ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ – 5 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2018
(Ματθ. ιζ΄, 14-23)
«Διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν;»
Συχνά, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, προσευχόμαστε οἱ ἄνθρωποι στόν Θεό. Τόν παρακαλοῦμε γιά κάτι, πού τελικά ὅμως δέν πραγματοποιεῖται. Τό αἴτημά μας δέν ἐκπληρώνεται. Ἡ ἰκεσία μας δέν βρίσκει ἀνταπόκριση.
Καί αὐτό πού ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό δέν εἶναι κάτι τό παράλογο ἤ ἀθέμιτο. Διότι ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε ὅτι δέν δικαιούμαστε, δέν εἶναι κάν ἐπιτρεπτό νά παρακαλοῦμε τόν Θεό γιά πράγματα πού εἶναι ἀντίθετα πρός τό Εὐαγγέλιό Του˙ γιά πράγματα τῶν ὁποίων ἡ ἐκπλήρωση ἱκανοποιοῦν τόν ἐγωϊσμό καί τήν ἀρρωστημένη φαντασία μας.
Ζητοῦμε, λοιπόν, πράγματα λογικά καί θεμιτά˙ παρακαλοῦμε γιά κάτι πού δέν ἀντιτίθεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο ἀπάντηση δέν παίρνουμε, τό αἴτημά μας δέν ἰκανοποιεῖται. Καί πολύ φυσικά τότε ἀναρωτιόμαστε: Γιατί; Γιατί δέν ἀπαντᾶ στήν προσευχή μας ὁ Θεός;
Στό ἐρώτημα αὐτό, πού ἀκοῦμε νά διατυπώνουν συχνά πολλοί ἀδελφοί μας χριστιανοί, ἔρχεται νά δώσει ἀπάντηση ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή.
Κάποτε ἦρθε στό Χριστό ἕνας δυστυχισμένος πατέρας. Ὁ γιός του ἦταν ἄρρωστος˙ σεληνιαζόταν καί ὑπέφερε φρικτά. «Πολλάκις γαρ πίπτει, εἰς τό πῦρ καί πολλάκις εἰς τό ὕδωρ» ἀνέφερε στόν Ἰησοῦ μέ πόνο ὁ πατέρας. Ἀρχικά τόν εἶχε ὁδηγήσει στούς μαθητές τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἐκεῖνοι δέν μπόρεσαν νά τόν κάνουν καλά. Ὁ Κύριος ἐπιπλήττει τό ἀκάθαρτο πνεῦμα καί τό δυστυχισμένο μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα παιδί ἐλευθερώνεται ἀπό τή δαιμονική ἐνέργεια.
Οἱ μαθητές τότε πλησίασαν ἰδιαιτέρως τόν Χριστό καί τόν ρώτησαν: «Διατί ἡμεῖς, οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;». Δηλαδή, «γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά βγάλουμε αὐτό τό δαιμόνιο;» Καί ὁ Κύριος ἀπάντησε: «Διά τήν ἀπιστίαν ὑμῶν». Αἰτία τῆς ἀδυναμίας τους ἦταν ἡ ἀδύναμη πίστη, εἴτε ἡ δική τους εἴτε, ἴσως, τοῦ πατέρα καί ὅσων παρευρίσκονταν.
Ἡ ἴδια αἰτία βρίσκεται πίσω ἀπό τή σιωπή τοῦ Θεοῦ καί στή δική μας προσευχή˙ στά διάφορα αἰτήματα πού τοῦ ἀπευθύνουμε. Ὁ Θεός σιωπᾶ στήν προσευχή μας, γιατί προσευχόμαστε χωρίς βαθιά καί ζωντανή πίστη. Τά ὅσα τοῦ ζητοῦμε μένουν ἀνεκπλήρωτα καί ἀναπάντητα, διότι δέν τόν πλησιάζουμε μέ ἐμπιστοσύνη καί δέν τόν παρακαλοῦμε μέ θερμή ἀγάπη καί καθαρή καρδιά. Γιατί ἡ πίστη, ἡ ἐμπιστοσύνη δηλαδή, καί ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό ἀνοίγει τό δρόμο καί τῆς ἀληθινῆς ἐπικοινωνίας μαζί Του.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἔχει διδάξει: «Αἰτεῖται καί δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καί εὐρήσετε, κρούετε καί ἀνοιγήσεται ὑμῖν˙» (Ματθ. 7,7). Καί ὅπως πάλι ὁ ἴδιος ὑπογραμμίζει στό σημερινό Εὐαγγέλιο «ἄν ἔχετε πίστη ἔστω καί σάν κόκκο σιναπιοῦ, θά λέτε σ’ αὐτό τό βουνό «πήγαινε ἀπό δῶ ἐκεῖ» καί θά πηγαίνει˙ καί κανένα πράγμα δέν θά εἶναι ἀδύνατο γιά σᾶς».
Ὁ Ἰησοῦς ὅμως προσθέτει καί κάτι ἄλλο πού φωτίζει τό ἐρώτημα τῶν μαθητῶν Του: «Τοῦτο δέ τό γεγονός οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Δηλαδή, αὐτό τό εἶδος τῶν δαιμονίων δέν βγαίνει ἀπό τόν ἄνθρωπο πού ἔχει καταληφθεῖ ἀπό αὐτό, παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία. Ἡ χριστιανική μας ὑπόσταση δέν ὁρίζεται μόνο ἀπό τήν πίστη, μιά πίστη θεωρητική καί πολλές φορές ἄκαρπη. Ἡ πίστη πρέπει νά συνδιάζεται μέ τήν πράξη, τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Καί ἀπό τίς βασικές ἐκδηλώσεις μιᾶς γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία.
Γιά νά μᾶς ἀκούσει ὁ Θεός ὀφείλουμε νά προσευχόμαστε. Νά προσευχόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη καί θερμή διάθεση, μέ ἐπιμονή καί ἀφοσίωση. Στήν Ἐκκλησία μαζί μέ ὅλους τούς ἄλλους ἀδελφούς μας, στό σπίτι μας, στήν ἐργασία, τήν ἡμέρα καί τή νύχτα.
Ὁ Κύριος δίπλα στήν προσευχή τοποθετεῖ καί τή νηστεία. Μέ τήν προσευχή ἐπιδιώκουμε νά συναντήσουμε τό Θεό καί νά συνομιλήσουμε μαζί Του. Αὐτό ὅμως προϋποθέτει τήν ἐλευθερία ἀπό τά πάθη μας. Στήν προσπάθεια αὐτή βοηθᾶ ἡ νηστεία. Δυστυχῶς ἡ ὑλιστική νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας δέν ἐπιτρέπει σέ πολλούς ἀνθρώπους νά καταλάβουν τήν ἀξία τῆς νηστείας καί γενικότερα τῆς σωματικῆς ἄσκησης γιά λόγους πνευματικούς. Ὡστόσο θά πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι προσευχή χωρίς ἄσκηση δέν ὑπάρχει. Προσευχή χωρίς ἀγώνα πνευματικό δέν πετυχαίνεται. Προσευχή χωρίς νά ὑπερνικήσουμε τό σαρκικό φρόνημα εἶναι ἀδύνατο νά κατορθώσουμε.
Αὐτό φαίνεται καθαρά στή ζωή τῶν Ἁγίων. Τήν προσπάθειά τους γιά προσευχή συνόδευε καί ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος. Ἡ προσευχή τους ἐνίσχυε τόν ἀγώνα τους. Καί ὁ ἀγώνας τους ἐνδυνάμωνε τήν προσευχή τους. Ἡ νηστεία κατά τή διδασκαλία τῶν Πατέρων ἀποτελεῖ ἕνα πνευματικό ἀγώνισμα. Διώχνει τούς δαίμονες καί ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν κυριαρχία τῶν παθῶν. Νεκρώνει τίς σαρκικές ἐπιθυμίες, δυναμώνει τήν προσευχή.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Χρειαζόμαστε μιά ζωντανή καί σταθερή πίστη. Καί ὅταν μαζί μέ τήν πίστη συμπορεύεται ἡ θερμή προσευχή καί τό ἀγώνισμα τῆς νηστείας, τότε καί μόνο τότε ὁ Θεός ἀκούει αὐτά γιά τά ὁποῖα τόν παρακαλοῦμε. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου