ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
Η Α Μ Ο Ι Β Η Τ Η Σ Υ Π Ο Μ Ο Ν Η Σ
«Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ, βάλῃ με
εἰς τήν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δέ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρό ἐμοῦ καταβαίνει.»
(Ἰωαν. ε΄ 7)
Ἄταφος νεκρός, ἀγαπητοί ἀδελφοί, γιά τριάντα
ὀκτώ ὁλόκληρα χρόνια, ἔκειτο ὁ παράλυτος τῆς Βηθεσδά πάνω στό στρῶμα
του, μεταξύ τόσων πολλῶν ἄλλων ἀσθενῶν συνανθρώπων του. Ὅλο τοῦτο τόν
καιρό ἔκανε ὑπομονή καί πίστευε ὅτι κάποια φορά θά τά κατάφερνε νά
κατέβει στό νερό τῆς κολυμβήθρας καί αὐτός πρῶτος, γιά νά γίνει καλά.
Τά χρόνια ὅμως κυλοῦσαν καί αὐτός παρέμενε ἐκεῖ καί περίμενε.
Τό νερό τῆς κολυμβήθρας ἀποκτοῦσε ἰαματική
χάρη, θεραπευτική ἰδιότητα καί δύναμη, ὅταν σέ ἀκαθόριστο χρόνο, δεχόταν
τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἀγγέλου τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος τό κινοῦσε καί ἀναχωροῦσε
ἀμέσως. Τότε ὅποιος ἀπό τούς ἀσθενεῖς κατάφερνε νά κινηθεῖ κάπως
γρήγορα ἤ εἶχε κάποια βοήθεια ὥστε νά μπεῖ πρῶτος στό νερό, ἀνακτοῦσε
ἀμέσως τήν ὑγεία του.
Μετά ἀπό τριάντα ὀκτώ χρόνια συνεχοῦς θητείας τοῦ παραλύτου ὁ τόπος δέχτηκε τήν ἐπίσκεψη τοῦ «Ἀγγέλου τῆς εἰρήνης»,
τοῦ σαρκωθέντος Λόγου τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Σωτήρας Χριστός πλησιάζει τόν
παράλυτο καί κάνει διάλογο μαζί του. Τόν ἐρωτᾶ νά μάθει ἄν ἐπιθυμεῖ νά
γίνει καλά. Ὁ ἄνθρωπος μέ αὐτήν τήν εὐκαιρία διατραγωδεῖ τό δρᾶμα του.
«Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Πέρασαν τόσα πολλά χρόνια
ἀπό τότε πού ὁ ἄνθρωπος κατέστη μόνιμος θαμώνας αὐτοῦ τοῦ ἀνοιχτοῦ
νοσοκομείου. Οἱ δικοί του ἴσως ἀπέθαναν, ἴσως τόν ξέχασαν, ἴσως
κουράστηκαν νά τόν ἐπισκέπτονται, ἴσως τόν ἀπέφευγαν, ἕνεκα τῆς προτέρας
ζωῆς καί τοῦ καταντήματός του.
Τό γεγονός εἶναι ὅτι ἔνιωθε μόνος καί
ἀβοήθητος. Ἄραγε πόσοι συνάνθρωποί μας εὑρίσκονται σέ αὐτήν τήν
κατάσταση; Σέ θάλαμο κάποιου νοσοκομείου, στό κελλί κάποιας φυλακῆς, σέ
μιά τρώγλη κάποιας φτωχογειτονιᾶς, σέ διαμέρισμα κάποιας παραμελημένης
πολυκατοικίας, σέ κάποιο ἵδρυμα ἀνιάτων ἀσθενῶν, γιά νά περιορισθοῦμε
μόνο σέ μερικά παραδείγματα.
Ὁ παράλυτος μέσα στή μακρόχρονη δυστυχία του
καλλιέργησε τήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς. Ἴσως ἔκαμε τήν αὐτοκριτική του.
Γιά τοῦτο δέν ἐκφράζει κανένα παράπονο ἐναντίον συγκεκριμένων
συνανθρώπων του. Δέν τά ἔχει μέ τό Θεό. Τά χρόνια περνοῦν καί αύτός
παραμένει ἐκεῖ. Φαίνεται ἐλπίζει καί πιστεύει γιά ἕνα καλύτερο αὔριο.
Τρέφει αἰσιοδοξία. Ὅλα τοῦτα τά θετικά σημεῖα, τά ὁποῖα συντηρεῖ μέσα
του, ἦρθε ἡ ὥρα νά ἀμειφθοῦν, νά ἔρθουν στήν ἐπιφάνεια καί νά καταστοῦν
γνωστά.
Ὁ Θεῖος Λυτρωτής τοῦ χορηγεῖ ὑγεία σώματος καί ψυχῆς. Τόν θεραπεύει καί τοῦ δίδει ἐντολή: «ἔγειρε, ἆρον τόν κράβαττόν σου καί περιπάτει».
Ἀφοῦ τοῦ χάρισε τήν ὑγεία, τοῦ ὑποδεικνύει νά σηκώσει ὁ ἴδιος τό στρῶμα
του καί νά τό φορτωθεῖ. Ὁ ἄλλοτε παράλυτος τώρα εἶναι καλά καί μπορεῖ
νά τό κάμει. Ὅσα μποροῦμε νά κάνουμε ἐμεῖς, δέν τά κάνει ὁ Θεός. Δέ
μᾶς καθιστᾶ ἄβουλα ὄργανα. Μᾶς ἀφήνει νά ἐκδηλώσουμε τίς δυνάμεις μας.
Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου δυστυχῶς δέν ἐχαροποίησε τούς
Ἰουδαίους. Τά πολλά χρόνια τῆς ἀσθένειας καί τῆς μοναξιᾶς τοῦ ἀνθρώπου
δέν τούς συνεκίνησαν. Βρῆκαν ἀφορμή νά κάνουν κριτική, γιατί τό θαῦμα
ἐγένετο ἡμέρα Σάββατο. Οἱ ἴδιοι δέν κατανόησαν ὅτι τό Σάββατο, ἐκτός
ἀπό ἡμέρα προσευχῆς ἦταν καί ἡμέρα ἀγαθοεργίας καί ἔκφρασης ἀγάπης πρός
τό συνάνθρωπο. Γιά τοῦτο ἐγένοντο κατήγοροι τοῦ Κυρίου.
Ὁ παράλυτος μετά τή θεραπεία του εὑρίσκεται στό χῶρο τοῦ ναοῦ τῶν
Ἱεροσολύμων. Φαίνεται ὅτι ἤθελε νά χαράξει πιά μιά νέα γραμμή ζωῆς καί
νά μήν ἐπιστρέψει στά παλιά. Ἐκεῖ στό χῶρο τοῦ ναοῦ εὑρίσκεται κάι ὁ
εὐεργέτης του, ὁ Κύριος. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν τόν γνώριζε, γιατί μετά τή
θεραπεία του, ὁ Κύριος ἔφυγε ἀμέσως καί ἀθόρυβα. Ὅταν ὅμως τόν
συνάντησε καί τοῦ μίλησε, τότε τόν ἀναγνώρισε καί ἔμαθε ποιός τόν ἔκαμε
καλά. Ὁ Κύριος τοῦ συνέστησε: «ἴδε ὑγιής γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μή χεῖρόν σοί τι γένηται.»
(Ἰωαν. ε΄ 14) Ὁ Θεός μᾶς παρέχει εὐκαιρίες πνευματικῆς ἀνασύνταξης καί
ἐπιστροφῆς πλησίον του. Οἱ πνευματικές κεραῖες ἀπαιτεῖται νά εἶναι
ἕτοιμες νά δεχθοῦν τά μηνύματα. Κύριε, κατεύθυνε τή ζωή μας ὥστε νά
δοξάζεται τό Ἅγιο ὄνομά Σου. Ἀμήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου