺς ἐπίγειους θησαυροὺς καὶ, γιὰ χάρη τους, καταφρονεῖ τὴν αἰώνια μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ πλοῦτος, παρὰ τὴν ἐπιφανειακή του λάμψη, εἶναι στὴν πραγματικότητα σκοτάδι, καὶ πηγὴ πόνων καὶ ὀδύνης. Ὑπόσχεται τὴν εὐτυχία, ἀλλὰ φέρνει τὴν δυστυχία. Τόσο ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν ἔχουν πλούτη, ποθοῦν καὶ ἀγωνίζονται, γιὰ νὰ τὰ ἀποκτήσουν, ὅσο καὶ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι τὰ ἔχουν ἀποκτήσει, ἂν θελήσουν νὰ μιλήσουν μὲ εἰλικρίνεια, γιὰ τὸν πλοῦτο, θὰ ποῦν πολλὰ, γιὰ τὶς θλίψεις καὶ τὶς πικρίες, ποὺ προκαλεῖ.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίμπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλάς ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ ἀπώλειαν» . Δὲν λέει «οἱ πλούσιοι», ἀλλὰ «οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν», ἐκεῖνοι, δηλαδὴ, ποὺ δὲν εἶναι πλούσιοι, ἀλλὰ ποθοῦν καὶ θέλουν καὶ ἀγωνίζονται νὰ ἀποκτήσουν, μὲ κάθε τρόπο, πλούτη. Ὅλοι αὐτοί, λοιπόν, πέφτουν καὶ μπλέκονται σὲ πολλοὺς πειρασμούς. Καταστρώνουν διάφορα σχέδια, κάνουν ἄδικους ὑπολογισμούς, πονηροὺς συνδυασμούς, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀποτυγχάνουν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γεμίζουν ἀπὸ λύπη καὶ στεναχώρια. Καὶ, ἂν κάποια φορά, πετύχουν «οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν», ἔρχονται ἀντιμέτωποι μὲ ἄλλου εἴδους πειρασμοὺς καὶ πικρίες. Φοβοῦνται, μήπως ἀνακαλυφθοῦν οἱ παράνομοι τρόποι, τοὺς ὁποίους μεταχειρίστηκαν, γιὰ νὰ πλουτίσουν. Τρέμουν, ἀπὸ φόβο, μήπως πέσουν στὰ χέρια τῆς Δικαιοσύνης. Δυσφοροῦν ἀπὸ τὴν δίκαιη κατακραυγὴ τῶν ἄλλων. Ἔχουν τύψεις συνειδήσεως. Δημιουργοῦν προβλήματα μέσα στὴν Οἰκογένεια, ἀντεγκλήσεις μὲ ἐκείνους, μὲ τοὺς ὁποίους συναλλάσσονται. Δὲν μποροῦν νὰ ἡσυχάσουν, οὔτε μέρα οὔτε νύκτα.

Ἔχουν πέσει στὴν παγίδα, ποὺ τοὺς ἔστησε ὁ διάβολος καὶ γίνονται δοῦλοι του, γιὰ τὴν διάπραξη τοῦ κακοῦ. Εἶναι κυριευμένοι, ἀπὸ πολλὲς μωρὲς καὶ ἐπιβλαβεῖς ἐπιθυμίες, οἱ ὁποῖες βυθίζουν τοὺς ἀνθρώπους στὸν ὄλεθρο τοῦ σώματος καὶ στὴν ἀπώλεια τῆς ψυχῆς. Ὅσοι ἐπιθύμησαν, προσθέτει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τὸν ἁμαρτωλὸ πλοῦτο «ἀπεπλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς» . Ξέπεσαν ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν σωτηρία καὶ, σὰν μὲ μυτερὰ καρφιά, διαπέρασαν τὴν καρδιά τους, μὲ πολλοὺς πόνους καὶ ἀγωνίες. Αὐτὸς, ποὺ ἀγαπᾶ τὰ χρήματα, εἶναι δυνατὸν νὰ παρασυρθεῖ σὲ ὅλα τὰ κακά, σὲ κάθε παρανομία, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνει, ἔτσι, τὴν ταραχή, τὴν πικρία καὶ τὴν ὀδύνη.

Ἀλλὰ, καὶ ἐκεῖνος, ποὺ εἴτε ἔχει κληρονομήσει, εἴτε ἔχει ἀποκτήσει χρήματα, δὲν βρίσκεται σὲ καλύτερη κατάσταση. Βλέπει, ὅτι δὲν ἱκανοποιεῖται, ὅπως ὑπολόγιζε, ὅπως ἤλπιζε, ἀπὸ τὰ πλούτη. Ἀντίθετα, τὸν καταλαμβάνει μελαγχολία καὶ θλίψη. Κυριεύεται ἀπὸ ἀηδία καὶ ἀπογοήτευση.

Τὴν ματαιότητα τοῦ πλούτου καὶ τῶν ἀπολαύσεων τὴν περιγράφει, μὲ πολὺ παραστατικὸ τρόπο, ὁ Σολομώντας. «Ἐγώ, λέει, ἔκτισα μεγαλοπρεπεῖς οἰκοδομὲς, γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Φύτευσα ἀμπέλια. Περιέφραξα κήπους καὶ δεντρόκηπους. Φύτευσα σ’ αὐτοὺς κάθε εἶδος καρποφόρου δέντρου. Διέταξα καὶ κτίσθηκαν δεξαμενὲς νεροῦ, γιὰ νὰ ποτίζονται, ἀπ’ αὐτὲς, οἱ κῆποι μου. Ἀγόρασα δούλους καὶ δοῦλες. Συγκέντρωσα, γιὰ τὸν ἑαυτό μου, ἀσήμι καὶ χρυσάφι, θησαυροὺς ἀπὸ βασιλιάδες, περιουσίες ὁλόκληρων περιοχῶν. Γιὰ νὰ διασκεδάζω εἶχα τραγουδιστὲς καὶ τραγουδίστριες, οἰνοχόους, γιὰ νὰ μὲ κερνοῦν κρασί. Ἔκανα δικές μου καὶ γνώρισα κάθε εἴδους διασκέδαση καὶ ἀπόλαυση τῶν ἀνθρώπων. Κάθέ τι τερπνὸ, ποὺ εἶδαν τὰ μάτια μου, δὲν τὸ στερήθηκα. Κάθε διασκέδαση καὶ ἀπόλαυση, ποὺ πόθησε ἡ καρδιά μου, τὴν ἀπόλαυσα…».

Καὶ, ἐνῶ ἀπὸ πολλοὺς, ἴσως, νὰ θεωροῦνταν ὁ Σολομώντας, ὡς ὁ εὐτυχέστερος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, γεμάτος ἀπογοήτευση καὶ πικρία, ὁμολογεῖ: «ἔπειτα ἀπὸ ὅλες αὐτὲς τὶς τέρψεις καὶ τὶς ἀπολαύσεις ἔριξα μία ματιὰ σὲ ὅλα ὅσα ἔκανα, σὲ ὅλα ὅσα κατασκεύασαν τὰ χέρια μου, σὲ ὅλα ὅσα, μὲ κόπο καὶ ταλαιπωρία ἀγωνίστηκα νὰ ἀποκτήσω καὶ ἔβγαλα τὸ συμπέρασμα, ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ματαιότητα. Κούφια ὁρμὴ ἀνέμου, ἡ ὁποία παρέρχεται» .

Ἀξίζει, λοιπόν, χάρη τοῦ πλούτου, νὰ χάσει κανεὶς τοὺς θησαυροὺς τοῦ Οὐρανοῦ; Γιὰ χάρη τῶν ἀπολαύσεων, ποὺ ὑπόσχεται ὁ πλοῦτος, καὶ οἱ ὁποῖες, στὴν πραγματικότητα, εἶναι ταραχή, πικρία καὶ ὄλεθρος, νὰ χάσει τὴν ἀνεκλάλητη αἰώνια χαρὰ, ποὺ προσφέρει ὁ Κύριος καὶ Θεός μας;

Τί κέρδισε ὁ πλούσιος νέος, τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ὁ ὁποῖος, ἐξαιτίας τοῦ πλούτου, καταφρόνησε τὴν πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ; Τὴν θλίψη, τὴν ἀπογοήτευση, τὴν καταδίκη.

Τί θὰ κέρδιζε, ἂν ἀκολουθοῦσε τὸν Χριστό; Τὰ πάντα. Θὰ γινόταν ἔνδοξος Ἀπόστολος. Τὸ ὄνομά του θὰ δοξαζόταν καὶ οἱ ἄνθρωποι θὰ τὸν τιμοῦσαν. Καὶ, τὸ σπουδαιότερο, θὰ καθόταν καὶ αὐτὸς σὲ ἔνδοξο θρόνο στὰ δεξιὰ τοῦ Χριστοῦ.

Χριστιανοί μου,

Ποτὲ, μά ποτέ, ἂς μὴ μᾶς πλανήσει ὁ πλοῦτος. Ἀκόμη καὶ ἡ σκέψη, γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ πλούτου εἶναι μεγάλη ἁμαρτία. Ποτὲ, ἂς μὴ καταφρονήσουμε τὰ Οὐράνια ἀντὶ τῶν ἐπιγείων. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου