Κυριακή ΚΔ΄ Επιστολών, Αποστ. Ανάγνωσμα: Εφεσ. β΄ 14-22 (08-12-2024)
Αρχιμ. Επιφανίου Παπαντωνίου
Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από την προς Εφεσίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου. Η επιστολή αναπτύσσει ένα θέμα γενικού ενδιαφέροντος: αναφέρεται στο «μυστήριον το αποκεκρυμμένον από των αιώνων εν τω Θεώ» (Εφεσ. 3,9). Το μυστήριο δηλαδή της θείας οικονομίας για τη σωτηρία των ανθρώπων, το οποίο αποκάλυψε στην ανθρωπότητα ο Ιησούς Χριστός. Η σωτηρία των ανθρώπων πραγματοποιείται «εν Χριστώ» μέσα στην Εκκλησία και αποτελεί προϊόν της αγάπης και της χάριτος του Θεού, και μέσα σ’ αυτήν ενώνονται και αποτελούν ένα σώμα οι πρώην εχθροί μεταξύ τους Ιουδαίοι και Εθνικοί.
Στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες οι άνθρωποι ήταν διαιρεμένοι σε αυτά τα δύο έθνη, το ιουδαϊκό και το εθνικό (ειδωλολάτρες). Ζούσαν πολύ κοντά αλλά ήταν εχθρικά διακείμενοι ο ένας προς τον άλλο. Οι μεν Ιουδαίοι σιχαίνονταν τους Εθνικούς θεωρώντας τους άπιστους και ακάθαρτους. Οι δε Εθνικοί απέφευγαν τους Ιουδαίους χαρακτηρίζοντάς τους ως δεισιδαίμονες και ακοινώνητους. Η Έφεσος λοιπόν, υπήρξε μια κοινότητα της οποίας οι κάτοικοι ήταν ειδωλολάτρες, ξένοι προς τις υποσχέσεις και τις διαθήκες. Αργότερα όμως, μετά τη διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, η κοινότητα πλέον φέρεται να είναι καλά θεμελιωμένη και να κατέχετε από πνεύμα διάκρισης. Υπάρχει καλή διδασκαλία, εξακολουθεί όμως να υφίσταται ένα βασικό χαρακτηριστικό πρόβλημα η απουσία της αγάπης προς τον Χριστό αλλά και μεταξύ των ανθρώπων.
«Χριστός εστίν η ειρήνη ημών»
Με έξαρση σχεδόν ποιητική ο Απόστολος των Εθνών ξεκινά να περιγράφει το ειρηνευτικό και ενοποιό έργο του Χριστού. Ενώ θα περιμέναμε ως συνήθως να δούμε τον Απόστολο Παύλο να κάνει λόγο για κρίση και οργή του Θεού εναντίον των Ιουδαίων και Εθνικών που βρίσκονταν μέσα στην αμαρτία. Εδώ μιλάει για τον πλούτο της θείας αγάπης που συμφιλιώνει τις δύο αυτές αντίθετες θρησκευτικές ομάδες και προσφέρει την ειρήνη. Ο Χριστός «ως άρχων ειρήνης» κατά τον προφητικό λόγο του Ησαῒα (Ησ. 9,6), στάθηκε μετέωρος μεταξύ ουρανού και γης, ανάμεσα στους δύο πραγματικούς κόσμους, του Θεού και του ανθρώπου, άπλωσε τα χέρια του, και ειρηνοποίησε τη γη με τον ουρανό, ένωσε δηλαδή το άνθρωπο με το Θεό.
Από πού πηγάζει όμως αυτή η ειρήνη; Η ειρήνη είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος, αλλά και κύριο γνώρισμα της θεότητας, καθώς ονομάζετε «Θεός της ειρήνης» (Β΄ Κορ. 13,11). Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό της ειρήνης με φύση ειρηνική. Και η αγαπητική σχέση του με τον Δημιουργό του μέσα στον παράδεισο ήταν απόλυτα ειρηνική καθότι ήταν στοιχείο έμφυτο. Αλλά από τη στιγμή που σήκωσε σημαία ανταρσίας και εναντιώθηκε στο θέλημα του Θεού, αυτή η αγαπητική σχέση μαζί Του διαταράχθηκε, και η ειρήνη φυγαδεύτηκε από την καρδιά του. Τότε ανάμεσα σ’ αυτή τη σχέση ανυψώθηκε μεσότοιχο πανύψηλο «το μεσότειχον του φραγμού», που μας χώριζε από τον Θεό.
Κατά μια άλλη ερμηνεία με τη φράση αυτή «το μεσότειχον του φραγμού» ο Απόστολος Παύλος παραπέμπει στο Ναό του Σολομώντα και στον τοίχο που χώριζε την αυλή των Εθνικών από την αυλή των Ιουδαίων και στον οποίο υπήρχε επιγραφή που απαγόρευε στους Εθνικούς να τον υπερβούν με ποινή θανάτου για τους παραβάτες. Σύμφωνα τέλος με άλλη ερμηνευτική προσέγγιση «φραγμός» ήταν ο παλαιός νόμος της Παλαιάς Διαθήκης, οι διατάξεις του οποίου διαχώριζαν τους Ιουδαίους από τους Εθνικούς. Ο Ιησούς Χριστός γκρέμισε αυτό το μεσότοιχο του φραγμού «εν τη σαρκί αυτού», δηλαδή με τον σταυρικό του θάνατο, με τον οποίο θανατώθηκε η έχθρα και πραγματοποιήθηκε η καταλλαγή αμφοτέρων, Ιουδαίων και Εθνικών, όλων των ανθρώπων με τον Θεό. Η έχθρα μεταξύ Ιουδαίων και Εθνικών καταργείται με το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού, ο οποίος έφερε την συμφιλίωση, την καταλλαγή του Θεού με τους ανθρώπους αλλά και των ανθρώπων μεταξύ τους. Επομένως με το έργο της Θείας Οικονομίας καθετί που διακρίνει και χωρίζει τους ανθρώπους παραμερίζεται.
Ο Ιησούς Χριστός κατέλυσε την έχθρα και κατάργησε τις εντολές του Νόμου, προχωρώντας στη δημιουργία της καινής κτίσης: «ίνα τους δύο κτίση εις ένα καινόν άνθρωπον». Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ο Θεός κτίζει, δημιουργεί τη μία καινούργια ανθρωπότητα, που απαρτίζεται αδιακρίτως και από Ιουδαίους και από Εθνικούς, από όλους δηλαδή τους ανθρώπους ανεξαρτήτως διακρίσεων. Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο «και ευηγγελίσατο ειρήνην» προς όλους τους ανθρώπους «τοις μακράν και τοις εγγύς», δηλαδή και στους Εθνικούς και στους Ιουδαίους. Η ειρήνη αυτή έχει διπλή κατεύθυνση, είναι η ειρήνη, η συμφιλίωση των ανθρώπων με τον Θεό και η ειρήνη και συμφιλίωση των ανθρώπων μεταξύ τους. Αυτή λοιπόν η ειρήνη του Ιησού Χριστού στη γενική της διάσταση επεκτείνεται ακόμη και σε όλη την κτιστή δημιουργία. Ο Χριστός είναι «ο ακρογωνιαίος λίθος» του σώματος της Εκκλησίας. Πάνω σε αυτόν τον λίθο, οικοδόμησαν την Εκκλησία οι απόστολοι και οι προφήτες. Εκεί οικοδομούνται και ενώνονται και οι πιστοί (Εφεσ. 2,20) τα μέλη του σώματος της Εκκλησίας.
Ο Θεός της ειρήνης καθώς ψάλλουμε στις Καταβασίες την περίοδο αυτή, ονομάζει παιδιά Του όλους τους ειρηνοποιούς αυτού του κόσμου, και προχωρεί ακόμη περισσότερο μακαρίζοντας τους πράους αποκαλώντας τους κληρονόμους της γης. Αλλά και σε κάθε ακολουθία η Εκκλησία μας, μεταφέρει την ειρήνη στους ανθρώπους. Από την «άνωθεν ειρήνη» γεννάται η ειρήνη του κόσμου. Αυτή όμως την εξωτερική ειρήνη του «σύμπαντος κόσμου» φαίνεται να την κυβερνούν περισσότερο οι υλικοί παράγοντες και τα οικονομικά συμφέροντα μερικών «μεγάλων». Επειδή όμως, τα οικονομικά πράγματα δεν έχουν ποτέ μια μόνιμη και μακρόχρονη σταθερότητα, η πίστη και η ελπίδα μας για την ασφάλεια του αύριο δεν μπορούν ν αναπαυθούν σε καμιά σιγουριά. Και πάλι θ αναφερθούμε στον προφήτη Ησαΐα που κλείνει μέσα στο αίτημα προς τον Θεό την αγωνία του πιστού: «Κύριε ειρήνην δος ημίν, πάντα γαρ απέδωκας ημίν» (Ησα. 26,12). Ζητούμε από τον Θεό «τόν υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών εν ειρήνη και μετανοία εκτελέσαι».
Η διακήρυξη του Αποστόλου Παύλου «Χριστός εστιν η ειρήνη ημών», δηλώνει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι η πηγή της ειρήνης όλου του κόσμου. Με τη σταυρική του θυσία έφερε την ειρήνη σε όλα τα επίπεδα. Έφερε την ειρήνη και καταλλαγή των ανθρώπων με τον Θεό Πατέρα και ταυτόχρονα τη συμφιλίωση των ανθρώπων μεταξύ τους, συγκροτώντας ένα σώμα, το σώμα της Εκκλησίας, του οποίου κεφαλή είναι Εκείνος. Η σταυρική θυσία του Ιησού Χριστού είναι το αποτέλεσμα της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο. Ο Θεός κινείται από αγάπη προς τον άνθρωπο και αποστέλλει στον κόσμο τον Υιό του, ο οποίος θυσιάζεται για να καταλλάξει, να συμφιλιώσει τον άνθρωπο με τον Θεό. Η καταλλαγή του Θεού με τον άνθρωπο για να είναι πλήρης πρέπει να εκτείνεται και στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, ακόμα και στις σχέσεις των λαών μεταξύ τους, αλλά και στη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον. Ο άνθρωπος που ειρηνεύει με τον Θεό, ειρηνεύει και με τους συνανθρώπους του και με το περιβάλλον. Δεν μπορεί να υπάρξει καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό και ταυτόχρονα να διατηρεί την έχθρα με τους συνανθρώπους του ή και με το περιβάλλον του. Σε αυτή τη διάσταση η καταλλαγή είναι το πλέον ελπιδοφόρο μήνυμα για την ειρήνευση των λαών και των εθνών, αλλά και για τη σωτηρία του φυσικού περιβάλλοντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου