ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (Ἰω. 12, 1-18)

(Ἰω. 12, 1-18)

Ἡ ἀ­νά­στα­ση τοῦ Λα­ζά­ρου ἀ­πο­τε­λεῖ τὴν ἀ­πό­δει­ξη καὶ τὸ προ­α­νά­κρου­σμα καὶ τῆς δι­κῆς μας ἀ­νά­στα­σης. Εἶναι ἡ πι­στο­ποί­η­ση τῆς νί­κης τοῦ Χρι­στοῦ κα­τὰ τοῦ ἔ­σχα­του ἐ­χθροῦ τοῦ ἀν­θρώ­που, δη­λα­δὴ τοῦ θα­νά­του. Τὸ θαῦ­μα τῆς ἔ­γερ­σης τοῦ τε­ταρ­ταί­ου Λα­ζά­ρου ἄ­φη­σε εὐ­γνώ­μο­νες τὶς ἀ­δελ­φές του καὶ πα­ράλ­λη­λα κα­τέ­πλη­ξε τὰ πλή­θη τῶν Ἑ­βραί­ων. Οἱ μὲν ἀ­δελ­φὲς Μάρ­θα καὶ Μα­ρί­α, ὅ­ταν ὁ Χρι­στὸς ἐ­πι­σκέ­φθη­κε τὴ Βη­θα­νί­α, πα­ρέ­θε­σαν τρά­πε­ζα, στὴν ὁ­ποί­α ὑ­πη­ρε­τοῦ­σαν τὸν εὐ­ερ­γέ­τη τους. Ἡ Μα­ρί­α μά­λι­στα ἄ­λει­ψε τοὺς πό­δας τοῦ Χρι­στοῦ μὲ μύ­ρο «νάρδου πιστικῆς πολυτίμου», ἐ­πι­δει­κνύ­ον­τας ὄ­χι μό­νο τὴν εὐ­γνω­μο­σύ­νη της, ἀλ­λὰ προ­ε­τοι­μά­ζον­τας ταυ­τό­χρο­να τὸν Κύ­ρι­ο γιὰ τὴν τα­φή του.


Ὁ δὲ ὄ­χλος ὅ­ταν ἔ­μα­θε ὅ­τι ὁ Χρι­στὸς βρι­σκό­ταν στὸ σπί­τι τοῦ Λα­ζά­ρου ἔ­σπευ­σε ἀ­πὸ πε­ρι­έρ­γει­α γιὰ νὰ δεῖ τὸ πα­ρά­δο­ξο. Νὰ πε­ρι­ερ­γα­στεῖ μὲ ἄλλα λόγια τό­σο τὸν Χριστό, ὁ ὁ­ποῖ­ος θαυ­μα­τούρ­γη­σε, ὅ­σο καὶ τὸν Λά­ζα­ρο, ποὺ ἀ­να­στή­θη­κε ἐκ νε­κρῶν. Τὴν ἴ­δια πε­ρι­έρ­γει­α ἐκ­δη­λώ­νουν καὶ τὰ πλή­θη τὴν ἑ­πό­με­νη μέ­ρα. Ὅ­ταν δη­λα­δὴ μα­θαί­νουν ὅ­τι ὁ Χρι­στὸς πρό­κει­ται νὰ ἀ­νέ­βει στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα γιὰ τὴ γιο­ρτὴ τοῦ Πά­σχα, βγῆ­καν γιὰ νὰ τὸν προ­ϋ­παν­τή­σουν βα­στά­ζον­τες κλά­δους φοι­νί­κων.

Ἡ ὑ­πο­δο­χὴ ἦ­ταν με­γα­λει­ώ­δης καὶ τὰ πλήθη φώ­να­ζαν: «ὡ­σαν­νά, εὐ­λο­γη­μέ­νος ὁ ἐρ­χό­με­νος ἐν ὀ­νό­μα­τι Κυ­ρί­ου, βα­σι­λεὺς τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ». Ὁ Κύ­ρι­ος ὅμως, πα­ρέ­μει­νε ἤ­ρε­μος καὶ εἰ­σῆλ­θε στὴν πό­λη «κα­θή­με­νος ἐ­πὶ πῶ­λον ὄ­νου». Ἔ­τσι ἀ­πεδεί­κνυ­ε ὄ­χι μό­νο τὴν τα­πεί­νω­σή του, ἀλ­λὰ καὶ τὸ μά­ται­ο καὶ ἐ­πι­φα­νει­α­κὸ τῶν ἐκ­δη­λώ­σε­ων τοῦ πλή­θους. Γνώ­ρι­ζε ὁ Κύ­ρι­ος ὅ­τι ἡ ὑ­πο­δο­χὴ δὲν γι­νό­ταν δι­ό­τι ὅ­λοι ἐ­κεῖ­νοι πί­στευ­αν στὸ ὅ­τι ἦ­ταν ὁ Υἱ­ὸς τοῦ Θε­οῦ, ὁ λυ­τρω­τὴς τοῦ κό­σμου, ἀλλὰ μόνο ἐπειδὴ εἶ­χαν ἐν­θου­σι­α­στεῖ ἀ­πὸ τὸ θαυ­μα­στὸ γε­γο­νὸς τῆς ἀ­νά­στα­σης τοῦ Λα­ζά­ρου καὶ ἔτσι ἐ­ξε­δή­λω­ναν ἕ­ναν πα­ρο­δι­κὸ ἐν­θου­σι­α­σμό: «διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον». Ὁ ἴ­διος ὁ Θε­ὸς εἶ­χε ὁ­μι­λή­σει δι­ὰ τοῦ στό­μα­τος τοῦ προ­φή­τη Ἠ­σα­ΐ­α καὶ εἶχε πεῖ: «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος τῷ στόματι αὐτῶν καὶ τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδίᾳ αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ᾽ ἐμοῦ». Τὸ μὴ γνήσιο τῶν ἐκδηλώσεων τοῦ πλήθους καὶ ἡ ἀπουσία πίστης πρὸς τὸν Χριστὸ ἀποδείχθηκε λίγες μέρες ἀργότερα, ὅταν οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, οἱ τόσο ἐνθουσιώδεις κατὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου, ἄλλαξαν τὴ στάση τους καὶ φώναζαν «ἆρον, ἆρον, σταύρωσον αὐτόν», ζητῶντας τὸν θάνατό του.

Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ Χριστιανοὶ ἂς μὴν ἐνθουσιαστοῦμε κατὰ τὸν ἐπιφανειακὸ αὐτὸ τρόπο. Ὁ ἐρχόμενος εἶναι ὁ θεάνθρωπος Χριστός, ὁ πρᾶος Κύριος, ὁ ποιμένας ὁ καλὸς καὶ ἀγαθός, ὁ ὁποῖος θύεται προθύμως γιὰ νὰ σώσει τὸν πλανηθέντα ἄνθρωπο καὶ νὰ ἁγιάσει τὸν κόσμο.

Γι᾽ αὐτό, εἰσερχόμενοι εἰς τὸ τελευταῖο στάδιο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, δηλαδὴ τὴ Μ. Ἑβδομάδα, ἂς τὸν ὑποδεχθοῦμε ὀρθῶς, μὲ τρόπο ποὺ ἁρμόζει στὰ ὑπερφυῆ γεγονότα, τὰ ὁποῖα λαμβάνουν χώρα. Τὴν ἴδια στιγμὴ ἂς προσέξουμε νὰ ἀποφύγουμε κάποιες κακὲς συνήθειες, οἱ ὁποῖες προφανῶς ἀπὸ παρανόηση ἢ καὶ μὴ ἐπαρκῆ γνώση τῶν γεγονότων τῆς Μ. Ἑβδομάδας, κατήντησαν νὰ περιβληθοῦν τὸν μανδύα τοῦ ἐθίμου. Οἱ κακὲς αὐτὲς συνήθειες, ὅπως εἶναι ἡ χρήση τῶν κροτίδων, ὄχι μόνο ἀδικοῦν τὰ γεγονότα ποὺ διαδραματίζονται κατὰ τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ἀποδεικνύονται καὶ ἐπικίνδυνες γιὰ τὴ σωματικὴ ἀκεραιότητα ὅσων τὶς χρησιμοποιοῦν. Ὁ θόρυβος καὶ οἱ ἐκρήξεις καὶ ἡ φασαρία ποὺ προκαλοῦν οἱ κροτίδες καὶ τὰ ἄλλα παρόμοια κατασκευάσματα ποὺ χρησιμοποιοῦνται τὶς μέρες τῆς Μ. Ἑβδομάδας δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸ μυστήριο τῆς ταπείνωσης, τοῦ σταυροῦ, τῆς ταφῆς καὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ὅλα τοῦτα τὰ γεγονότα καὶ δὴ ἡ ἀνάσταση, ἀποτελοῦν μυστήριο σιγῆς καὶ σιωπῆς. Ὁ Κύριος κατῆλθε «ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» καὶ ἀναστήθηκε χωρὶς κανεὶς νὰ δεῖ ἢ νὰ ἀκούσει ἢ νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ παραμικρό. Ὁ σεισμὸς ποὺ ἔγινε καὶ ἀπεκυλίσθη ὁ λίθος ἀπὸ τὸ μνημεῖο δὲν ἔγινε, συνοδεύοντας τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, οὔτε γιὰ νὰ βγεῖ ἔξω ὁ ἀναστηθείς, ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ δοῦν καὶ ἄρα νὰ πειστοῦν οἱ μυροφόρες τὴν ἤδη γενομένη ἀνάσταση. Τούτη ἡ ἀλήθεια ἀποτυπώνεται στὴν ὑμνογραφία τῆς ἀναστάσιμης περιόδου: «Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος, ἡ ζωὴ ἀνέτειλας, Χριστὲ ὁ Θεός...»˙ «...οὐκ ᾒσθοντο πότε ἀνέστης οἱ φυλάσσοντές σε στρατιῶται»˙ «Κύριε, ὥσπερ ἐξῆλθες ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου...». Τὸ νὰ χρησιμοποιοῦνται λοιπὸν κροτίδες γιὰ νὰ δηλωθεῖ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀνάστασης εἶναι ἱστορικὸ σφάλμα καὶ θεολογικὴ ἀνακρίβεια.

Αὐτὸ ποὺ τελικὰ ἀπαιτεῖται γιὰ νὰ τιμήσουμε τὴν ἑορτὴ ὀρθὰ εἶναι νὰ  ἐπιδείξουμε φιλότιμο γιὰ ὅλα ὅσα μᾶς δωρήθηκαν διὰ τοῦ πάθους καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου καὶ ἡ κατάλυση τῆς ἐξουσίας τοῦ διαβόλου. Καὶ αὐτὸ γίνεται μὲ γνήσια ἐκκλησιαστικὴ ζωή, δηλαδὴ ἐλεημοσύνη, ἐπιείκεια, συγχωρητικότητα, πραότητα, εὐτονώτερη προσευχή, εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση καὶ ἄσκηση - ἐγκράτεια. Ἔτσι θὰ καταντήσουμε ἐπάξια στὴν κυριώνυμη ἡμέρα τῆς ἀνάστασης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου