Κυριακή 2 Ἰουλίου (Δ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ) (Ματθ. η’ 5-13)
Ἀξιωματικὸς τοῦ Ρωμαϊκοῦ στρατοῦ ἦταν ὁ ἑκατόνταρχος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς στὴν περιοχὴ τῆς Καπερναούμ. Ἦταν, ὅπως καταλαβαίνουμε, πρόσωπο ἐπίσημο στὴν κοινωνία τῆς πόλεως. μπροστά στὸ ὁποῖο οἱ κατακτημένοι Ἑβραῖοι ἔπρεπε νὰ ἐκδηλώνουν θέλοντας καὶ μὴ σεβασμὸ καὶ τιμή. Ἦταν βέβαια εἰδωλολάτρης. Ἦταν ὅμως μιὰ ὑπέροχη ψυχή ποὺ κάθε κίνησή της προκαλεῖ τὸ θαυμασμό, μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ ἔκπληξη σὲ ἔκπληξη. Γι' αὐτὸ ἀξίζει νὰ τὴν προσεγγίσουμε περισσότερο.
Ὁ Ἑκατόνταρχος πλησιάζει τὸν Κύριο μὲ σεβασμὸ καὶ τὸν παρακαλεῖ θερμὰ νὰ θεραπεύσει ἕναν παράλυτο δοῦλο του, ὁ ὁποῖος ὑποφέρει φοβερά. Δὲν προλαβαίνει ὅμως καλὰ - καλὰ νὰ διατυπώσει τὸ αἴτημά του, καὶ ὁ Κύριος δείχνει μιὰ πρωτοφανῆ προθυμία νὰ τοῦ τὸ ἱκανοποιήσει. Ἐγὼ ὁ ἴδιος θὰ ἔλθω στὸ σπίτι σου καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω, τοῦ λέει.
Θὰ περιμέναμε ἴσως νὰ δοῦμε ἕνα χαμόγελο χαρᾶς στὸ πρόσωπο τοῦ Ρωμαίου ἀξιωματικοῦ. Ἀντὶ γι' αὐτὸ διαπιστώνουμε ἕνα σύννεφο λύπης νὰ σκεπάζει τὴν μορφή του. Τί συμβαίνει ἄραγε; Μήπως θεωρεῖ πώς δὲν ταιριάζει στὴν ὑψηλὴ κοινωνική του θέση νὰ ἐπισκεφθεῖ ἕνας Ἑβραῖος προφήτης — ὅπως θεωροῦνταν ἀπό τούς πολλοὺς ὁ Κύριος — τὸ πλούσιο σπίτι του; Ὄχι, βέβαια. Ἡ ὑπέροχη αὐτὴ ψυχὴ ἀλλοῦ ἔχει τοὺς δισταγμούς της: «Κύριε», τοῦ λέει, «οὐκ εἰμί ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς». Δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ ἔλθεις στὸ σπίτι μου, νὰ μπεῖς κάτω ἀπὸ τὴ στέγη τοῦ σπιτιοῦ μου!
«Οὐκ εἰμί ἱκανὸς»! Δὲν εἶμαι ἄξιος. Μιὰ φράση ποὺ ἔγινε ἀπὸ τότε προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Διότι δείχνει σαφῶς ὅτι ὁ μοναδικὸς τρόπος, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ δεχθεῖ τὸ Θεό, εἶναι ἀκριβῶς ἡ βαθειὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ ἀναξιότητός του. Ἐκεῖνο δηλαδὴ τὸ ὁποῖο μὲ μιὰ λέξη ὀνομάζουμε ταπείνωση.
Ταπείνωση εἶναι νὰ γίνεται κανεὶς χῶμα, πού τὸ πατᾶμε ὅλοι καὶ πετᾶμε σ' αὐτό ὅ,τι ἄχρηστο ἔχουμε. Νὰ εἶναι σὰν τὴ γῆ ποὺ τὰ δέχεται ὅλα καί δὲν διαμαρτύρεται ποτὲ. Εὐλογημένη ἀρετή. Εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Ὅπως τὸ λέει πολὺ ὡραῖα ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος: «Θεμέλιός ἐστι τῆς καθ' ἡμᾶς φιλοσοφίας ἡ ταπεινοφροσύνη». Τὸ θεμέλιο, λέει, πάνω στὸ ὁποῖο στηρίζεται ἡ δική μας φιλοσοφία, ἡ χριστιανική μας δηλαδὴ πίστη, εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἐπάνω σ' αὐτὴν ὀφείλει ἀσφαλῶς νὰ στηρίζεται καὶ ὅλο τὸ οἰκοδόμημα τῶν ἀρετῶν τοῦ κάθε πιστοῦ. Διότι διαφορετικὰ,χωρὶς ταπείνωση, χτίζει κανεὶς ἐπάνω στὴν ἄμμο.
Νὰ συναισθανόμαστε ἑπομένως, ἀδελφοί, ὅλοι μας τὴν ἁμαρτωλότητά μας. Νὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Νὰ ἔχουμε τὸν ἑαυτό μας χειρότερο ἀπὸ ὅλους. Νὰ νιώθουμε βαθιὰ πὼς εἴμαστε ἀνάξιοι νὰ δεχθοῦμε τὸ Θεό, τὸν Ἅγιο τῶν Ἁγίων. Ἀνάξιοι. Δὲν εἶναι μιὰ ψευδαίσθηση αὐτό. Ὄχι! Εἶναι ἀπόλυτη πραγματικότητα. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀνάξιοι. Ὅ,τι καλὸ ἔχουμε εἶναι ἔργο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Δικές μας εἶναι μόνο οἱ ἁμαρτίες μας. Συνεπῶς, νὰ ταπεινοφρονοῦμε. Καὶ ὅταν πλησιάζουμε νὰ κοινωνήσουμε, αὐτό νὰ συναισθανόμαστε καὶ νὰ λέμε: «Κύριε, οὐκ εἰμί ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς».
Ἀπὸ ἔκπληξη σὲ ἔκπληξη μᾶς ὁδηγεῖ στή συνέχεια τὸ ἱερὸ κείμενο. Διότι ὁ Ἑκατόνταρχος τῆς Καπερναούμ ἀντέδρασε μὲν ἀπὸ ταπείνωση στὴν προθυμία τοῦ Κυρίου νὰ πάει στὸ σπίτι του, δὲν στάθηκε ὅμως στὴν ἄρνηση. Τὰ ἀμέσως ἑπόμενα λόγια του ὑπῆρξαν ἀκόμη ἐκπληκτικότερα. Δὲν εἶμαι ἄξιος, Κύριε, νὰ ἔλθεις στὸ σπίτι μου, εἶχε πεῖ, καὶ τώρα συμπληρώνει: «ἀλλά μόνον εἰπέ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου»· πὲς μόνο ἕνα λόγο καὶ ὁ δοῦλος μου θά γίνει καλά. Καὶ συνεχίζει: Δὲν εἶναι δύσκολο αὐτό γιὰ Σένα. Ἀφοῦ κι ἐγώ, ποὺ ἐξουσιάζω κάποιους στρατιῶτες, λέω στὸν ἕνα πήγαινε ἐκεῖ, καὶ πηγαίνει· καὶ στὸν ἄλλον ἔλα ἐδῶ, καὶ ἔρχεται. Πολὺ περισσότερο θὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ δική Σου ἐντολή.
Ἔκθαμβος ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση τοῦ Ἑκατόνταρχου εἶπε στὰ πλήθη ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν:- Ἀλήθεια σᾶς λέω ὅτι οὔτε μεταξὺ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ δὲν βρῆκα τόσο μεγάλη πίστη. Σᾶς βεβαιώνω ὅτι πολλοὶ σὰν τὸν Ἑκατόνταρχο θὰ ἔλθουν ἀπὸ ἀνατολὴ καὶ δύση, ἀπὸ ὅλο δηλαδὴ τὸν κόσμο, καὶ θὰ ἀπολαύσουν τὴν Οὐράνια Βασιλεία μαζὶ μὲ τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαάκ καὶ τὸν Ἰακώβ, ἐνῶ «οἱ υἱοὶ τῆς βασιλείας», οἱ Ἑβραῖοι, στοὺς ὁποίους εἶχαν δοθεῖ οἱ ὑποσχέσεις ὅτι θὰ τὴν κληρονομήσουν, θὰ πεταχθοῦν ἔξω στὸ σκοτάδι, στὴν φρίκη τῆς κολάσεως. Καὶ τέλος, στρεφόμενος πρὸς τὸν Ἑκατόνταρχο, συμπληρώνει: -Πήγαινε στὸ σπίτι σου καὶ ἂς γίνει σύμφωνα μὲ τὴν πίστη σου. Καὶ πράγματι, τὴν ἴδια ἐκείνη ὥρα ὁ δοῦλος τοῦ Ἑκατόνταρχου ἔγινε καλά.
Μᾶς ἐκπλήττει ἀσφαλῶς καὶ ἐμᾶς ἡ μεγάλη πίστη τοῦ Ἑκατόνταρχου. Ἀλλὰ ἡ μεγίστη, ἡ τελευταία ἔκπληξή μας δὲν εἶναι αὐτή. Εἶναι ἐκείνη ἡ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου ὅτι «οἱ υἱοὶ τῆς βασιλείας» διατρέχουν τὸν κίνδυνο νὰ πεταχθοῦν «εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον». Θὰ εἶναι κάτι τρομερό! Οἱ υἱοὶ τῆς βασιλείας νὰ βυθίζονται στὸ σκοτάδι. Υἱοί τῆς Βασιλείας ὑπῆρξαν τότε οἱ Ἑβραῖοι. Σήμερα ὅμως «υἱοὶ τῆς βασιλείας» εἴμαστε ἐμεῖς οἱ πιστοὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», οἱ μυρωμένοι μὲ τὸ Βασιλικὸ Χρίσμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἐμεῖς λοιπὸν χρειάζεται νὰ προσέξουμε. Διότι ἐμεῖς κινδυνεύουμε. Λάβαμε προνόμια πολλά. Καὶ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς δόθηκε πλούσια. Σάν ποτάμι ἔχει πλημμυρίσει τὴ ζωή μας. Λοιπόν, ποιὸ εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα; Ἂς μὴν ζοῦμε μὲ ψέματα. Ἂν δὲν ὑπάρξουν καρποὶ ἀνάλογοι, πρόσωπο Θεοῦ δὲν βλέπουμε. Μᾶς περιμένει τὸ μαῦρο σκοτάδι. Ὁ Κύριος δὲν ἔλεγε λόγια ἁπλῶς γιὰ ἐντύπωση. Ἡ προειδοποίησή Του εἶναι σαφής: «Οἱ υἱοί τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον».
Γνωρίζουμε τί πρέπει νὰ κάνουμε, ἀδελφοί. Ὁ Ἑκατόνταρχος μὲ τὴν ταπείνωσή του, μὲ τὴ μεγάλη του πίστη μᾶς ἔδειξε τὸ δρόμο: Πίστη καὶ ταπείνωση. Νὰ πλησιάζουμε τὸν Κύριο μὲ πίστη μεγάλη, φλογερή, ἀκλόνητη. Ἀλλὰ καὶ μὲ ταπείνωση βαθειά, μὲ τὴ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καὶ ἀναξιότητός μας. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο νὰ τὸ προσέξουμε ὅλοι μας πολύ. Γιατί ὅλα τὰ ἀδύνατα μπορεῖ ἴσως κάποτε νὰ συμβοῦν, καὶ ὁ ἥλιος νὰ ἀνατείλει μιὰ μέρα ἀπὸ τὴ δύση· ὁ ὑπερήφανος ὅμως ἄνθρωπος νὰ εἰσέλθει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτό ἀπολύτως ἀποκλείεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου