ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ
(Μνήμη Ἰωσήφ τοῦ Μνήστορος, Δαυΐδ τοῦ Βασιλέως & Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου)
28-12-2025
Βρισκόμαστε, ἀγαπητοί ἀδελφοί, μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς ἀγαλλιάσεως τῶν Χριστουγέννων. Δοξολογίες, ὕμνοι καί εὐγνωμοσύνη, συναισθήματα ἅγια, βαθειά μέσα μας κυριαρχοῦν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Λυτρωτῆ τοῦ κόσμου στή γῆ.
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τριῶν μεγάλων μορφῶν. Τοῦ Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος, τοῦ Δαβίδ τοῦ Προφητάνακτος καί τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.
Ὅ Ἅγιος Ἰάκωβος βρέθηκε πολύ κοντά στόν Χριστό καί ἔζησε τήν παρουσία Του καί ἀναδείχθηκε Ἀπόστολος καί πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας. Πρός τιμήν του μάλιστα ἀναγιγνώσκεται σήμερα τό συγκεκριμένο ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ὅπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας Ἐπιστολή ἀναφέρει τό ὄνομά του (1,18-19). Ὀνομάζει τόν Ἰάκωβο «ἀδελφό τοῦ Κυρίου», διότι ἦταν υἱός τοῦ Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος ἀπό σύζυγο πού εἶχε λάβει πρίν μνηστευθεῖ τήν ἀειπάρθενο Παναγία.
Ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ἦταν ἄνθρωπος θεοσεβής καί πίστεψε στόν Κύριο μετά τήν Ἀνάστασή Του, ὅταν Ἐκεῖνος ἐμφανίστηκε ἰδιαιτέρως σ’αὐτόν (Α΄Κορ. 15,7). Ἀπό τή στιγμή αὐτή μιά καινούργια ζωή ἄρχισε γιά τόν Ἀδελφόθεο Ἰάκωβο. Μιά ζωή ἀφιερώσεως στόν Ἀναστάντα Ἰησοῦ Χριστό. Μέ τήν ἁγία βιοτή του ἀπέκτησε μεγάλο κῦρος καί ὅλοι τόν σέβονταν. Ἔγινε θερμός Ἀπόστολος τοῦ Κυρίου καί πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων. Μάλιστα κατά τήν Ἀποστολική Σύνοδο τό 49 μ. Χ. στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἔλαβαν μέρος καί οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καί Παῦλος, ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος παρευρέθη ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων καί προέδρευσε καί μετά μεγάλης προσοχῆς ἀκούστηκαν τά λόγια του στή Σύνοδο αὐτή. Ἀπόστολος μεγάλης ἀρετῆς, ψυχή ταπεινή, Ἐπίσκοπος βαθειᾶς ἀγάπης, ἄνθρωπος δίκαιος, ὁ «δίκαιος Ἰάκωβος» τόν ἀποκαλοῦσαν, φλογερός διδάσκαλος τῆς πίστεως. Συνήθιζε νά προσεύχεται πάντοτε γονατιστός ὑπέρ τοῦ λαοῦ του γι’αὐτό κάι μαρτυρεῖται ὅτι «εἶχε ἀπεσκληρυμένα τά γόνατα δίκην καμήλου». Ἡ πρώτη ἐξάλλου γραπτή Θεία Λειτουργία τῆς Ἐκκλησίας ἀποδίδεται σ’ αὐτόν, ἡ δέ Καθολική Ἐπιστολή του πού περιελήφθη στόν Κανόνα τῶν ἱερῶν καί θεοπνεύστων βιβλίων τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι πλουσιοτάτη σέ νοήματα χριστιανικῆς ζωῆς. Ἐκεῖ βρίσκουμε καί τή σύσταση τῆς τελέσεως τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου. Τό τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ὑπῆρξε μαρτυρικό. Ἡ ἁγία του ζωή σφραγίσθηκε μέ τό αἷμά του χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.Ἄς σταχυολογήσουμε ὁρισμένα ἐδάφια μέσα ἀπό τόν πλοῦτο τῆς Καθολικῆς Ἐπιστολῆς του. «Ὡς πρόξενον τελείας χαρᾶς θεωρήσατε, ἀδελφοί μου, ὅταν πέσετε μέσα εἰς δοκιμασίαν καί θλίψεις διαφόρους. Τό νά δοκιμάζεται ἡ πίστις σας διά τῶν θλίψεων δημιουργεῖ ὡς ἀποτέλεσμα ἀσφαλές καί πλῆρες σταθεράν ὑπομονήν. Ἡ δέ ὑπομονή αὐτή ἄς εἶναι ἀκλόνητος καί ἔτσι ἄς παράγει πλήρη τόν καρπόν τῆς τελειοποιήσεώς σας...(1, 2-4).
Ἐκτός, ὅμως, τῶν πειρασμῶν, διά τῶν ὁποίων ὁ Θεός μᾶς καταρτίζει, ὑπάρχουν καί πειρασμοί πού γεννῶνται ἀπό τά ἁμαρτωλά πάθη μας. Κανένας ἄνθρωπος, πού πειράζεται πρός ἁμαρτίαν, ἄς μή λέγει, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ αἰτία τοῦ νά σπρώχνωμαι στήν ἁμαρτία. «Μή πλανᾶσθε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί, μέ τήν ἰδέαν ὅτι ἀπό τόν Θεόν δύναται νά προέλθῃ κακόν τι. Ἀπό τόν Θεόν μόνον τό ἀγαθόν προέρχεται» (1, 13,16). «Πρέπει ὁ καθένας μας νά εἶναι βραδύς εἰς ὀργήν, διότι ἡ ὀργή τοῦ ἀνθρώπου παρασύρει αὐτόν εἰς παραφοράς καί ἀδικήματα καί, ὡς ἐκ τούτου, δέν κατορθώνει οὗτος τήν ἀρετήν τῆς δικαιοσύνης, τήν ὁποίαν ἐπιβάλλει καί ζητεῖ ὁ Θεός» (1,20). Καί συνεχίζει ὁ ἔχων «νοῦν Χριστοῦ» Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος:
«Μερικοί λέγουν μέ εὐκολίαν: «Εἴμεθα πιστοί τηρηταί τῶν θρησκευτικῶν διατάξεων. Ἄς μάθουν αὐτοί, αὐτό πού θά εἴπω: Ἐάν κανείς μεταξύ σας νομίζει, ὅτι εἶναι θρῆσκος καί εὐσεβής, δέν ἔχει ὅμως χαλινόν καί μέτρον εἰς τήν γλῶσσαν του, ἀλλά ἐξαπατᾶ μέ τό ψευδές αὐτό φρόνημά του τήν συνείδησίν του, τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ ἡ θρησκεία εἶναι ἀνωφελής κάι ἄχρηστος» (1,26). «Πρέπει νά προσέχετε, ὥστε νά μή γίνεσθε σκληροί καί ἀσυμπαθεῖς διά τῶν προσωποληψιῶν σας, διότι ἡ κρίσις τότε τοῦ Θεοῦ θά εἶναι χωρίς ἔλεος καί ἐπιείκειαν δι’ ἐκεῖνον, πού ὑπῆρξε ἄσπλαχνος εἰς τούς ἀδελφούς του· ἡ εὐσπλαχνία δέ καί τό ἔλεος δέν φοβᾶται τήν κρίσιν, ἀλλά καυχᾶται κατ’ αὐτῆς, διότι τήν κατανικᾶ καί ἀποδεικνύεται τό ἔλεος ἰσχυρότερον ἀπό τήν κρίσιν» (1,13). Καί συνεχίζει ὁ Θεῖος Ἀπόστολος: «Τί ὠφελεῖ, ἀδελφοί μου, ἐάν ἕνας λέγει, ὅτι ἔχει πίστιν, ἀλλά δέν ἔχει τά ἔργα, τά ὁποῖα παράγει ἡ ἀληθής καί πραγματική πίστις; Ἡ πίστις ἐάν δέν ἔχει ὡς καρπόν ἔργα ἀρετῆς εἶναι ὅλως διόλου καί ἀπό αὐτήν τήν ρίζαν νεκρά» (2,14,17).
Κατακλείοντας ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος τήν Ἐπιστολήν του λέγει: «Εὑρίσκεται κανείς μεταξύ σας εἰς στενοχωρίαν καί θλῖψιν; Ἄς προσεύχεται καί ἄς ζητεῖ παρηγορίαν ἀπό τόν Θεόν. Ἔχει εὐθυμίαν κάποιος; Ἄς ψάλλει ὕμνους καί Ψαλμούς καί μέ αὐτούς ἄς ἐξαγιάζει τήν εὐθυμίαν του. Εἶναι κανείς ἄρρωστος; Ἄς προσκαλέσει τούς Πρεσβυτέρους τῆς Ἐκκλησίας καί ἄς προσευχηθοῦν ἐπάνω του, συγχρόνως δέ ἄς τόν ἀλείψουν μέ ἔλαιον ἐπικαλούμενοι τό ὄνομα τοῦ Κυρίου «καί ἡ εὐχή τῆς πίστεως σώσει τόν κάμνοντα» (5, 13-15).
Χριστιανοί μου,
μέ τόσες ἅγιες μορφές, Προφῆτες, Δικαίους, Ἀποστόλους, Ἁγίους Μάρτυρες πού παρελαύνουν κάθε ἡμέρα, κλίνει καί πάλι ἕνα ὁλόκληρο ἔτος. Καί ὁ θεσπέσιος Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, γιά τόν ὁποῖο γράψαμε τίς παραπάνω γραμμές καί «ὡς ψήγματα χρυσοῦ» καταχωρήσαμε τίς ἱερές προτροπές του, ἄς πρεσβεύει στό νεογέννητο Θεῖο Βρέφος, ὑπέρ τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν μας.
Στό τέλος τοῦ ἔτους ὅπου βρισκόμαστε, ἄς συνειδητοποιήσουμε ποιοί εἴμαστε, ποιά θεῖα δωρήματα ἔχουμε λάβει, τί σημαίνει γιά μᾶς ἡ άποκάλυψη καί ἡ φανέρωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι ἱερότατο χρέος ὅλων μας στούς σημερινούς δύσκολους καιρούς.
Ὁ νέος χρόνος πού ἔρχεται μέ ὁδηγό μας τό ἄστρο τῆς Βηθλεέμ ἄς μᾶς φέρει πιό κοντά στήν Ἐκκλησία πού εἶναι ἡ διαρκής μαρτυρία τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ καί ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας μας. ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου