ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2025

Κυριακή 28η Δεκεμβρίου 2025  

Κυριακή μετὰ τὴν Χριστοῦ Γέννησιν  

(Ματθ. β´ 13 – 23)  

«Καὶ ὀναχωρήσας παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον» (Ματθ. β´ 14)

Στὸν ἀπόηχο τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων καὶ στὴν λαμπρὴ ἀκτινοβολία τῶν ἡμερῶν παρακολουθοῦμε τὰ πρῶτα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ θείου Βρέφους. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος μᾶς τοποθετεῖ στὴν περιπέτεια τῆς «ἁγίας οἰκογενείας», προκειμένου νὰ προφυλάξει τὴν ἀνθρωπίνην κακίαν. Ὁ μικρὸς Ἰησοῦς γίνεται δραπέτης καὶ μετανάστης. Μετακομίζει εἰς τὴν Αἴγυπτον, διὰ νὰ σωθῇ ἀπὸ τὸν Ἡρῴδην. Δραπετεύει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινον μῖσος, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ δραπετεύσει ἀπὸ τὴν θείαν ἀγάπην.

Δραπέτης καὶ μετανάστης ὁ Ἰησοῦς, ἀλλ’ ὄχι ἀπὸ θεληματικὴν ἀποτυχίαν. Ἀπὸ ἀπέραντον ἀγάπην καὶ σοφίαν μετανάστευσιν εἰς μίαν ξένην χώραν. Ὑπάγει εἰς τόπον ὅπου θὰ γεωργήσῃ τὰ ἔσοδά του, ὑπάγει εἰς χώραν ὅπου κάποτε ἐφιλονείκει τοὺς προγόνους του, ἀλλὰ καὶ προητοίμασε νὰ τοὺς «ἐγκλωβίσει». Ὑπάγει νὰ φωτίσει τὰ σκοτεινότατα τοῦ νοὸς ἑνὸς λαοῦ μὲ τὴν ολόφωτην παρουσίαν του. Δὲν ὑπάγει ἐκεῖ διὰ νὰ σώσει τὴν ζωήν του. Ὑπάγει διὰ νὰ σώσει ζωήν. Ἡ προσκόλλησις τοῦ Ἰωσὴφ εἰς τὴν Αἴγυπτον σφραγίζει τὰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ ποὺ φιλοξενοῦν τὸν Θεόν!

Δραπέτης καὶ μετανάστης ὁ Χριστὸς στὸ λίκνο τῆς ἱστορίας. Κινούμενος ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνην ἀνασφάλειαν, περιφρονημένος ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνην ἀγνωσίαν, συκοφαντημένος ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνην κακίαν, περιπλανᾶται στὰ σκοτάδια τῆς ἀνθρωπότητος, ὄχι διὰ νὰ γλείψει, ἀλλὰ διὰ νὰ σώσει. Δὲν θὰ εἶναι ἡ τελευταία φορὰ ποὺ θὰ ἐκδιωχθῇ ὁ Ἰησοῦς. Στὴν μετέπειτα ζωήν του θὰ δραπετεύσει ἀπὸ τὴν στενὴν πατρίδα του, τὴν Ναζαρέτ, ἐπειδὴ θὰ τὸν ἀπορρίψουν οἱ συμπατριῶται του. Θὰ μεταναστεύσει εἰς τὴν Καπερναούμ, διὰ νὰ μεταδώσει τὰς ἀπεράντους εὐλογίας του εἰς τὴν «Γαλιλαίαν τῶν ἐθνῶν». Ὁ Ἰησοῦς δὲν φοβεῖται τοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι πλάσματά του. Ὁ Ἰησοῦς φεύγει ἀπὸ τόπον εἰς τόπον καὶ δὲν ἔχει ποῦ νὰ γείσῃ τὴν κεφαλήν του, διότι ἀγαπᾷ τοὺς ἀνθρώπους. Σκοπεύει νὰ πληρώσει μὲ τὴν παρουσίαν του ἄπασαν τὴν οἰκουμένην, διότι εἶναι πηγὴ ζωῆς καὶ ἐλπίδος, ὅπου βοηθεῖ. Ἀποφεύγει τὴν στιγμὴν τῆς κακίας, ἀλλὰ δὲν ἀποφεύγει τοὺς κακούς. Ἀρνεῖται τὴν ἁμαρτίαν, ἀλλὰ δὲν ἀρνεῖται τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὁ Ἰησοῦς θέλει νὰ φυλάξει τὸν ἑαυτόν του ἀκέραιον, διότι θέλει τὸ ἀκέραιον νὰ προσφέρεται εἰς τὸ πάθος τοῦ κόσμου καὶ νὰ χαρίσει εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμά του.

Δραπέτης καὶ μετανάστης ὁ Κύριος ἀπὸ ἀγάπην καὶ φιλανθρωπίαν. Διασχίζει τοὺς δρόμους τῆς κτιστῆς πραγματικότητος, διὰ νὰ ἀνοίγει καινούργιους ὁδοὺς εἰς τὸν ἄκτιστο Θεόν.

Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος δραπέτης ποὺ δὲν φοβεῖται, ἀλλὰ φοβεῖ αὐτοὺς ποὺ τὸν κυνηγοῦν. Εἶναι τὸ μόνο θῦμα ποὺ φοβεῖται τὸν θύτην του. Δὲν φοβεῖται ὁ Χριστὸς τὸν Ἡρῴδην. Ὁ Ἡρῴδης φοβεῖται τὸν Χριστόν. Ὁ φόβος τοῦ ἀνθρώπου τὸν κάνει δοῦλον τοῦ Θεοῦ. Φοβεῖται τὸν Θεὸν ὁ ἄνθρωπος, διότι συνειδητοποιεῖ τὴν ἁμαρτίαν του. Φοβεῖται τὴν ἐλευθερίαν, διότι δὲν ἔχει πῶς νὰ τὴν διαχειρισθεῖ. Ἔμαθε νὰ ζεῖ ἐντὸς τῶν ὁρίων τῶν παθῶν του, ἔμαθε νὰ πολιτεύεται μὲ τὴν προκαθορισμένην κοινωνικήν του θέσιν, ἔμαθε νὰ κυλιέται εἰς τὴν λάσπην καὶ εἰς τὴν βρώμαν τῶν ἐπιθυμιῶν του. Ἔμαθε νὰ κοιτᾷ ψηλὰ καὶ ψηλότερα. Ἔγινε κοντόφθαλμος καὶ μίζερος. Βλέπει ὅ,τι εἶναι μπροστά του καὶ ξεχνᾶ ὅ,τι τὸν περιμένει ἀόρατα. Ἀγάπησε τὸ πανδοχεῖον τῆς πραγματικότητος καὶ ἐγκατέλειψε τὸ πατρικὸν καὶ μεγαλόπρεπον οἰκητήριον, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ αἰωνιότης. Φοβεῖται ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ τὸν ἀναστατώσει, θὰ τὸν ἐκβάλει, θὰ τὸν ρίξει εἰς ἀμηχανίαν, θὰ τὸν ὁδηγήσει εἰς τὴν αὐτογνωσίαν. Ἡ αὐτογνωσία τρομάζει τὸν ἄνθρωπον, διότι στὰ τρίβαθα τῆς καρδίας του κουβεντιάζουν ἀνομολόγητα ἁμαρτήματα, τὰ ὁποῖα θὰ τὸν καταπιοῦν καὶ δὲν ἔχει πῶς νὰ τὰ ἐξομολογηθεῖ. Ἰσοπεδώνει τὸ ἔρεισμα, διότι φοβεῖται τὸ πολύτιμον, φοβεῖται τὰ ὑποχθόνια αἰσθήματα τῆς ψυχῆς του. Φοβεῖται τὸ πέραν τῆς ἄλλης, τῆς λεγομένης ζωῆς. Διώκει τὸν Χριστὸν ἀπὸ τὸ προσκήνιον τῆς ζωῆς του, διότι δὲν θέλει νὰ κλείσῃ τὸ παράθυρον τῆς ζωῆς του. Στὴν παράσταση τῆς ζωῆς θέλει νὰ ἔχῃ ἕνα μόνον λόγον, τὸν ἴδιον του μόνον λόγον, καὶ ὄχι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.

«Ὁ δὲ γεωθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον». Δραπέτης καὶ μετανάστης ὁ Ἰησοῦς, ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνος του. Στὶς περιπλανήσεις του στὸ διάβα τῆς ἱστορίας ἔχει πάντοτε τοὺς δικούς του ἀνθρώπους. Δίπλα του ὑπάρχουν κάποια πρόσωπα, ὅσο καὶ ἐλάχιστα, ποὺ τὸν ἀγαποῦν καὶ θέλουν νὰ τὸν φυλάξουν ἀπὸ τοὺς σφαγεῖς του. Ὄχι διότι φοβοῦνται ὅτι θὰ πάθει, ἀλλὰ διότι φοβοῦνται ὅτι ὁ Σωτήρ θὰ ἀποσπασθεῖ ἀπὸ τὸ αὐτοσκοπικὸ ἔργον του. Θέλουν νὰ γίνουν συνοδοιπόροι καὶ μαθηταί του. Ὑπάρχουν πλάσματα, ὁπωσδήποτε, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία, ποὺ θέλουν νὰ τὸν κρατήσουν σὰν ἀνεκτίμητο θησαυρὸ στὴν ἀγκαλιά τους καὶ νὰ τὸν μοιρασθοῦν μόνον μὲ ὅσους τὸν ἀγαποῦν ἀληθῶς. Ὁ αὐτοθελητικὸς Θεὸς ἔχει τοὺς δικούς του προστατευομένους σ’ ὅλας τὰς ἐποχάς. Αὐτοὶ τὸν προστατεύουν τὸν Θεόν ἀπὸ τὴν κακίαν τῆς ἀνθρωπότητος ἀπὸ τὸ μῖσος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως ὑπάρχει καὶ τὸ ἐκλεκτὸ λείμμα, τὸ πολύτιμον λείμμα τῆς πίστεως, ποὺ συναγάγει τὸν Θεόν. Εἶναι οἱ εὐλογημένες προσωπικότητες ποὺ συνοδεύουν τὸν Ἴδιον στους δρόμους τῆς δόξης του. Εἶναι οἱ ἁγιασμένες ψυχὲς ποὺ συμπεριφέρονται μὲ τὸν Χριστὸν στὶς περιπέτειές του. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ συγκαταβαίνουν μαζί του στὸν Γολγοθᾶν καὶ κοινωνοῦν τὰ πάθη του, γιὰ νὰ κερδίσουν κάτι ἄλλο μόνον, τὸ νὰ τὸν ἀγαποῦν.

Δραπέτης καὶ μετανάστης ὁ Ἰησοῦς! Τὸ μῖσος καὶ ἡ κακία τοῦ διώκουν. Ἕνα μῖσος καὶ μία κακία ποὺ προσωποποιοῦνται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον καὶ τὶς ἐγωιστικὰς φοβίας. Ὁ Χριστὸς διαφεύγει ἀπὸ τὰς παγίδας, διὰ νὰ χαρίσῃ τὰς ἀπεράντους ἐλπίδας του ἀνεμπόδιστα παντοῦ. Μαζί του ἂς ἔχωμε κι ἐμεῖς συνείδησιν καὶ συναίσθησιν τοῦ μεγαλείου του. Ἂς μᾶς ἀφήσει νὰ εἴμαστε οἱ λίγοι, πλην δυνατοὶ ἐσωτερικῶς τῆς ἀγάπης του, γιὰ νὰ καθίσωμε μὲ τὸ ἔργον του καὶ νὰ δοξασθῶμεν, ὅταν θὰ θριαμβεύσει εἰς τὴν αἰωνιότητα μετὰ τῆς Βασιλείας του.  

Αμήν.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου