Η εγρήγορση των έργων του Ιωάννη Καραβιδόπουλου,
«Η
βασιλεία του Θεού μοιάζει μ' έναν άνθρωπο ο οποίος φεύγοντας για ταξίδι,
κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντά του. Σ'
άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σ' άλλον δύο, σ' άλλον ένα, στον καθένα
ανάλογα με την ικανότητά του, κι έφυγε αμέσως για το ταξίδι. Αυτός που
έλαβε τα πέντε τάλαντα, πήγε και τα εκμεταλλεύτηκε και κέρδισε άλλα
πέντε. Κι αυτός που έλαβε τα δύο τάλαντα, κέρδισε επίσης άλλα δύο.
Εκείνος όμως που έλαβε το ένα τάλαντο, πήγε κι έσκαψε στη γη και έκρυψε
τα χρήματα του κυρίου του.
Υστερα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, γύρισε ο κύριος εκείνων των
δούλων και έκανε λογαριασμό μαζί τους. Παρουσιάστηκε τότε εκείνος που
είχε λάβει τα πέντε τάλαντα και του έφερε άλλα πέντε. “Κύριε”, του λέει,
“μου εμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα· κοίτα, κέρδισα μ' αυτά άλλα πέντε”. Ο
κύριός του του είπε: “εύγε, καλέ και έμπιστε δούλε! Αποδείχτηκες
αξιόπιστος στα λίγα, γι' αυτό θα σου εμπιστευτώ πολλά. 'Ελα να
γιορτάσεις μαζί μου”. Παρουσιάστηκε κι ο άλλος με τα δύο τάλαντα και του
είπε: “κύριε, μου εμπιστεύτηκες δύο τάλαντα· κοίτα, κέρδισα άλλα δύο”.
Του είπε ο κύριός του: “εύγε, καλέ και έμπιστε δούλε! Αποδείχτηκες
αξιόπιστος στα λίγα, γι' αυτό θα σου εμπιστευτώ πολλά. 'Ελα να
γιορτάσεις μαζί μου”. Παρουσιάστηκε κι εκείνος που είχε λάβει το ένα
τάλαντο και του είπε: “κύριε, ήξερα πως είσαι σκληρός άνθρωπος. Θερίζεις
εκεί όπου δεν έσπειρες και συνάζεις καρπούς εκεί που δε φύτεψες. Γι'
αυτό φοβήθηκα και πήγα κι έκρυψα το τάλαντό σου στη γη. Ορίστε τα λεφτά
σου”. Ο κύριός του του αποκρίθηκε: “δούλε κακέ και οκνηρέ, ήξερες πως
θερίζω όπου δεν έσπειρα, και συνάζω καρπούς απ' όπου δε φύτεψα! Τότε
έπρεπε να βάλεις τα χρήματά μου στην τράπεζα, κι εγώ όταν θα γυρνούσα
πίσω, θα τα έπαιρνα με τόκο. Πάρτε του, λοιπόν, το τάλαντο και δώστε το
σ' αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σε καθέναν που έχει, θα του
δοθεί με το παραπάνω και θα 'χει περίσσευμα· ενώ απ' όποιον δεν έχει, θα
του πάρουν και τα λίγα που έχει. Κι αυτόν τον άχρηστο δούλο πετάξτε τον
έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα κλαίνε, και θα τρίζουν τα δόντια”» (Ματθ. 25,
14-30).
Η παραβολή των ταλάντων βρίσκεται
στο 25ο κεφ. του κατά Ματθαίον ευαγγελίου ευθύς μετά την παραβολή των
δέκα παρθένων και αμέσως προ της παραβολής της μελλούσης κρίσεως. Σ’
όλες αυτές τις διηγήσεις τονίζεται η ανάγκη της ετοιμότητας και
εγρηγόρσεως των ανθρώπων εν όψει της κρίσεως, η οποία αργεί μεν, αλλ’
έρχεται τελείως ξαφνικά και απροειδοποίητα. Ιδιαίτερα η παραβολή των
ταλάντων θέλει να μας επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι η συνεχής
ετοιμότητα και η αναμονή του Κυρίου δεν πρέπει να εκληφθεί σαν παθητική
και άπρακτη προσμονή, αλλά σαν διαρκής εργασία και αύξηση των ταλάντων
που ο Θεός έχει εμπιστευθεί στον καθένα. Το μεγαλύτερο μέρος της
διηγήσεως περιστρέφεται στη λογοδοσία και τιμωρία του τρίτου δούλου που
χαρακτηρίζεται ως «πονηρός» και «οκνηρός». Σε άντίθεση με τους δύο
πρώτους δούλους, τους «αγαθούς» και «πιστούς», που έλαβαν ανά πέντε και
δύο τάλαντα ο καθένας και με την εργασία τους τα πολλαπλασίασαν για να
λάβουν τελικά τον έπαινο και την αμοιβή τους από τον επανελθόντα Κύριό
τους, ο τρίτος δούλος έκρυψε στη γη το ένα τάλαντο που έλαβε, αμέλησε
για την αξιοποίησή του και απέφυγε την εργασία, με αποτέλεσμα τη σκληρή
και χωρίς έλεος τιμωρία.
Ας δούμε τις δικαιολογίες που πρόβαλε για την απραξία του ο οκνηρός
δούλος και που εκπροσωπούν τον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται πολλοί
άνθρωποι:
α) «Κύριε, ήξερα πως είσαι σκληρός άνθρωπος. Θερίζεις εκεί όπου δεν
έσπειρες και συνάζεις καρπούς εκεί που δε φύτεψες». Πρώτα-πρώτα λοιπόν
έχει εσφαλμένη αντίληψη περί Θεού, τον οποίο θεωρεί κακό, άδικο, σκληρό
και ανελέητο τιμωρό για τις πράξεις των ανθρώπων. Αλήθεια, πόσο άδικο
έχουν και πόσο αντίθετοι προς τη διδασκαλία του Χριστού είναι όσοι
περιγράφουν τον Θεό σαν σκληρό τιμωρό, ενώ η Κ. Διαθήκη μας παρουσιάζει
στο πρόσωπο του Χριστού έναν Θεό γεμάτο αγάπη, καλωσύνη και στοργή για
τους ανθρώπους!
β) Αποτέλεσμα της αντιλήψεώς του αυτής περί Θεού είναι ο φόβος μπροστά
στον Θεό: «φοβήθηκα και πήγα κι έκρυψα το τάλαντό σου στη γη.». Ό φόβος
αυτός οδήγησε στην οκνηρία. Προκειμένου να ριψοκινδυνεύσει με την
εργασία του κάποιο αμφίβολο αποτέλεσμα, προτίμησε τη βεβαιότητα της
ραθυμίας.
γ) «Να, πάρε πίσω το τάλαντό σου», λέγει κατά την απολογία του προς τον
Κριτή· δεν υποπτεύεται καν ότι εκείνο που ζητάει απ’ αυτόν ο Κύριος δεν
είναι η επιστροφή του ταλάντου αλλά η αξιοποίησή του, ο δια της
εργασίας πολλαπλασιασμός του.
δ) Ίσως άκόμη να σκέπτεται ότι είναι ο αδικημένος που έλαβε μόνο ένα
τάλαντο, ενώ οι άλλοι πήραν περισσότερα —τυπικό παράδειγμα πολλών
ανθρώπων που νομίζουν ότι στερούνται χαρισμάτων, ότι δεν έχουν
δυνατότητες δράσεως και επιδράσεως μέσα στην κοινωνία, ότι είναι οι
αδικημένοι.
Καιρός όμως τώρα να ερευνήσουμε τί κρύβεται κάτω από τη λέξη «τάλαντο»,
για την οποία γίνεται λόγος στην παραβολή. Είναι κάποιο συγκεκριμένο
χάρισμα ή δώρο που δόθηκε στον άνθρωπο; Η πολυμορφία των δωρεών του Θεού
μάς οδηγεί στη σκέψη ότι πολλές αρετές και διάφορα χαρίσματα εννοούνται
με τη λέξη αυτή, από τις πιό προσωπικές ικανότητες μέχρι το υπεύθυνο
αξίωμα που κατέχει κανείς μέσα στην Εκκλησία ή στην κοινωνία
γενικότερα. Ό άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει χαρακτηριστικά ότι τα
τάλαντα αναφέρονται στην αγαθοποιό δραστηριότητα των ανθρώπων μέσα στην
κοινωνία και προσθέτει ότι τίποτε δεν είναι τόσο άρεστό στον Θεό, όσο
«τό κοινοφελώς ζην». Το τί έχει αναλάβει ο καθένας σαν αποστολή μέσα
στην κοινωνία ποικίλλει ανάλογα με το πρόσωπο και την περίπτωση. Ας μην
ξεχνούμε την εξής λεπτομέρεια στην αρχή της διηγήσεως της σημερινής
παραβολής: «Σ' άλλον έδωσε πέντε τάλαντα, σ' άλλον δύο, σ' άλλον ένα, στον καθένα ανάλογα με την ικανότητά του».
Η ηθική του Χριστού, όπως διαφαΐνεται στη διήγηση αυτή, δεν είναι ένα
άκαμπτο συνταγολόγιο που υποτάσσει το ανθρώπινο πρόσωπο σ’ ένα αυστηρά
προδιαγεγραμμένο σχέδιο, αλλ’ είναι
ελεύθερη σχέση του προσωπικού Θεού προς το κάθε ελεύθερο ανθρώπινο
πρόσωπο· είναι ηθική «προσωπική». Ό κάθε άνθρωπος είναι και μια
ιδιαίτερη περίπτωση, που ενδιαφέρει τον Θεό τόσο πολύ όσο και ολόκληρος ο
λοιπός κόσμος.
Κατόπιν όλων αυτών μπορούμε να συνοψίσουμε το πολύπλευρο μήνυμα του σημερινού ευαγγελικοϋ αναγνώσματος στα άκόλουθα σημεία:
1. Η οκνηρία, όπως περιγράφεται στη στάση του τρίτου δούλου της
παραβολής, σημαίνει έλλειψη αγάπης προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο·
στηρίζεται σε μια άντίληψη περί Θεού ως αυστηρού και τιμωρού κυρίου,
αντίληψη που δεν συμφωνεί καθόλου με τον Θεό της αγάπης όπως τον
απεκάλυψε στην ανθρωπότητα ο Ιησούς Χριστός. Αντίθετα, η διά της
εργασίας αξιοποίηση των ταλάντων μαρτυρεί πιστότητα στον Θεό και αγάπη
προς την κοινωνία των ανθρώπων.
2. Η διαφορά μεταξύ των ανθρώπων ως προς τα τάλαντα που τους
εμπιστεύθηκε ο Θεός, δηλ. ως προς το έργο που έχουν να επιτελέσουν μέσα
στην κοινωνία, δεν όφείλεται στην αυθαίρετη διανομή εκ μέρους του Θεού
αλλ’ είναι ανάλογη πρός τις δυνατότητες του κάθε ανθρώπου. Η απαίτηση
του Θεού να πολλαπλασιάσει ο άνθρωπος τα τάλαντά του, όσο απόλυτη κι αν
είναι, δεν υπερβαίνει ποτέ τις ανθρώπινες δυνατότητες.
3. Ό Θεός είναι αγαθός αλλά και δίκαιος συγχρόνως. Η αγαθότητά του
φαίνεται στα δώρα και χαρίσματα που προσφέρει, η δικαιοσύνη του
εκδηλώνεται κατά τη λογοδοσία των ανθρώπων για το αν αξιοποίησαν τα
χαρίσματα ή τα απέκρυψαν. Η δικαιοσύνη του αυτή εφαρμόζεται όχι μόνο σ’
όσους διέπραξαν το κακό, αλλά και σ’ όσους παρέλειψαν ή αδιαφόρησαν για
το καλό.
4. Τέλος, η όλη παραβολή μας θυμίζει ότι ο χρόνος της κρίσεως είναι
άδηλος· εν όψει αυτού του άγνωστου χρόνου πρέπει ο άνθρωπος συνεχώς να
αγρυπνεί, όχι περιμένοντας παθητικά, αλλά εργαζόμενος και ασκώντας έργα
αγάπης κατά το μέτρο των δυνατοτήτων του, δηλ. των ταλάντων που του
εμπιστεύθηκε ο Θεός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου