ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ
(Β’ Κορ. 6, 16 - 7, 1)
Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα κάνει λόγο γιὰ τὸν ἀληθινὸ Χριστιανό, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἁπλῶς ὁ εὐσεβὴς ἄνθρωπος ἢ αὐτὸς ποὺ προσπαθεῖ νὰ εἶναι καλὸς καὶ ἠθικὸς χαρακτῆρας, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἀγωνίζεται στὴν τήρηση τοῦ θείου θελήματος καὶ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη. Τοιουτοτρόπως, ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστὸ καὶ ἀποτελεῖ «ναό», δηλαδὴ κατοικητήριο, τοῦ «ζῶντος Θεοῦ».
Ὁ ἄνθρωπος γίνεται πραγματικὸς Χριστιανός, ἔμψυχος ναὸς τοῦ Θεοῦ, ὅταν γεννηθεῖ καὶ ζήσει μέσα στὴν Ἐκκλησία. Πῶς, ὅμως, γίνεται αὐτό; Διὰ τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ προσωπικοῦ του ἀγώνα. Ἡ ἀπαρχὴ γίνεται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ μία νέα ἐν Χριστῷ γέννηση. Τὴ γέννηση ἀκολουθεῖ ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι πνευματικὴ αὔξηση, ὁ ἀγώνας τήρησης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ προσπάθεια κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἡ μετοχὴ στὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου.
Γιὰ νὰ ἐνοικήσει λοιπὸν ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο πρέπει ὁ ἄνθρωπος, κατὰ πῶς μᾶς διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νὰ καθαρίσει, διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς τήρησης τοῦ θείου θελήματος, τὸν ἑαυτό του «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος», ἀπὸ τὰ ποικίλα δηλαδὴ πάθη, τὴν πάσης φύσεως ἀδικία, τὴν ἐκμετάλλευση, τὸν δόλο, τὴ μνησικακία, τὴν πλεονεξία, τὴν κενοδοξία, τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία. Ταυτόχρονα, πρέπει νὰ στραφεῖ ἀγαπητικὰ καὶ φιλάνθρωπα πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, νὰ τὸν ἐλεήσει, νὰ τὸν συγχωρήσει καὶ νὰ τὸν ἀναπαύσει στὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι ἀγωνιζόμενος, ἐπιτελεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἁγιωσύνη, δηλαδὴ φτάνει στὴν πνευματικὴ καθαρότητα. Αὐτὴ ἡ καθαρότητα ἐπιτρέπει στὸν Θεὸ νὰ κατοικήσει μέσα μας˙ ἡ ἐν ἡμῖν κατοίκηση τοῦ Θεοῦ σημαίνει τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Χριστό, καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ὅλο τριαδικὸ Θεό.
Τοιουτοτρόπως, ζῶντας ὁ ἄνθρωπος τὴν πνευματικὴ ζωή, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη, γίνεται ἀληθινὸς Χριστιανός, ἔμψυχος ναὸς τοῦ Θεοῦ. Ὡς ἀληθινὸς Χριστιανὸς πλέον ὁ ἄνθρωπος, ὡς ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό, προκόπτει καὶ σὲ θεάρεστα ἔργα καὶ ὠφελεῖ καὶ τοὺς συνανθρώπους του.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη ὀπτικὴ τῶν πραγμάτων. Ὁ ἀναγεννημένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, αὐτός, ὁ ὁποῖος βιώνει συνειδητὰ τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς ποὺ γαλουχεῖται μέσα στὴν ὀρθόδοξη παράδοση καὶ ζωὴ μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὸν ἀγῶνα κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες, αὐτὸς ποὺ ἀποτελεῖ θεῖο κατοικητήριο, εἶναι ἀγαθός, μακρόθυμος, δίκαιος, εἰρηνικός, πρᾶος, φιλάδελφος, φιλάνθρωπος. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ φωτεινὸ παράδειγμα γιὰ τοὺς γύρω του καὶ ὄαση πραγματικῆς φιλαδελφείας. Οἱ πράξεις του εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁγιότητάς του καὶ ὅλες τείνουν στὴν ὑπηρεσία τοῦ συνανθρώπου του. Τέτοιοι ἁγιασμένοι ἄνθρωποι ἀποτελοῦν τὴ μαγιὰ γιὰ τὴν ἀλλαγὴ πρὸς τὸ καλύτερο τοῦ κόσμου. Διότι τὸν κόσμο τὸν ἀλλάζει ἡ ἁγιότητα, ὄχι τὰ ποικιλώνυμα πολιτικὰ ἢ ἄλλως πῶς συστήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου