ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ
Απόστολος: Β΄ Τιμ. γ΄ 10-15
Ευαγγέλιο: Λουκ. ε΄ 1-11
24 Σεπτεμβρίου 2017
Κανείς μας δεν θέλει να βρεθεί στην ανάγκη να νιώσει ευάλωτος, να
συνειδητοποιήσει πως δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο της ζωής του. Όμως ανεξάρτητα από το
τι θέλουμε και τι όχι, η ανάγκη και η ευπάθεια χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ζωή
συνολικά, κατά βάθος είναι η κοινή εμπειρία όλων μας. Υπάρχουν όμως και αυτοί που
αρνούνται να αποδεχτούν αυτή την αλήθεια.
Η περικοπή του Ευαγγελίου που διαβάσαμε σήμερα αποτελεί μια επαλήθευση των
παραπάνω λόγων. Ο Χριστός συναντά μια ομάδα ψαράδων στην πιο δύσκολη στιγμή τους.
Έχουν επιστρέψει μετά από μια κοπιαστική ολονύκτια προσπάθεια, χωρίς όμως κανένα
αποτέλεσμα. Τα λόγια του Πέτρου εκφράζουν με τόσο έντονο και σαφή τρόπο την
ανθρώπινη κατάσταση: επιστάτα δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν. Ο
Χριστός συναντά τους ανθρώπους αυτούς την ώρα του μόχθου τους. Και πρέπει να έχουμε
κατά νου πως στην εποχή του Χριστού ο μόχθος αντιμετωπιζόταν αρνητικά. Σήμαινε την
υποταγή στην ανάγκη. Οι βαριές χειρωνακτικές εργασίες γίνονταν από τους δούλους, οι
ελεύθεροι άνθρωποι ασχολούνταν με τις πιο υψηλές, πνευματικές εργασίες. Κατά τους
Νέους Χρόνους η αντίληψη αυτή άλλαξε σταδιακά, καθώς συνειδητοποιήθηκε πως ο
μόχθος γεννά την παραγωγικότητα, άρα και την οικονομική ανάπτυξη. Ένας φιλόσοφος το
διατύπωσε με έναν μάλλον βλάσφημο τρόπο: ο μόχθος είναι αυτός που δημιούργησε τον
κόσμο. Κάτι που σήμαινε βέβαια πως ο Θεός είχε πια παραμεριστεί. Δεν ήταν αυτός πλέον,
στη συνείδηση των ανθρώπων, ο δημιουργός και Κύριος του κόσμου.
Ποια είναι λοιπόν η σημασία της συνάντησης του Χριστού με τους μελλοντικούς
μαθητές του στον χώρο της εργασίας τους, την ώρα του μόχθου τους, την ώρα μάλιστα της
διάψευσης και της απογοήτευσης;
Μια ερμηνεία συχνή, αλλά μάλλον επιφανειακή, είναι πως ο Χριστός έρχεται να
καθαγιάσει την εργασία, ακόμη και την πιο ταπεινή και κοπιαστική. Μας βεβαιώνει
δηλαδή για αυτό που λέει και ο λαός: Η δουλειά δεν είναι ντροπή, αλλά αντιθέτως, δίνει
αξιοπρέπεια στον άνθρωπο. Αυτή η ερμηνεία δεν φτάνει όμως τόσο βαθιά όσο χρειάζεται. Η
εργασία είναι όντως σημαντική για τον άνθρωπο: του παρέχει τα μέσα της επιβίωσης, του
δίνει τρόπους να υπηρετεί τους άλλους, τον κρατά σε εγρήγορση, απομακρύνοντας τον
κίνδυνο της ανίας. Αποδίδοντας όμως στην εργασία υπερβολικά μεγάλη σημασία, όπως
γίνεται τόσο συχνά στις μέρες μας, αγγίζουμε το όριο της δαιμονικής παρεκτροπής. Μια
τέτοια στάση θυμίζει τον πειρασμό του διαβόλου στον κήπο της Εδέμ, όταν είπε στους
πρωτόπλαστους ότι μπορούν να γίνουν σαν θεοί, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους, τις δικές
τους δυνάμεις και ενέργειες. Εντελώς ανάλογα, οι σύγχρονοι άνθρωποι πιστεύουμε πως
μέσω της εργασίας, της καριέρας, μέσω των δικών μας έργων, μπορούμε να
κατοχυρώσουμε τη σημασία του εαυτού μας, να αφήσουμε ανεξίτηλα τα ίχνη μας στην
ιστορία. Να αθανατίσουμε το εγώ μας.
Προχωρώντας την ανάγνωση του κειμένου βλέπουμε πως ο Χριστός, αφού
διαπιστώσει την άκαρπη αλιεία των ψαράδων, τους προτείνει κάτι αναπάντεχο να
προσπαθήσουν και πάλι. Ο Πέτρος, εξ’ ονόματος όλων, θα απαντήσει: αν και
προσπαθήσαμε όλη τη νύκτα, αν και είμαστε κατάκοποι, αν και ξημέρωσε και δεν είναι πια
ώρα κατάλληλη για ψάρεμα, επειδή το λες εσύ, θα το κάνουμε. «Επί δε τω ρήματί σου
χαλάσω το δίκτυον».
Ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο ο Πέτρος βάζει στην οπτική του τη διάσταση της
θεϊκής συνεργείας. Λαμβάνει υπόψη του αυτό που λέει και ο απλός λαός όταν είναι πιστός:
Θεού θέλοντος. Καμιά ανθρώοινη προσπάθεια δεν έχει σίγουρη την επιτυχία. Υπάρχει
πάντοτε το απρόοπτο το απρόβλεπτο, το ενδεχομενικό. Όλα μπορούν να εξελιχθούν στη ζωή
κατά τρόπο διαφορετικό από ότι εμείς υπολογίζουμε.
~ 89 ~
Αλλά ισχύει και το αντίστροφο. Τα αδύνατα παρά τοις ανθρώποις δυνατά παρά τω
Θεώ έστιν. Η θαυμαστή αλιεία που θα ακολουθήσει, η οποία προκύπτει πέρα από κάθε
ανθρώπινη λογική εξήγηση, θα το επιβεβαιώσει. Και εδώ όμως ανοίγεται ο δρόμος της
παρερμηνείας και ενός ανάλογου πειρασμού. Η παρερμηνεία έγκειται στο να θεωρήσουμε
πως ο Θεός είναι ο εγγυητής της ευημερίας των ευσεβών. Ο πειρασμός συνίσταται στο να
νιώσουμε αμήχανοι, διαψευσμένοι, προδομένοι, αν διαπιστώσουμε πως παρ’ όλο τον κόπο
μας, παρ’ όλη την ευσέβειά μας, οι προσπάθειες μας μπορεί και να αποτύχουν. Η φράση
του Πέτρου όμως, επι δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον, δηλώνει εμπιστοσύνη στον Θεό
εναξαρτήτως του αποτελέσματος.
Εξίσου επικίνδυνο είναι να δούμε την εργασία ως εργαλείο του ωφελιμισμού. Να
θεωρήσουμε πως δουλεύουμε για να μπορούμε να απολαμβάνουμε ότι θέλουμε. Και είναι
δραματικά επικίνδυνο γιατί όταν ο ωφελιμισμός παγιωθεί ως νόμιμος, γεννά την απουσία
νοήματος. Ο άνθρωπος και οι στόχοι του γίνονται στην περίπτωση αυτή αυτοσκοπός. Και
τότε προβάλλει δικαιολογημένα το ειρωνικό ερώτημα: σε τι χρησιμεύει η χρησιμότητα.
Μπορεί μια ζωή προσωπικής κατανάλωσης και εγωιστικής μικροευτυχίας να είναι αυτό που
πραγματικά επιζητούμε; Τη διέξοδο δίνει η φράση με την οποία κορυφώνεται η σημερινή
περικοπή: από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών. Οι μαθητές του Χριστού καλούνται να
γίνουν αλιείς ανθρώπων. Ο λόγος αυτός του Χριστού δεν εξαντλείται στο ότι οι μαθητές θα
κηρύξουν το Ευαγγέλιο και θα συνάξουν τον λαό του Θεού. Πηγαίνει βαθύτερα. Οι
μαθητές ως απόστολοι θα συγκροτήσουν μια πρωτόγνωρη κοινότητα, στην οποία ο ένας θα
είναι σε θέση, αλλά και σε διάθεση, να φροντίζει τον άλλο. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι
μετά την Ανάσταση του Χριστού έχουμε μιαν επανάληψη της θαυμαστής αλιείας.
Οι μαθητές έχουν επιστρέψει και πάλι στην εργασία τους, μετά τον θάνατο του
Χριστού. Ο Αναστημένος Χριστός θα τους φανερωθεί, αλλά οι μαθητές δεν θα τον
αναγνωρίσουν αμέσως. Θα τους καλέσει να ξαναρίξουν τα δίκτυα για να έχουν κάτι να
δειπνήσουν. Όταν το κάνουν θα πιάσουν πλήθος ψαριών. Ο Χριστός και οι μαθητές θα
καθίσουν στο τραπέζι μαζί. Θα συγκροτήσουν την Εκκλησία. Η εργασία φανερώνεται έτσι
πως δεν είναι αυτοσκοπός, στείρος ωφελιμισμός, αλλά μέσον συγκρότησης της Εκκλησίας.
Τα λόγια του Χριστού προς τους μαθητές, ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων
απευθύνονται σε όλη την Εκκλησία, σε εμάς σήμερα, και αναφέρονται στην καινούργια ζωή
που μας δίνει ο Χριστός μετά την Ανάσταση. Την καινούργια ζωή την οποία μας καλεί να
φανερώσουμε στους ανθρώπους. Να γίνουμε μάρτυρες σε ολόκληρο τον κόσμο πως «τα
αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν». Να φανερώσουμε με τη ζωή μας πως
όταν οι περιορισμένες ανθρώπινες δυνάμεις φτάνουν στο όριό τους, τότε αναλαμβάνει
δράση η άπειρη δύναμη του Θεού, μεταμορφώνοντας την αδυναμία μας σε ένα νέο είδος
δύναμης. Και αυτό το βλέπουμε ήδη στην πρώτη Εκκλησία, όταν η εργασία δεν είναι πια
μέσο ιδιοτελούς πλουτισμού, ωφελιμιστικός αυτοσκοπός ούτε δρόμος για κοινωνική
καταξίωση και καριέρα. Τότε η εργασία, κάθε εργασία, χειρωνακτική και πνευματική
εξίσου, μεταμορφώνεται σε διακονία, σε φροντίδα, σε έκφραση αγάπης, απευθυνόμενη
προς όλους.
Αγαπητοί αδελφοί, το σημερινό Ευαγγέλιο μας λέει πως πρέπει να είμαστε ανοικτοί
στον καιρό. Αυτή η λέξη σημαίνει στην Καινή Διαθήκη τη ρωγμή του χρόνου που θα
επιλέξει ο Χριστός για να μπει απρόβλεπτα και αναπάντεχα στη ζωή μας. Και μπαίνοντας
θα μας καλέσει να ξαναπροσπαθήσουμε, να κάνουμε επανεκκίνηση στη ζωή μας, με Αυτόν
όμως σύντροφο, συνοδοιπόρο, δάσκαλο. Μας καλεί να γίνουμε μαθητές σε μια καινούργια
ζωή γονιμότητας και δημιουργικότητας. Σε μια εποχή που όλα μοιάζουν δύσκολα,
αδύνατα, δυσοίωνα και σκοτεινά το Ευαγγέλιο μας βεβαιώνει: «Τα αδύνατα παρά
ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν».
Γιώργος Σαββίδης
ΠΗΓΗ
Απόστολος: Β΄ Τιμ. γ΄ 10-15
Ευαγγέλιο: Λουκ. ε΄ 1-11
24 Σεπτεμβρίου 2017
Κανείς μας δεν θέλει να βρεθεί στην ανάγκη να νιώσει ευάλωτος, να
συνειδητοποιήσει πως δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο της ζωής του. Όμως ανεξάρτητα από το
τι θέλουμε και τι όχι, η ανάγκη και η ευπάθεια χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ζωή
συνολικά, κατά βάθος είναι η κοινή εμπειρία όλων μας. Υπάρχουν όμως και αυτοί που
αρνούνται να αποδεχτούν αυτή την αλήθεια.
Η περικοπή του Ευαγγελίου που διαβάσαμε σήμερα αποτελεί μια επαλήθευση των
παραπάνω λόγων. Ο Χριστός συναντά μια ομάδα ψαράδων στην πιο δύσκολη στιγμή τους.
Έχουν επιστρέψει μετά από μια κοπιαστική ολονύκτια προσπάθεια, χωρίς όμως κανένα
αποτέλεσμα. Τα λόγια του Πέτρου εκφράζουν με τόσο έντονο και σαφή τρόπο την
ανθρώπινη κατάσταση: επιστάτα δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν. Ο
Χριστός συναντά τους ανθρώπους αυτούς την ώρα του μόχθου τους. Και πρέπει να έχουμε
κατά νου πως στην εποχή του Χριστού ο μόχθος αντιμετωπιζόταν αρνητικά. Σήμαινε την
υποταγή στην ανάγκη. Οι βαριές χειρωνακτικές εργασίες γίνονταν από τους δούλους, οι
ελεύθεροι άνθρωποι ασχολούνταν με τις πιο υψηλές, πνευματικές εργασίες. Κατά τους
Νέους Χρόνους η αντίληψη αυτή άλλαξε σταδιακά, καθώς συνειδητοποιήθηκε πως ο
μόχθος γεννά την παραγωγικότητα, άρα και την οικονομική ανάπτυξη. Ένας φιλόσοφος το
διατύπωσε με έναν μάλλον βλάσφημο τρόπο: ο μόχθος είναι αυτός που δημιούργησε τον
κόσμο. Κάτι που σήμαινε βέβαια πως ο Θεός είχε πια παραμεριστεί. Δεν ήταν αυτός πλέον,
στη συνείδηση των ανθρώπων, ο δημιουργός και Κύριος του κόσμου.
Ποια είναι λοιπόν η σημασία της συνάντησης του Χριστού με τους μελλοντικούς
μαθητές του στον χώρο της εργασίας τους, την ώρα του μόχθου τους, την ώρα μάλιστα της
διάψευσης και της απογοήτευσης;
Μια ερμηνεία συχνή, αλλά μάλλον επιφανειακή, είναι πως ο Χριστός έρχεται να
καθαγιάσει την εργασία, ακόμη και την πιο ταπεινή και κοπιαστική. Μας βεβαιώνει
δηλαδή για αυτό που λέει και ο λαός: Η δουλειά δεν είναι ντροπή, αλλά αντιθέτως, δίνει
αξιοπρέπεια στον άνθρωπο. Αυτή η ερμηνεία δεν φτάνει όμως τόσο βαθιά όσο χρειάζεται. Η
εργασία είναι όντως σημαντική για τον άνθρωπο: του παρέχει τα μέσα της επιβίωσης, του
δίνει τρόπους να υπηρετεί τους άλλους, τον κρατά σε εγρήγορση, απομακρύνοντας τον
κίνδυνο της ανίας. Αποδίδοντας όμως στην εργασία υπερβολικά μεγάλη σημασία, όπως
γίνεται τόσο συχνά στις μέρες μας, αγγίζουμε το όριο της δαιμονικής παρεκτροπής. Μια
τέτοια στάση θυμίζει τον πειρασμό του διαβόλου στον κήπο της Εδέμ, όταν είπε στους
πρωτόπλαστους ότι μπορούν να γίνουν σαν θεοί, εμπιστευόμενοι τον εαυτό τους, τις δικές
τους δυνάμεις και ενέργειες. Εντελώς ανάλογα, οι σύγχρονοι άνθρωποι πιστεύουμε πως
μέσω της εργασίας, της καριέρας, μέσω των δικών μας έργων, μπορούμε να
κατοχυρώσουμε τη σημασία του εαυτού μας, να αφήσουμε ανεξίτηλα τα ίχνη μας στην
ιστορία. Να αθανατίσουμε το εγώ μας.
Προχωρώντας την ανάγνωση του κειμένου βλέπουμε πως ο Χριστός, αφού
διαπιστώσει την άκαρπη αλιεία των ψαράδων, τους προτείνει κάτι αναπάντεχο να
προσπαθήσουν και πάλι. Ο Πέτρος, εξ’ ονόματος όλων, θα απαντήσει: αν και
προσπαθήσαμε όλη τη νύκτα, αν και είμαστε κατάκοποι, αν και ξημέρωσε και δεν είναι πια
ώρα κατάλληλη για ψάρεμα, επειδή το λες εσύ, θα το κάνουμε. «Επί δε τω ρήματί σου
χαλάσω το δίκτυον».
Ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο ο Πέτρος βάζει στην οπτική του τη διάσταση της
θεϊκής συνεργείας. Λαμβάνει υπόψη του αυτό που λέει και ο απλός λαός όταν είναι πιστός:
Θεού θέλοντος. Καμιά ανθρώοινη προσπάθεια δεν έχει σίγουρη την επιτυχία. Υπάρχει
πάντοτε το απρόοπτο το απρόβλεπτο, το ενδεχομενικό. Όλα μπορούν να εξελιχθούν στη ζωή
κατά τρόπο διαφορετικό από ότι εμείς υπολογίζουμε.
~ 89 ~
Αλλά ισχύει και το αντίστροφο. Τα αδύνατα παρά τοις ανθρώποις δυνατά παρά τω
Θεώ έστιν. Η θαυμαστή αλιεία που θα ακολουθήσει, η οποία προκύπτει πέρα από κάθε
ανθρώπινη λογική εξήγηση, θα το επιβεβαιώσει. Και εδώ όμως ανοίγεται ο δρόμος της
παρερμηνείας και ενός ανάλογου πειρασμού. Η παρερμηνεία έγκειται στο να θεωρήσουμε
πως ο Θεός είναι ο εγγυητής της ευημερίας των ευσεβών. Ο πειρασμός συνίσταται στο να
νιώσουμε αμήχανοι, διαψευσμένοι, προδομένοι, αν διαπιστώσουμε πως παρ’ όλο τον κόπο
μας, παρ’ όλη την ευσέβειά μας, οι προσπάθειες μας μπορεί και να αποτύχουν. Η φράση
του Πέτρου όμως, επι δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον, δηλώνει εμπιστοσύνη στον Θεό
εναξαρτήτως του αποτελέσματος.
Εξίσου επικίνδυνο είναι να δούμε την εργασία ως εργαλείο του ωφελιμισμού. Να
θεωρήσουμε πως δουλεύουμε για να μπορούμε να απολαμβάνουμε ότι θέλουμε. Και είναι
δραματικά επικίνδυνο γιατί όταν ο ωφελιμισμός παγιωθεί ως νόμιμος, γεννά την απουσία
νοήματος. Ο άνθρωπος και οι στόχοι του γίνονται στην περίπτωση αυτή αυτοσκοπός. Και
τότε προβάλλει δικαιολογημένα το ειρωνικό ερώτημα: σε τι χρησιμεύει η χρησιμότητα.
Μπορεί μια ζωή προσωπικής κατανάλωσης και εγωιστικής μικροευτυχίας να είναι αυτό που
πραγματικά επιζητούμε; Τη διέξοδο δίνει η φράση με την οποία κορυφώνεται η σημερινή
περικοπή: από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών. Οι μαθητές του Χριστού καλούνται να
γίνουν αλιείς ανθρώπων. Ο λόγος αυτός του Χριστού δεν εξαντλείται στο ότι οι μαθητές θα
κηρύξουν το Ευαγγέλιο και θα συνάξουν τον λαό του Θεού. Πηγαίνει βαθύτερα. Οι
μαθητές ως απόστολοι θα συγκροτήσουν μια πρωτόγνωρη κοινότητα, στην οποία ο ένας θα
είναι σε θέση, αλλά και σε διάθεση, να φροντίζει τον άλλο. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι
μετά την Ανάσταση του Χριστού έχουμε μιαν επανάληψη της θαυμαστής αλιείας.
Οι μαθητές έχουν επιστρέψει και πάλι στην εργασία τους, μετά τον θάνατο του
Χριστού. Ο Αναστημένος Χριστός θα τους φανερωθεί, αλλά οι μαθητές δεν θα τον
αναγνωρίσουν αμέσως. Θα τους καλέσει να ξαναρίξουν τα δίκτυα για να έχουν κάτι να
δειπνήσουν. Όταν το κάνουν θα πιάσουν πλήθος ψαριών. Ο Χριστός και οι μαθητές θα
καθίσουν στο τραπέζι μαζί. Θα συγκροτήσουν την Εκκλησία. Η εργασία φανερώνεται έτσι
πως δεν είναι αυτοσκοπός, στείρος ωφελιμισμός, αλλά μέσον συγκρότησης της Εκκλησίας.
Τα λόγια του Χριστού προς τους μαθητές, ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων
απευθύνονται σε όλη την Εκκλησία, σε εμάς σήμερα, και αναφέρονται στην καινούργια ζωή
που μας δίνει ο Χριστός μετά την Ανάσταση. Την καινούργια ζωή την οποία μας καλεί να
φανερώσουμε στους ανθρώπους. Να γίνουμε μάρτυρες σε ολόκληρο τον κόσμο πως «τα
αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν». Να φανερώσουμε με τη ζωή μας πως
όταν οι περιορισμένες ανθρώπινες δυνάμεις φτάνουν στο όριό τους, τότε αναλαμβάνει
δράση η άπειρη δύναμη του Θεού, μεταμορφώνοντας την αδυναμία μας σε ένα νέο είδος
δύναμης. Και αυτό το βλέπουμε ήδη στην πρώτη Εκκλησία, όταν η εργασία δεν είναι πια
μέσο ιδιοτελούς πλουτισμού, ωφελιμιστικός αυτοσκοπός ούτε δρόμος για κοινωνική
καταξίωση και καριέρα. Τότε η εργασία, κάθε εργασία, χειρωνακτική και πνευματική
εξίσου, μεταμορφώνεται σε διακονία, σε φροντίδα, σε έκφραση αγάπης, απευθυνόμενη
προς όλους.
Αγαπητοί αδελφοί, το σημερινό Ευαγγέλιο μας λέει πως πρέπει να είμαστε ανοικτοί
στον καιρό. Αυτή η λέξη σημαίνει στην Καινή Διαθήκη τη ρωγμή του χρόνου που θα
επιλέξει ο Χριστός για να μπει απρόβλεπτα και αναπάντεχα στη ζωή μας. Και μπαίνοντας
θα μας καλέσει να ξαναπροσπαθήσουμε, να κάνουμε επανεκκίνηση στη ζωή μας, με Αυτόν
όμως σύντροφο, συνοδοιπόρο, δάσκαλο. Μας καλεί να γίνουμε μαθητές σε μια καινούργια
ζωή γονιμότητας και δημιουργικότητας. Σε μια εποχή που όλα μοιάζουν δύσκολα,
αδύνατα, δυσοίωνα και σκοτεινά το Ευαγγέλιο μας βεβαιώνει: «Τα αδύνατα παρά
ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν».
Γιώργος Σαββίδης
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου