Κυριακή πρὶν τὴν Πεντηκοστή Anthony Bloom
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔχουμε ἀκούσει στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων πώς, καθὼς ἡ Ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς πλησίαζε, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε ἀρχίσει τὸ ταξίδι του πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα για νὰ βρεθεῖ μὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα εἶχαν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπό ὅλους αὐτούς, ἦταν ὁ μόνος ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν παρών στὸ ὑπερῶο ὅπου συνέβη τὸ γεγονός. Κι ὅμως, ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε δώσει μιὰ τέλεια, μιὰ πραγματικὴ μεταστροφὴ στὴν καρδιά, στὸ νοῦ, στὴ ζωὴ καὶ τοῦ εἶχε δωρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἀπάντηση τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφοσοίωσής του σ’ Ἐκεῖνον ποὺ λάτρεψε ἄν καὶ δὲν Τὸν εἶχε γνωρίσει.
Καὶ ἐμεῖς πορευόμαστε πρὸς τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς· θὰ ἑορτάσουμε τὸ γεγονὸς τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα. Ὅταν ὁ Παῦλος ἦταν καθ' ὁδόν, ἀναλογιζόταν τὶ τοῦ εἶχε συμβεῖ στὸ μοναχικὸ του ταξίδι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ στὴ Δαμασκὸ καὶ τὴν Δωρεὰ τοῦ Πνεύματος ποὺ εἶχε λάβει μέσῳ τοῦ Ἀνανία. Ἔτσι καὶ ἐμεῖς θὰ πρέπει νὰ ἀναλογιστοῦμε τὶ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Μᾶς ἔδωσε ὀντότητα καὶ ἐνεφύσησε τὴ ζωὴ μέσα μας, ὄχι μόνο τὴν σωματική, ἀλλὰ μιὰ ζωὴ ποὺ μᾶς ἔκανε συγγενεῖς μὲ Αὐτόν, συγγενεῖς μὲ τὴν δική Του ζωή. Μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν γνωρίσουμε, Αὐτὸν τὸν Ζωντανὸ Θεό, καὶ νὰ συναντήσουμε, στὸ Εὐαγγέλιο και στὴ ζωή, τὸν Μονογενῆ Υιό Του, τὸν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ συνάντηση αὐτὴ συμβαίνει, στὸ Βάπτισμα, στὸ Ἅγιο Χρῖσμα, στὴν Κοινωνία μὲ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν μυστηριώδη, σιωπηλὴ κοινωνία τῆς προσευχῆς, στὶς στιγμὲς ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦρθε κοντά μας, ἄν καὶ δὲν Τὸν σκεφτόμασταν· μᾶς ἔχει δώσει τόσα πολλά.
Ἄς συλλογιστοῦμε ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει δώσει, ρωτώντας τὸν ἑαυτό μας ἄν ὄντως εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ξέρουμε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τὶ σημαίνει νὰ εἶναι κάποιος μαθητής: ὅλη του ἡ ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός, τὸ νὰ πεθάνει εἶναι ὄφελος γιατὶ ὅσο ζεῖ εἶναι χωρισμένος ἀπὸ τὸν Χριστὸ ποὺ ἀγαπάει καὶ εἶναι τὰ πάντα γιὰ τὴν ζωή του, ὄχι μόνο στὴν ἐποχή του, ἀλλὰ στὴν αἰωνιότητα. Ὡστόσο λέει ὁ Ἀπόστολος ὅτι εἶναι προετοιμασμένος νὰ ζήσει καὶ ὄχι νὰ πεθάνει γιατὶ ἡ παρουσία του στὴ γῆ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέτρο τῆς κοινωνίας ποὺ εἶχε μὲ τὸν Χριστό. Καὶ αὐτὸ φαίνεται τόσο συγκινητικὰ σὲ ἕναν παραλληλισμὸ μεταξὺ μιᾶς μικρῆς φράσης στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καὶ στὸ Εὐαγγέλιο: Καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ μαθητὴς λένε ὅτι τώρα πᾶνε πίσω στὸν Πατέρα, ὅτι ἡ ὥρα τῆς ἀναχώρησής τους ἔχει ἔρθει. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ τοῦ μαθητῆ ἔχει ταυτιστεῖ σὲ τέτοιο βαθμό μὲ ὅ,τι ἀντιπροσώπευε ὁ Χριστός, καὶ, πέρα ἀπὸ αὐτό, μὲ αὐτὸ ποὺ ἦταν ὁ Χριστός, ὥστε ὅ,τι ἔγινε πράξη στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἔγινε καὶ στὸν μαθητή. Ὄντως, γιὰ τὸν μαθητή, ἡ ζωὴ του ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ ζωή του καὶ ἀποζητοῦσε τὸν θάνατο του, ἀλλὰ εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν Θεὸ κάτι παραπάνω ἀπ’ αὐτὴν τὴν λαχτάρα γιὰ ἐλευθερία, γιὰ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ ποὺ εἶχε λατρέψει καὶ ὑπηρετήσει τόσο πιστά – εἶχε μάθει ὅτι τὸ νὰ δίνει εἶναι μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ τὸ νὰ λαμβάνει.
Οἱ ἅγιοι εἶχαν ἀκούσει τὸν Χριστὸ νὰ λέει, «Κανεὶς δὲν ἀγαπάει περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τοὺς φίλους του». Ὁ Παῦλος, οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, και ἀμέτρητοι μεταγενέστερα ἅγιοι ἔδωσαν τὶς ζωές τους, ἀψηφώντας την μέρα μὲ τὴ μέρα ξεχνώντας τοὺς ἑαυτούς τους, ἀπορρίπτοντας κάθε σκέψη, κάθε ἔγνοια γιὰ τοὺς ἴδιους, ἔχοντας στὴν σκέψη τους μόνο αὐτοὺς ποὺ χρειάζονταν τὸν Θεό, αὐτούς ποὺ χρειάζονταν τὸν λόγο τῆς ἀλήθειας, τὴν Θεία ἀγάπη. Ἔζησαν γιὰ τοὺς ἄλλους, δίνοντας τόσο γενναιόδωρα ὅσα ἔλαβαν.
Καλούμαστε ἐπίσης νὰ μάθουμε τὴ χαρά, τὴν εὐφρόσυνη καὶ θαυμάσια χαρὰ τῆς προσφορᾶς, τὴ χαρὰ τοῦ νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας ὥστε νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι νὰ προσφέρουμε, καὶ νὰ τὸ κάνουμε σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις, στὰ πιὸ μικρὰ καὶ στὰ πιὸ σπουδαῖα πράγματα. Καὶ αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ μάθουμε μόνο μέσῳ τῆς δύναμης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς κάνει ἕνα σῶμα μὲ Αὐτόν, ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἑνωμένων μὲ τὰ δεσμὰ μιᾶς ἀπόλυτης συντροφικότητας, ἕνα μὲ τὸν Θεὸ ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἑνότητα μας.
Ἄς σκεφτοῦμε ὅλα ὅσα ἔχουμε δεχθεῖ ἀπό τὸν Θεὸ καὶ ἄς ἀναρωτηθοῦμε: Τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε πρῶτα σὲ Αὐτόν, ὥστε νὰ χαρεῖ γιὰ μᾶς, ὥστε νὰ ξέρει ὅτι δὲν ἔχει ζήσει καὶ δὲν ἔχει πεθάνει μάταια; Καὶ τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε σὲ ὅλους ὅσους εἶναι γύρω μας, ξεκινώντας ἀπὸ τὶς μικρότερες, τὶς πιὸ ταπεινὲς δωρεὲς πρὸς αὐτοὺς ποὺ εἶναι πιὸ κοντὰ μας καὶ τελειώνοντας μὲ τὸ νὰ προσφέρουμε ὅτι μποροῦμε σὲ αὐτοὺς ποὺ χρειάζονται περισσότερα; Καὶ τότε ἡ Πεντηκοστὴ θὰ ἔρθει σὰν ἕνα δῶρο ζωῆς, ἕνα δῶρο ποὺ μᾶς ἑνώνει σέ ἕνα σῶμα τὸ ὁποῖο εἶναι ἱκανὸ νὰ εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους ἕνα ἐπίγειο ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ πηγὴ ζωῆς καὶ χαράς, ὥστε πραγματικὰ ἡ χαρά μας καὶ ἡ χαρὰ ὅλων αὐτῶν ποὺ συναντοῦμε νὰ γίνει πραγματικότητα. Ἀμήν.
Ἔχουμε ἀκούσει στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων πώς, καθὼς ἡ Ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς πλησίαζε, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε ἀρχίσει τὸ ταξίδι του πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα για νὰ βρεθεῖ μὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα εἶχαν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπό ὅλους αὐτούς, ἦταν ὁ μόνος ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν παρών στὸ ὑπερῶο ὅπου συνέβη τὸ γεγονός. Κι ὅμως, ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε δώσει μιὰ τέλεια, μιὰ πραγματικὴ μεταστροφὴ στὴν καρδιά, στὸ νοῦ, στὴ ζωὴ καὶ τοῦ εἶχε δωρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἀπάντηση τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφοσοίωσής του σ’ Ἐκεῖνον ποὺ λάτρεψε ἄν καὶ δὲν Τὸν εἶχε γνωρίσει.
Καὶ ἐμεῖς πορευόμαστε πρὸς τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς· θὰ ἑορτάσουμε τὸ γεγονὸς τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα. Ὅταν ὁ Παῦλος ἦταν καθ' ὁδόν, ἀναλογιζόταν τὶ τοῦ εἶχε συμβεῖ στὸ μοναχικὸ του ταξίδι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ στὴ Δαμασκὸ καὶ τὴν Δωρεὰ τοῦ Πνεύματος ποὺ εἶχε λάβει μέσῳ τοῦ Ἀνανία. Ἔτσι καὶ ἐμεῖς θὰ πρέπει νὰ ἀναλογιστοῦμε τὶ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Μᾶς ἔδωσε ὀντότητα καὶ ἐνεφύσησε τὴ ζωὴ μέσα μας, ὄχι μόνο τὴν σωματική, ἀλλὰ μιὰ ζωὴ ποὺ μᾶς ἔκανε συγγενεῖς μὲ Αὐτόν, συγγενεῖς μὲ τὴν δική Του ζωή. Μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν γνωρίσουμε, Αὐτὸν τὸν Ζωντανὸ Θεό, καὶ νὰ συναντήσουμε, στὸ Εὐαγγέλιο και στὴ ζωή, τὸν Μονογενῆ Υιό Του, τὸν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ συνάντηση αὐτὴ συμβαίνει, στὸ Βάπτισμα, στὸ Ἅγιο Χρῖσμα, στὴν Κοινωνία μὲ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν μυστηριώδη, σιωπηλὴ κοινωνία τῆς προσευχῆς, στὶς στιγμὲς ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦρθε κοντά μας, ἄν καὶ δὲν Τὸν σκεφτόμασταν· μᾶς ἔχει δώσει τόσα πολλά.
Ἄς συλλογιστοῦμε ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει δώσει, ρωτώντας τὸν ἑαυτό μας ἄν ὄντως εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ξέρουμε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τὶ σημαίνει νὰ εἶναι κάποιος μαθητής: ὅλη του ἡ ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός, τὸ νὰ πεθάνει εἶναι ὄφελος γιατὶ ὅσο ζεῖ εἶναι χωρισμένος ἀπὸ τὸν Χριστὸ ποὺ ἀγαπάει καὶ εἶναι τὰ πάντα γιὰ τὴν ζωή του, ὄχι μόνο στὴν ἐποχή του, ἀλλὰ στὴν αἰωνιότητα. Ὡστόσο λέει ὁ Ἀπόστολος ὅτι εἶναι προετοιμασμένος νὰ ζήσει καὶ ὄχι νὰ πεθάνει γιατὶ ἡ παρουσία του στὴ γῆ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέτρο τῆς κοινωνίας ποὺ εἶχε μὲ τὸν Χριστό. Καὶ αὐτὸ φαίνεται τόσο συγκινητικὰ σὲ ἕναν παραλληλισμὸ μεταξὺ μιᾶς μικρῆς φράσης στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καὶ στὸ Εὐαγγέλιο: Καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ μαθητὴς λένε ὅτι τώρα πᾶνε πίσω στὸν Πατέρα, ὅτι ἡ ὥρα τῆς ἀναχώρησής τους ἔχει ἔρθει. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ τοῦ μαθητῆ ἔχει ταυτιστεῖ σὲ τέτοιο βαθμό μὲ ὅ,τι ἀντιπροσώπευε ὁ Χριστός, καὶ, πέρα ἀπὸ αὐτό, μὲ αὐτὸ ποὺ ἦταν ὁ Χριστός, ὥστε ὅ,τι ἔγινε πράξη στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἔγινε καὶ στὸν μαθητή. Ὄντως, γιὰ τὸν μαθητή, ἡ ζωὴ του ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ ζωή του καὶ ἀποζητοῦσε τὸν θάνατο του, ἀλλὰ εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν Θεὸ κάτι παραπάνω ἀπ’ αὐτὴν τὴν λαχτάρα γιὰ ἐλευθερία, γιὰ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ ποὺ εἶχε λατρέψει καὶ ὑπηρετήσει τόσο πιστά – εἶχε μάθει ὅτι τὸ νὰ δίνει εἶναι μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ τὸ νὰ λαμβάνει.
Οἱ ἅγιοι εἶχαν ἀκούσει τὸν Χριστὸ νὰ λέει, «Κανεὶς δὲν ἀγαπάει περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τοὺς φίλους του». Ὁ Παῦλος, οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, και ἀμέτρητοι μεταγενέστερα ἅγιοι ἔδωσαν τὶς ζωές τους, ἀψηφώντας την μέρα μὲ τὴ μέρα ξεχνώντας τοὺς ἑαυτούς τους, ἀπορρίπτοντας κάθε σκέψη, κάθε ἔγνοια γιὰ τοὺς ἴδιους, ἔχοντας στὴν σκέψη τους μόνο αὐτοὺς ποὺ χρειάζονταν τὸν Θεό, αὐτούς ποὺ χρειάζονταν τὸν λόγο τῆς ἀλήθειας, τὴν Θεία ἀγάπη. Ἔζησαν γιὰ τοὺς ἄλλους, δίνοντας τόσο γενναιόδωρα ὅσα ἔλαβαν.
Καλούμαστε ἐπίσης νὰ μάθουμε τὴ χαρά, τὴν εὐφρόσυνη καὶ θαυμάσια χαρὰ τῆς προσφορᾶς, τὴ χαρὰ τοῦ νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας ὥστε νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι νὰ προσφέρουμε, καὶ νὰ τὸ κάνουμε σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις, στὰ πιὸ μικρὰ καὶ στὰ πιὸ σπουδαῖα πράγματα. Καὶ αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ μάθουμε μόνο μέσῳ τῆς δύναμης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς κάνει ἕνα σῶμα μὲ Αὐτόν, ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἑνωμένων μὲ τὰ δεσμὰ μιᾶς ἀπόλυτης συντροφικότητας, ἕνα μὲ τὸν Θεὸ ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἑνότητα μας.
Ἄς σκεφτοῦμε ὅλα ὅσα ἔχουμε δεχθεῖ ἀπό τὸν Θεὸ καὶ ἄς ἀναρωτηθοῦμε: Τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε πρῶτα σὲ Αὐτόν, ὥστε νὰ χαρεῖ γιὰ μᾶς, ὥστε νὰ ξέρει ὅτι δὲν ἔχει ζήσει καὶ δὲν ἔχει πεθάνει μάταια; Καὶ τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε σὲ ὅλους ὅσους εἶναι γύρω μας, ξεκινώντας ἀπὸ τὶς μικρότερες, τὶς πιὸ ταπεινὲς δωρεὲς πρὸς αὐτοὺς ποὺ εἶναι πιὸ κοντὰ μας καὶ τελειώνοντας μὲ τὸ νὰ προσφέρουμε ὅτι μποροῦμε σὲ αὐτοὺς ποὺ χρειάζονται περισσότερα; Καὶ τότε ἡ Πεντηκοστὴ θὰ ἔρθει σὰν ἕνα δῶρο ζωῆς, ἕνα δῶρο ποὺ μᾶς ἑνώνει σέ ἕνα σῶμα τὸ ὁποῖο εἶναι ἱκανὸ νὰ εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους ἕνα ἐπίγειο ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ πηγὴ ζωῆς καὶ χαράς, ὥστε πραγματικὰ ἡ χαρά μας καὶ ἡ χαρὰ ὅλων αὐτῶν ποὺ συναντοῦμε νὰ γίνει πραγματικότητα. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου