Κυριακὴ 5 Αὐγούστου, Ι´ Ματθαίου
(Ματθ. ιλ´ 14-23)
«Κύριε ἐλέησον» παρακαλεῖ, ἀδελφοί μου, γονυπετῶν ὁ ἄνθρωπος, ὁ πατέρας τῆς σημερινῆς
εὐαγγελικῆς περικοπῆς τὸν ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ καὶ θαρρεῖς
πὼς μὲ τὴν φράση του αὐτὴ ἐκφράζει τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ μὲ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τὴν
ἀναξιότητά του. Ὁ πονεμένος πατέρας ἐξηγεῖ στὸν Χριστὸ ὅτι τὸ παιδὶ του «κακῶς πάσχει» καὶ τὰ
πρακτικὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀσθένειας καὶ τῆς κρίσεως εἶναι νὰ κινδυνεύη ἢ νὰ καῆ ἢ νὰ πνιγῆ
«πολλάκις πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ».
Γιατί ἆραγε ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς ἐσιώπησε καὶ δὲν μᾶς ἀναφέρει καὶ τὰ λοιπὰ δεινὰ καὶ πάθη,
μὲ τὰ ὁποῖα τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα ἐβασάνιζε τὸν δυστυχῆ νέο τῆς εὐαγγελικῆς διηγήσεως;
Δυὸ εἶναι οἱ πηγὲς ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων: ὁ θυμὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία. Ὅποια ἁμαρτία καὶ νὰ
σκεφθῆς ἢ ἐκ τοῦ θυμοῦ ἢ ἐκ τῆς ἐπιθυμίας θὰ γεννηθοῦν. Ἡ φιλονικία, ἡ ἔχθρα, ἡ ἀσπλαγχνία, ἡ
συκοφαντία, ἡ βλασφημία καὶ τόσες ἄλλες κακίες πατέρα ἔχουν τὸ θυμό. Παιδιὰ δὲ τῆς ἐπιθυμίας
εἶναι ὁ φθόνος, ἡ μέθη, ἡ ἁρπαγή, ἡ ἀδικία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία καὶ τόσα ἄλλα ἔργα τοῦ σκότους.
Ὅποιον λοιπὸν ὑποδουλώση ὁ διάβολος, αὐτόν, ἄλλοτε μὲν τὸν βάλλει εἰς τὸ πῦρ, τὴ φωτιά, δηλαδὴ
τὸν ὁδηγεῖ στὰ φοβερὰ ἁμαρτήματα τοῦ θυμοῦ, καὶ ἄλλοτε στὸ ὕδωρ, δηλαδὴ στὰ παραπτώματα τῆς
κακῆς ἐπιθυμίας.
Ἐπίκαιρος ἐδῶ ὁ λόγος τοῦ ψαλμωδοῦ: «Ἡμέρας ὁ ἥλιος οὐ συγκαύσει σε, οὐδὲ ἡ σελήνη τὴν νύκτα»
(ψαλμ. 120-6) ὑπονοῶν διὰ τῆς συγκαύσεως τοῦ ἥλιου τὴν φλόγα τοῦ θυμοῦ καὶ μὲ τὴ νυχτερινὴ σελήνη
τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἡδονές. Ἀδελφοί μου, μετὰ τὸ πάθος καὶ τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Σωτῆρος,
τῶν δαιμόνων ἡ τυχὸν δύναμη ἐξαφανίσθηκε «νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου· νῦν ὁ ἄρχων τοῦ
κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω» ἔλεγε ὁ Δεσπότης τῶν ἁπάντων καὶ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου ποὺ
ἦταν «κεκλεισμένη» ἄνοιξε, τὸ στόμα τοῦ Ἅδη ἔκλεισε. Τί ἔμεινε εἰς τὸν πονηρό; Μόνο ἡ ἐξουσία νὰ
πειράζη. Γι ̓αὐτὸ ἔκτοτε «περιπατεῖ ὡς λέων ὠρυόμενος, ζητῶν τίνα καταπίῃ», ἀλλὰ οἱ μεθοδεῖες
του, οἱ παγίδες του, τὰ πεπυρωμένα βέλη του βρίσκουν ἀσπίδα ἀκαταμάχητη τὴν πίστη, τὴ νηστεία
καὶ τὴν προσευχή. Ἀρετὲς ποὺ ἀναδεικνύονται ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Πίστη σημαίνει θαῦμα.
«Ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως... οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν» διαβεβαιώνει ὁ Σωτήρας μας. Ἐνῶ
ἡ ἀπιστία σημαίνει διαστροφὴ καὶ περιπλάνηση μακριὰ ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας καὶ ἀδυναμία νὰ
ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν ἀσθένεια καὶ τὴν φθορά. Ἡ θερμὴ πίστη μεταβάλλει σὲ βέλη
νηπίων, τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ καὶ τὰ μεταμορφώνει σὲ δῶρα ψυχωφελῆ καὶ σωτήρια.
Ἀδελφοί μου, «τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἴμη ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Σαφὴς ὑπόμνηση
καὶ τοῦ Εὐαγγελίου ὑπόδειξη ὅτι ἡ ἀντιμετώπιση τῶν δαιμόνων ἀπαιτεῖ, πλὴν τῆς θερμῆς πίστεως,
τὴν πρωτότοκη θυγατέρα της, τὴν ἐκτενῆ προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, ποὺ εἶναι θεόσδοτος καὶ
θεοπαράδοτος. Ἡ νηστεία μαραίνει καὶ καταδαμάζει τὶς ἐπιθυμίες τῆς σαρκός, χαλιναγωγεῖ τὸ
σῶμα, καταστέλλει τὶς ἐπαναστάσεις του. Μὲ τὴν νηστεία βιώνουμε τὴν προπτωτικὴ κατάσταση,
τότε ποὺ ὁ Ἀδὰμ δὲν εἶχε παραβῆ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τὴν προσευχὴ ἀπολαμβάνουμε
τὴν «νηφάλιο μέθη». Μὲ τὴν θερμὴ προσευχή μας εἶναι δυνατὸν νὰ χριστοποιηθεῖ ὁ κόσμος, νὰ
ἀπελευθερωθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὴν ἀσθένεια, ἀφοῦ «πάντα ὅσα ἂν αἰτήσητε ἐν
τῇ προσευχῇ πιστεύοντες λήψεσθε». Προσ-ευχόμενοι· στὸν ὅποιο κίνδυνο μᾶς ἐπισκεφθῆ ἔχουμε
ἀσπίδα καὶ προστασία, στὴν ὅποια ἀσθένεια μᾶς βρῆ ἐνισχυμένη εἶναι ἡ ὑπομονή μας, στὶς τυχὸν
δυστυχίες καὶ θλίψεις βρίσκουμε τὴν δύναμη νὰ λέμε «Κύριε Ἐλέησον».
Ἡ προσευχὴ κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος εἶναι «σύστασις καὶ διατήρησις τοῦ κόσμου,
συμφιλίωσις μὲ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, συγχώρησις ἁμαρτημάτων, γέφυρα ποὺ σώζει ἀπὸ
τοὺς πειρασμούς, τεῖχος πού μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις, ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν
ἀρετῶν, πρόξενος τῶν χαρισμάτων, ἐμφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νοῦ, πέλεκυς
ποὺ χτυπᾶ τὴν ἀπόγνωση, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, μείωσις τοῦ θυμοῦ, καθρέπτης
τῆς πνευματικῆς προόδου». Ἀκόμη ἡ προσευχή, ἀγαπητοί μου, εἶναι «δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ
βῆμα τοῦ Κυρίου πρὶν ἀπὸ τὸ μελλοντικὸ βῆμα».
Ἡ νηστεία ἐπίσης εἶναι ὠφέλιμος λένε οἱ πατέρες γιὰ ὅσους «ποιοῦσιν αὐτήν». Ὄχι μόνον οἱ
δαίμονες δὲν τολμοῦν νὰ ἐπηρεάσουν ἢ νὰ πειράξουν τοὺς νηστεύοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ φύλακες τῆς
ζωῆς μας ἄγγελοι «φιλοπονώτερον παραμένουσι τοῖς διὰ νηστείας κεκαθαρμένοις».
Στῶμεν λοιπὸν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου, νηστεύοντες καὶ προσευχόμενοι, γιὰ νὰ μὴν
«εἰσέλθωμεν εἰς πειρασμόν».
(Ματθ. ιλ´ 14-23)
«Κύριε ἐλέησον» παρακαλεῖ, ἀδελφοί μου, γονυπετῶν ὁ ἄνθρωπος, ὁ πατέρας τῆς σημερινῆς
εὐαγγελικῆς περικοπῆς τὸν ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ καὶ θαρρεῖς
πὼς μὲ τὴν φράση του αὐτὴ ἐκφράζει τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ μὲ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τὴν
ἀναξιότητά του. Ὁ πονεμένος πατέρας ἐξηγεῖ στὸν Χριστὸ ὅτι τὸ παιδὶ του «κακῶς πάσχει» καὶ τὰ
πρακτικὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀσθένειας καὶ τῆς κρίσεως εἶναι νὰ κινδυνεύη ἢ νὰ καῆ ἢ νὰ πνιγῆ
«πολλάκις πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ».
Γιατί ἆραγε ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς ἐσιώπησε καὶ δὲν μᾶς ἀναφέρει καὶ τὰ λοιπὰ δεινὰ καὶ πάθη,
μὲ τὰ ὁποῖα τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα ἐβασάνιζε τὸν δυστυχῆ νέο τῆς εὐαγγελικῆς διηγήσεως;
Δυὸ εἶναι οἱ πηγὲς ὅλων τῶν ἁμαρτημάτων: ὁ θυμὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία. Ὅποια ἁμαρτία καὶ νὰ
σκεφθῆς ἢ ἐκ τοῦ θυμοῦ ἢ ἐκ τῆς ἐπιθυμίας θὰ γεννηθοῦν. Ἡ φιλονικία, ἡ ἔχθρα, ἡ ἀσπλαγχνία, ἡ
συκοφαντία, ἡ βλασφημία καὶ τόσες ἄλλες κακίες πατέρα ἔχουν τὸ θυμό. Παιδιὰ δὲ τῆς ἐπιθυμίας
εἶναι ὁ φθόνος, ἡ μέθη, ἡ ἁρπαγή, ἡ ἀδικία, ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία καὶ τόσα ἄλλα ἔργα τοῦ σκότους.
Ὅποιον λοιπὸν ὑποδουλώση ὁ διάβολος, αὐτόν, ἄλλοτε μὲν τὸν βάλλει εἰς τὸ πῦρ, τὴ φωτιά, δηλαδὴ
τὸν ὁδηγεῖ στὰ φοβερὰ ἁμαρτήματα τοῦ θυμοῦ, καὶ ἄλλοτε στὸ ὕδωρ, δηλαδὴ στὰ παραπτώματα τῆς
κακῆς ἐπιθυμίας.
Ἐπίκαιρος ἐδῶ ὁ λόγος τοῦ ψαλμωδοῦ: «Ἡμέρας ὁ ἥλιος οὐ συγκαύσει σε, οὐδὲ ἡ σελήνη τὴν νύκτα»
(ψαλμ. 120-6) ὑπονοῶν διὰ τῆς συγκαύσεως τοῦ ἥλιου τὴν φλόγα τοῦ θυμοῦ καὶ μὲ τὴ νυχτερινὴ σελήνη
τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἡδονές. Ἀδελφοί μου, μετὰ τὸ πάθος καὶ τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Σωτῆρος,
τῶν δαιμόνων ἡ τυχὸν δύναμη ἐξαφανίσθηκε «νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου· νῦν ὁ ἄρχων τοῦ
κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω» ἔλεγε ὁ Δεσπότης τῶν ἁπάντων καὶ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου ποὺ
ἦταν «κεκλεισμένη» ἄνοιξε, τὸ στόμα τοῦ Ἅδη ἔκλεισε. Τί ἔμεινε εἰς τὸν πονηρό; Μόνο ἡ ἐξουσία νὰ
πειράζη. Γι ̓αὐτὸ ἔκτοτε «περιπατεῖ ὡς λέων ὠρυόμενος, ζητῶν τίνα καταπίῃ», ἀλλὰ οἱ μεθοδεῖες
του, οἱ παγίδες του, τὰ πεπυρωμένα βέλη του βρίσκουν ἀσπίδα ἀκαταμάχητη τὴν πίστη, τὴ νηστεία
καὶ τὴν προσευχή. Ἀρετὲς ποὺ ἀναδεικνύονται ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Πίστη σημαίνει θαῦμα.
«Ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως... οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν» διαβεβαιώνει ὁ Σωτήρας μας. Ἐνῶ
ἡ ἀπιστία σημαίνει διαστροφὴ καὶ περιπλάνηση μακριὰ ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας καὶ ἀδυναμία νὰ
ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν ἀσθένεια καὶ τὴν φθορά. Ἡ θερμὴ πίστη μεταβάλλει σὲ βέλη
νηπίων, τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ καὶ τὰ μεταμορφώνει σὲ δῶρα ψυχωφελῆ καὶ σωτήρια.
Ἀδελφοί μου, «τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἴμη ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Σαφὴς ὑπόμνηση
καὶ τοῦ Εὐαγγελίου ὑπόδειξη ὅτι ἡ ἀντιμετώπιση τῶν δαιμόνων ἀπαιτεῖ, πλὴν τῆς θερμῆς πίστεως,
τὴν πρωτότοκη θυγατέρα της, τὴν ἐκτενῆ προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, ποὺ εἶναι θεόσδοτος καὶ
θεοπαράδοτος. Ἡ νηστεία μαραίνει καὶ καταδαμάζει τὶς ἐπιθυμίες τῆς σαρκός, χαλιναγωγεῖ τὸ
σῶμα, καταστέλλει τὶς ἐπαναστάσεις του. Μὲ τὴν νηστεία βιώνουμε τὴν προπτωτικὴ κατάσταση,
τότε ποὺ ὁ Ἀδὰμ δὲν εἶχε παραβῆ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ μὲ τὴν προσευχὴ ἀπολαμβάνουμε
τὴν «νηφάλιο μέθη». Μὲ τὴν θερμὴ προσευχή μας εἶναι δυνατὸν νὰ χριστοποιηθεῖ ὁ κόσμος, νὰ
ἀπελευθερωθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὴν ἀσθένεια, ἀφοῦ «πάντα ὅσα ἂν αἰτήσητε ἐν
τῇ προσευχῇ πιστεύοντες λήψεσθε». Προσ-ευχόμενοι· στὸν ὅποιο κίνδυνο μᾶς ἐπισκεφθῆ ἔχουμε
ἀσπίδα καὶ προστασία, στὴν ὅποια ἀσθένεια μᾶς βρῆ ἐνισχυμένη εἶναι ἡ ὑπομονή μας, στὶς τυχὸν
δυστυχίες καὶ θλίψεις βρίσκουμε τὴν δύναμη νὰ λέμε «Κύριε Ἐλέησον».
Ἡ προσευχὴ κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος εἶναι «σύστασις καὶ διατήρησις τοῦ κόσμου,
συμφιλίωσις μὲ τὸν Θεόν, μητέρα τῶν δακρύων, συγχώρησις ἁμαρτημάτων, γέφυρα ποὺ σώζει ἀπὸ
τοὺς πειρασμούς, τεῖχος πού μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὶς θλίψεις, ἐργασία ποὺ δὲν τελειώνει, πηγὴ τῶν
ἀρετῶν, πρόξενος τῶν χαρισμάτων, ἐμφανὴς πρόοδος, τροφὴ τῆς ψυχῆς, φωτισμὸς τοῦ νοῦ, πέλεκυς
ποὺ χτυπᾶ τὴν ἀπόγνωση, ἀπόδειξις τῆς ἐλπίδος, διάλυσις τῆς λύπης, μείωσις τοῦ θυμοῦ, καθρέπτης
τῆς πνευματικῆς προόδου». Ἀκόμη ἡ προσευχή, ἀγαπητοί μου, εἶναι «δικαστήριο καὶ κριτήριο καὶ
βῆμα τοῦ Κυρίου πρὶν ἀπὸ τὸ μελλοντικὸ βῆμα».
Ἡ νηστεία ἐπίσης εἶναι ὠφέλιμος λένε οἱ πατέρες γιὰ ὅσους «ποιοῦσιν αὐτήν». Ὄχι μόνον οἱ
δαίμονες δὲν τολμοῦν νὰ ἐπηρεάσουν ἢ νὰ πειράξουν τοὺς νηστεύοντες, ἀλλὰ καὶ οἱ φύλακες τῆς
ζωῆς μας ἄγγελοι «φιλοπονώτερον παραμένουσι τοῖς διὰ νηστείας κεκαθαρμένοις».
Στῶμεν λοιπὸν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου, νηστεύοντες καὶ προσευχόμενοι, γιὰ νὰ μὴν
«εἰσέλθωμεν εἰς πειρασμόν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου