Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής Ζ΄ Ματθαίου,
του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
Η θεραπεία των Τυφλών και του Κωφού (Ματθ. 9, 27-35)
Θαύματα: Ὁδηγοί πρός τόν Χριστό
Ἤλθαμε στήν Ἐκκλησία γιά νά δείξομε στόν Χριστό ὅτι θέλομε νά εἴμαστε δικοί του.
Ἤλθαμε ἀκόμη γιά νά ἀκούσομε κάτι περισσότερο ἀπό τό λόγο καί τήν διδασκαλία του καί νά ὠφεληθοῦμε. Νά μπορέσομε νά κατανοήσομε καλύτερα τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Νά ἀγαπήσομε πιό πολύ τόν Χριστό. Καί νά ἀποκτήσομε διάθεση, δύναμη καί ὄρεξη νά κάνομε κάτι περισσότερο, γιά τό καλό τό δικό μας καί τῶν ἄλλων ἀδελφῶν μας.
Ὁ Χριστός, ἀκούσαμε στό εὐαγγέλιο, μπῆκε σέ μιά μικρή πόλη καί ἐκεῖ τόν ἀκολούθησαν δύο τυφλοί. Ἐπεσήμαναν τό σπίτι πού μπῆκε καί κήρυττε καί χωρίς δισταγμό, βρέθηκαν μπροστά του καί φώναζαν:
-Ἐλέησέ μας Κύριε!
-Τί θέλετε νά σᾶς κάνω; Τούς ρώτησε.
-Νά δοῦμε· νά ἀνοίξουν τά μάτια μας.
-Τό πιστεύετε ὅτι μπορῶ νά τό κάνω;
-Ναί, Κύριε, τό πιστεύομε.
Καί ὁ Χριστός τούς εἶπε:
-Νά γίνει ὅπως τό πιστεύετε.
Καί ἀμέσως ἄνοιξαν τά μάτια τους, ἔβλεπαν καλά καί δόξαζαν τόν Θεό.
Ὁ Χριστός τούς παρήγγειλε:
-Μή τό πεῖτε κανενός.
Ἀλλά πού νά τό κρατήσουν μυστικό μέσα τους. Βγῆκαν καί τό διαλάλησαν σέ ὅλο τόν κόσμο. Πῶς νά τό ἔκρυβαν ἀφοῦ ὅλος ὁ κόσμος τούς ἤξερε ὅτι ἦταν τυφλοί;
Στή συνέχεια ἔγινε ἕνα ἄλλο θαῦμα. Τοῦ πῆγαν καί ἕνα δαιμονισμένο πού ἦταν κουφός καί ἄλαλος. Ὁ Χριστός διάταξε τό δαιμόνιο νά φύγει ἀπό τόν ἄνθρωπο καί ὅταν βγῆκε τό δαιμόνιο, ἄρχισε ὁ κουφός νά μιλάει.
Δύο παράξενα θαύματα πού μᾶς λένε τί;
Κάποια πράγματα, ἀδύνατα γιά μᾶς -νά δεῖ ὁ τυφλός, νά ἀκούσει ὁ κουφός καί νά βγεῖ ἀπό ἄνθρωπο δαιμόνιο- εἶναι εὔκολα γιά τόν Θεό. Ἐμεῖς, ἀπό μόνοι μας, μέ τήν δική μας δύναμη, εἴμαστε παίγνια στά χέρια τοῦ διαβόλου.
Δηλαδή τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ μᾶς λένε ὅτι ἐκεῖνος πού τά ἔκανε, δέν ἦταν ἀπό τόν κόσμο αὐτό.
Τό ἅγιο Εὐαγγέλιο τό δηλώνει, ὅτι ὅσα γράφονται σ’ αὐτό, εἶναι γιά νά καταλάβομε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ.
Ὀκτακόσια χρόνια παλαιότερα φώναζε ὁ προφήτης Ἡσαΐας:
-Ὅταν θά ρθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, θά βλέπουν οἱ τυφλοί, θά ἀκοῦνε οἱ κουφοί, θά περπατᾶνε οἱ παράλυτοι, καί θά ἀνασταίνονται οἱ νεκροί.
Ποιός τά κάνει αὐτά;
Ὁ Θεός. Καί ὁ Υἱός του πού ἦλθε στόν κόσμο.
Γιατί γίνονται;
Γιά νά ἀνοίξουν τά μάτια μας, νά βλέπομε ὄχι μόνο τά δένδρα, τά σπίτια, τό σύμπαν, ὁ ἕνας τόν ἄλλο, ἀλλά νά βλέπομε τό ἔργο καί τό πρόγραμμα τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία μας. Καί νά ἀνοίξουν τά ἀφτιά μας, νά θέλομε νά ἀκοῦμε ὄχι μόνο τραγούδια καί τηλεόραση, ἀλλά νά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀσφαλής πορεία
Εἶχαν γράψει γιά ἕνα δρόμο:
Αὐτός ὁ δρόμος, πού τόν βλέπετε καί περπατᾶτε πάνω του, γιά νά βρεθεῖτε στό τάδε μέρος, μικρό πράγμα εἶναι. Ὑπάρχει ἕνας ἄλλος δρόμος, πού μᾶς ὁδηγεῖ στό Θεό. Καλότυχος ἐκεῖνος πού ἔχει ἀνοιχτά τά μάτια του, γιά νά βλέπει τόν Θεό σάν σωτήρα. Ἀξιολύπητος καί ταλαίπωρος ὁ ἄνθρωπος πού δέν παίρνει τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν Χριστό, ἀλλά βαδίζει τά μονοπάτια τοῦ κόσμου. Κάθε του βῆμα καί κάθε του πάτημα, εἶναι παραπάτημα. Πέφτει στό σκοτάδι καί χτυπάει.
Χίλιες φορές σπουδαιότερος, ἁγιώτερος καί ὠφελιμότερος εἶναι ὁ δρόμος πού ὅταν τόν ἀκολουθοῦμε μᾶς βγάζει κοντά στόν Χριστό καί στή Βασιλεία του.
Αὐτό εἶναι τό μήνυμα καί τῶν δύο θαυμάτων πού ἔκανε ὁ Χριστός.
Μακάριος ἐκεῖνος πού ἀνοίγει τά μάτια του νά βλέπει τόν Χριστό καί τόν δρόμο του. Καί περπατᾶ μέ σίγουρα βήματα καί σταθερή καρδιά αὐτό τόν δρόμο. Καί μακάριος ἐκεῖνος πού ἔχει ἀφτιά καί ἀκούει καί θέλει νά ἀκούει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιά νά φωτίζεται ἡ διάνοιά του, νά γλυκαίνει καί νά μαλακώνει ἡ καρδιά του καί νά ἀνοίγει ἡ διάθεσή του νά κάνει ὅτι καλύτερο μπορεῖ γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Πορεία πρός τά ἄνω
Δηλαδή τί καλύτερο μποροῦμε νά κάνομε γιά τήν ψυχή μας; Τό ὅτι βρισκόμαστε τώρα στό Ναό τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κάτι τό μεγάλο;
Ὁπωσδήποτε εἶναι πολύ καλή ἡ συνήθεια νά εἴμαστε κάθε Κυριακή στήν Ἐκκλησία... Καί μακάρι ὁ Θεός νά πολλαπλασιάζει κάθε τί καλό πού κάνομε.
Διαβάζομε ὅμως στό εὐαγγέλιο, δυό ἅγια παιδιά, ἀπό τούς ἐξαιρετικούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, ἔβαλαν τήν μάνα τους νά πεῖ στόν Χριστό:
-Κύριε, ὅταν θά ἐγκαταστήσεις τήν Βασιλεία σου, διάταξε οἱ γυιοί μου νά καθίσουν δίπλα σου. Ἕνας στά δεξιά σου καί ἕνας στά ἀριστερά σου.
Ὁ Χριστός ἀπάντησε:
-Δέν ξέρετε τί σᾶς γίνεται καί τί θέλετε.
Τί ἔλεγε ὁ Θεός μέ τά λόγια του αὐτά;
Καλοί ἦταν οἱ δυό μαθητές! Κοντά του ἦταν, ἀπόστολοι ἦταν, ὅμως ἔκαναν λάθος ἀξιολόγηση. Τί περίμεναν γιά καλύτερο; Μιά μεγάλη θέση στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Συνέχισε ὁ Χριστός:
-Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ξέχασε τήν θέση του στόν οὐρανό δίπλα στόν Πατέρα του, ἦλθε στή γῆ, ἔγινε δοῦλος καί θά σταυρωθῆ γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου. Αὐτός πίνει ἕνα ποτήρι γιά τήν σωτηρία κάθε ἀνθρώπου. Εἴσαστε πρόθυμοι νά τό πιεῖτε καί σεῖς, γιά νά δείξετε ὅτι μπορεῖτε νά εἴσαστε ἀληθινοί μαθητές μου;
-Θά τό πιοῦμε. Ὅτι καί νά μᾶς πεῖς θά τό κάνομε.
Τούς ἀπάντησε ὁ Χριστός:
-Τό ποτήριο θά τό πιεῖτε. Καί ὅπως τό λέτε τώρα, θά γίνετε θυσία γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου· ὅπως πραγματικά ἔγιναν ὅλοι οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι. Μά νά τό ξέρετε στά δεξιά καί στά ἀριστερά δέν θά καθίσετε. Δέν ψάχνομε μέσα στό χῶρο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ γιά καρριέρα.
Τί λέει στούς ἀποστόλους του ὁ Χριστός;
Καλά βλέπετε, ἀλλά πρέπει νά δεῖτε λίγο καλύτερα.
Καί ἄν αὐτοί οἱ δύο, πρότυπα θυσίας, ἁγιότητας, εὐλάβειας καί καθαρότητας μέσα στό εὐαγγέλιο, εἶχαν «κάτι» πού τούς φρέναρε πνευματικά, τί νά ποῦμε ὅλοι μας γιά τήν τόση σαβούρα πού ἔχομε μέσα μας; Πόσα ἔχομε ἀνάγκη νά ξεδιαλύνομε γιά νά βλέπομε καθαρότερα τόν δρόμο πρός τόν Χριστό; Καί νά τόν βαδίζομε μέ περισσότερη διάθεση, μέ περισσότερη ἀποφασιστικότητα, πιό σταθερά καί πιό ἀμετακίνητα.
Πόσο πρέπει νά φροντίζομε νά ἀνοίγομε τ’ ἀφτιά μας, ὅπως ἄνοιξαν τοῦ κουφοῦ, ὄχι μόνο γιά νά ἀκοῦνε ἤχους ἀλλά τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί μέσα ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ νά φωτίζεται τό μυαλό μας, γιά νά βλέπομε τί πρέπει νά κάνομε ὁ καθένας μας. Ὅπως εἴπαμε, μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε. Νά ἁγιάζει ὁ Θεός τήν καρδιά μας καί νά θέλει συνεχῶς κάτι καλύτερο. Γιατί ἀκόμη ὑστεροῦμε, δέν εἴμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅπως πρέπει.
Ὄχι μετριότητες
Κάποια φορά, βρέθηκε μπροστά στόν Χριστό ἕνας τυφλός. Ὁ Χριστός τόν λυπήθηκε. Ἅπλωσε τά δάχτυλα του, τά ἀκούμπησε πάνω στά μάτια του καί τόν ρώτησε ἄν βλέπει τίποτε. Τοῦ ἀπάντησε:
-Βλέπω τούς ἀνθρώπους σάν δένδρα.
Θά λέγαμε σήμερα ἀπόκτησε ὅραση 10%. Κάτι λίγο. Μπορεῖς νά διαβάσεις; Νά κάνεις λεπτοδουλειά;
-Ὄχι.
-Εἶναι ἀρκετή ἡ ὅραση αὐτή;
-Κάτι εἶναι, ἀλλά ἀνεπαρκής.
Ἅπλωσε δεύτερη φορά ὁ Χριστός τά δάχτυλα του στά μάτια τους καί τά εὐλόγησε πάλι. Καί ἄνοιξαν καί τά ἔβλεπαν ὅλα καθαρά.
Αὐτό ἔχομε καί ἐμεῖς ἀνάγκη. Μιά δεύτερη παρέμβαση τῆς χάρης τοῦ Χριστοῦ γιά νά φωτισθοῦν πιό πολύ τά μάτια μας καί νά ἀκούσουν πιό καθαρά τά ἀφτιά μας.
Τό προσπαθοῦμε;
Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι Ἰάκωβος καί Ἰωάννης τό προσπαθοῦσαν. Καμιά φορά ζητοῦσαν πράγματα ἐπιβλαβή. Ὅμως ἔλεγαν: «Φώτισέ μας Χριστέ μου νά βλέπομε καί νά ποθοῦμε ἐκεῖνα πού πρέπει καί ὄχι ἐκεῖνα πού μᾶς ἀρέσουν. Ἐπειδή ἐκεῖνα πού μᾶς ἀρέσουν, μᾶς εἶναι συνήθως ἐπιζήμια».
Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:
«Τίποτε δέν μᾶς φωτίζει καί δέν μᾶς βοηθάει τόσο πολύ νά πάρομε σωστά τό δρόμο γιά τήν Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ὅσο τό νά βρισκόμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅταν εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος, ὅλο καί καλύτερα πηγαίνομε. Φωτιζόμαστε καί ἀπό τίς εἰκόνες πού βλέπομε καί ἀπό τά λόγια πού ἀκοῦμε. Ἀκόμη βλέποντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο, ἐνθυμούμαστε τά καλά καί τά λάθη. Τά δικά μας λάθη καί τά καλά τῶν ἄλλων. Καί ἀνοίγει ἡ καρδιά μας.
Γι’ αὐτό, τό καλύτερο πράγμα πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος γιά νά προκόψει πνευματικά, εἶναι νά πηγαίνει τακτικά στήν Ἐκκλησία».
Ἡ πιό εὐάρεστη θυσία
Λέει ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος:
Ἡ μεγαλύτερη προσφορά πού μπορεῖ νά κάνει κάποιος στόν Χριστό εἶναι νά κάνει τή ζωή του «θυσίαν αἰνέσεως». Δηλαδή νά εἶναι ὁ ἴδιος εὐάρεστος στόν Χριστό καί ὅταν βρίσκεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὁ Χριστός νά τόν καμαρώνει. Ἐμεῖς βέβαια ὅταν βρισκόμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία δέν θά καμαρώνουμε τόν ἑαυτό μας· θά τόν ταπεινώνουμε. Καί θά σκεπτόμαστε ὅτι ἄν καταφέρομε νά ταπεινωθοῦμε λίγο, τότε, θά μᾶς καμαρώνει ὁ Χριστός.
Τί εἶναι ἡ «θυσία αἰνέσεως»;
Μιά θυσία ἔκφρασης εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης στόν εὐεργέτη μας Θεό.
Ποῦ τήν προσφέρω;
Παντοῦ καί ἰδίως στή «σκηνή του», στό σπίτι του, στήν Ἐκκλησία. Τί τοῦ προσφέρω μέσα στήν Ἐκκλησία;
Ἕνα ποταμό ἀνεξάντλητης εὐγνωμοσύνης.
-Σέ εὐχαριστῶ Θεέ μου, γιατί εἶμαι κοντά σου καί ἔρχομαι κοντά σου. Καί θέλω νά ἔρχομαι πιό πολύ κοντά σου. Σέ εὐχαριστῶ γιά τήν μεγάλη σου δόξα. Γιά τό ὅτι ἦλθες στόν κόσμο καί θυσιάστηκες γιά μᾶς.
Ὅλα στήν Ἐκκλησία μᾶς βοηθοῦν στήν πνευματική μας προκοπή, πού ὁ τέλειος βαθμός της εἶναι ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Τί ἄλλο κάνομε στήν Ἐκκλησία ἀπό τό νά δοξολογοῦμε τόν Θεό; Γιατί ἐκεῖ ὅλα μᾶς θυμίζουν τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί πῶς τήν βρίσκομε μέσα στήν Ἐκκλησία.
Εἴτε λοιπόν στέκω καί προσεύχομαι, εἴτε περιπατῶ πνευματικά ἤ σωματικά πρός τόν ναό τοῦ Θεοῦ, εἴτε τόν κοιτάζω καί σκέπτομαι συνεχῶς, τί εἶναι καί τί γίνεται μέσα ἐκεῖ, τόσο περισσότερο ἀνεβαίνω στό Θεό καί γεμίζει ἡ καρδιά μου ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη πρός τόν Κύριο. Γι’ αὐτό ἄς μάθω κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μου νά «τριγυρίζω» στήν Ἐκκλησία.
«Ἐκύκλωσα καί ἔθυσα ἐν τῇ σκηνῇ σου» (Ψαλμ. 26, 6).
-Κοίταξε Χριστέ μου, δέν μπορῶ νά ξεκολλήσω ἀπό τήν σκηνή σου. Βοήθησέ με, ὥστε οὔτε οἱ ἁμαρτίες, οὔτε οἱ ἡδονές τοῦ κόσμου νά μή μέ ἀπομακρύνουν ἀπό αὐτή. Ἦλθα καί τριγύρισα γύρω ἀπό τήν σκηνή σου.
Μετά μπῆκα μέσα καί ἔκανα τόν ἑαυτό μου, τήν καρδιά μου, τήν διάθεσή μου, τό μυαλό μου, τά λόγια μου, τίς σκέψεις μου, θυσία σέ σένα. Βοήθησέ με νά γίνω καλύτερος. Ἄκουσε Χριστέ μου τήν προσευχή μου καί εὐλόγησέ με.
Ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία γιά νά λατρεύσομε τόν Χριστό. Ἀλλά καί γιά νά πάρομε ὅλο καί περισσότερη εὐλογία καί χάρη.
Νά θυμόμαστε ὅτι ὁ Χριστός μέ τά θαύματά του, μᾶς δείχνει ὅτι ἦρθε ἡ Βασιλεία του καί μεῖς ὀφείλομε νά τήν ἀναζητοῦμε. Πῶς;
Ἀποκρυπτογραφώντας μέ τόν φωτισμό του τά λόγια του καί τά ἔργα του. Ὅλο καί περισσότερο. Ἀμήν.-
Διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στή Γραμμενίτσα 31/7/2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου