ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013


Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων καί οἱ Ὕμνοι στόν Ἅγιο (Ἀφιέρωμα)




Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ 
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ (27 ΙΟΥΛΙΟΥ)
«Ο άγιος Παντελεήμων έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και καταγόταν από την πόλη Νικομήδεια. Ο πατέρας του Ευστόργιος ήταν ειδωλολάτρης κι ύστερα έγινε Χριστιανός με τις νουθεσίες του υιού του, ενώ η μητέρα του Ευβούλη προερχόταν από χριστιανική οικογένεια.
Σπούδασε την ιατρική επιστήμη κοντά σ’ ένα σπουδαίο και δοξασμένο ιατρό, τον Ευφρόσυνο, αλλά την κατά Χριστόν ιατρική τέχνη και πίστη την έμαθε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο, με την οποία (πίστη), αφού επικαλέστηκε τον Χριστό, ανάστησε ένα παιδί, που πέθανε στο δρόμο από δάγκωμα μίας έχιδνας. Βαπτίζεται λοιπόν από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο και χειραγωγείται από αυτόν προς τη χριστιανική πίστη.
Το μαρτύριό του έγινε ως εξής:
Κάποιος τυφλός, που προσήλθε σ’ αυτόν, ιατρεύτηκε από τον άγιο. Όταν ρωτήθηκε λοιπόν ο πρώην τυφλός από τον βασιλιά «Ποιος σε γιάτρεψε;», «ο Παντολέων», είπε (γιατί αυτό ήταν το προηγούμενο όνομά του), «καθώς επικαλέστηκε τον Χριστό, στον Οποίο και εγώ πιστεύω». Αμέσως ο βασιλιάς τού έκοψε το κεφάλι, ενώ ο Παντολέων προσήχθη σ’ αυτόν. 
Ο Μαξιμιανός, επειδή ο άγιος δεν κάμφθηκε καθόλου ούτε με τις υποσχέσεις ούτε με τις απειλές, για ν’ αρνηθεί την πίστη του Χριστού, διέταξε να κτυπηθεί φοβερά και να φλεχθεί με λαμπάδες. Του εμφανίστηκε όμως ο Χριστός, με το σχήμα του πρεσβυτέρου Ερμολάου, που του έδωσε θάρρος, και φάνηκε ότι ήταν μαζί του και στον βρασμένο μόλυβδο και στη θάλασσα που τον έριξαν. Αφού έμεινε αβλαβής από όλα, ρίχνεται στα θηρία, αλλά κι από αυτά, σαν άλλος Δανιήλ, παραμένει αλώβητος, οπότε τον δένουν σε τροχό γεμάτο μαχαίρια, που τον άφησαν να πέσει στο έδαφος από ψηλά.
Τέλος, στην τελευταία απόφαση να τον θανατώσουν διά ξίφους, προσευχήθηκε κι ακούστηκε φωνή από τον ουρανό να τον καλεί Παντελεήμονα. Μόλις τελείωσε την προσευχή κι ενώ επρόκειτο να του κόψουν το κεφάλι, την ώρα που ο δήμιος άπλωσε το χέρι, γύρισε πίσω το σίδερο κι έλιωσε σαν κερί, θαύμα που έκανε τους στρατιώτες να πιστέψουν στον Χριστό. Τότε ο άγιος μάρτυρας πρότεινε μόνος του τον αυχένα και έτσι κόπηκε το κεφάλι του. Λέγεται δε ότι χύθηκε γάλα αντί αίμα, και η ελιά στην οποία είχε προσδεθεί, αμέσως διαμιάς καρποφόρησε».
Αν, κατά τον άγιο Ιάκωβο, «η κρίσις ανίλεώς εστιν τοις μη ποιήσασιν έλεος», δηλαδή η κρίση του Θεού θα είναι χωρίς έλεος γι’ αυτούς που δεν έδειξαν στη ζωή τους έλεος για τους άλλους, τι πρέπει αντιστρόφως να πούμε για τον άγιο Παντελεήμονα, ο οποίος όχι απλώς είχε και έδειξε έλεος και αγάπη στους συνανθρώπους του, αλλά είχε και έδειξε το μεγαλύτερο έλεος που μπορεί να βρεθεί σε άνθρωπο, και ενόσω ζούσε και μετά το μαρτυρικό του τέλος; Μία πραγματικότητα, που δεν την διαπιστώσαμε μόνοι μας οι άνθρωποι, αλλά την απεκάλυψε και ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίος ακριβώς του έδωσε κι αυτήν την προσωνυμία.
Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος έφτασε πράγματι σε επίπεδα θεϊκά, αφού μόνον ο Θεός μπορεί κατ’ ουσίαν να χαρακτηριστεί ως καθ’ υπερβολήν και υπερθετικά Παντελεήμων, γεγονός που μας δίνει το δικαίωμα να λέμε ότι ο άγιος έγινε δίοδος των χαρίτων του Θεού στον κόσμο, φανέρωση της βασιλείας της αγάπης Του σε αυτόν. Και βεβαίως εννοούμε ότι το έλεος του αγίου – προέκταση κατ’ αλήθεια του ελέους του Θεού – εκτεινόταν και συνεχίζεται βεβαίως να εκτείνεται μέχρι σήμερα και στα σώματα, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων.
Ο Άγιος Παντελεήμων καιόμενος
Δεν είναι τυχαίο που ο Κύριος τον χαρίτωσε μ’ αυτόν τον τρόπο. Ο Θεός, γνωρίζουμε, δίνει πλούσια το έλεός Του σ’ εκείνους που η καρδιά τους έχει και κάποια «φυσική» κλίση συμπαθείας προς τους συνανθρώπους τους. Ο άγιος από μικρός έδειξε την με αγάπη στροφή του προς τους άλλους, όταν θέλησε να σπουδάσει μία επιστήμη, που είναι ακριβώς κοντά στον άνθρωπο, μάλλον η πιο κοντινή σ’ αυτόν, διότι στέκεται δίπλα στον πόνο του: την ιατρική.
Κανείς δεν σπουδάζει ιατρική – και μιλάμε με αληθινή έφεση ψυχής κι όχι επαγγελματικά – αν η καρδιά του δεν «κτυπάει», έστω και λίγο, συντονισμένα με τους κτύπους της καρδιάς των ανθρώπων. Πολλαπλασίως ο Θεός προσφέρει το έλεός Του σ’ εκείνους που επέλεξαν και αγωνίστηκαν στη ζωή τους να σταθούν στην κύρια εντολή Του, την αγάπη.
Ο άγιος Παντελεήμων, λοιπόν, και από φυσικού του και με τη θέλησή του είδε να πολλαπλασιάζεται το έλεος του Θεού σ’ αυτόν, έλεος που τελικός αποδέκτης του είμαστε εμείς οι άνθρωποι σ’ όλες τις εποχές.
Αυτήν τη φυσική, αλλά και χαρισματική ταυτόχρονα ανέλιξη του πνεύματός του μάς την προβάλλει με ωραιότατες εικόνες και χαρακτηρισμούς ο ποιητής της Εκκλησίας μας. Ο άγιος, εν πρώτοις, πέραν από πρώτο των αναργύρων αγίων της Εκκλησίας, συνιστά, κατ’ αυτόν, έναν «παιδαριογέροντα», ένα γέροντα δηλαδή στη σύνεση, αλλά από την παιδική του ήδη ηλικία. «Ἀνατείλας οἷα περ ἀστήρ, φέρων ἐν νεότητι, πρεσβυτικὴν καὶ θεόφρονα σύνεσιν».
Διότι από παιδάκι φανέρωσε τη στροφή του προς τον Θεό, όταν του δόθηκαν πολλές αφορμές ν’ ακολουθήσει άλλη πορεία από τη χριστιανική, με τις προτροπές του ειδωλολάτρη πατέρα του. Εκείνος όμως, σαν νέος Ηρακλής, στο κρίσιμο σταυροδρόμι της νεότητας, επιλέγει τον δρόμο που ακολουθεί η ευσεβέστατη μητέρα του και γίνεται χριστιανός. «Μεγαλέμπορον» τον χαρακτηρίζει εν προκειμένω ο υμνογράφος, διότι αντάλλαξε προσφυώς τα εύκολα πάθη της νεότητας και τον ολισθηρό δρόμο, στον οποίο αυτά οδηγούν, με τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Από την άλλη, ο υμνογράφος επισημαίνει κι ένα βασικότατο στοιχείο της πνευματικής ζωής: τη χειραγωγία του από πνευματικό πατέρα. Ο άγιος Παντελεήμων ναι μεν «πειράστηκε» με ό,τι πρόβαλλε σ’ αυτόν ως πρότυπο ζωής ο πατέρας του, αλλά ευλογήθηκε από τον Θεό με τη χαρισματική μορφή πρώτα της μητέρας του, κυρίως όμως με την διακριτική καθοδήγηση του ιερέα Ερμολάου.
Ο Ερμόλαος ήταν ο πνευματικός του, ο γέροντάς του, που διαρκώς τον ενίσχυε και τον προσανατόλιζε στον ουρανό. Και η επιβεβαίωση της χάρης αυτής του Θεού στον άγιο έρχεται με τον παραδοξότερο τρόπο, άνωθεν: ο ίδιος ο Χριστός τον ενισχύει στα μαρτύριά του, αλλά με τη μορφή του αγίου Ερμολάου. Αγαθή διάθεση ψυχής, γνωμικό θέλημα στραμμένο προς τον Θεό, πνευματική χειραγωγία από πνευματικό: τα στοιχεία που κινητοποιούν τη χάρη του Θεού, για να γίνει κανείς άγιος, έστω και σ’ ένα βαθμό, σαν τον άγιο Παντελεήμονα. (παπα Γιώργης Δορμπαράκης)
οι Ύμνοι στον Άγιο

Tον καιρό που τα μαύρα σύννεφα της ειδωλολατρείας σκέπαζαν απειλητικά όλη την οικουμένη, στα τέλη δηλαδή του τρίτου αιώνα μετά Χριστόν, γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Παντελεήμων.
Την εποχή εκείνη αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο φοβερός διώκτης των Χριστιανών, οΜαξιμιανός. Ο πατέρας του λεγόταν Ευστόργιος και ήταν ειδωλολάτρης αξιωματούχος, μέλος της συγκλήτου.Η μητέρα του λεγόταν Ευβούλη και ήταν θερμή Χριστιανή. Το όνομα που έδωσαν στο παιδί τους ήταν Παντολέον. Ο Παντολέον ήταν πολύ έξυπνος, ευγενικός, επιμελής, ταπεινός και πράος, γεμάτος αρετή, παρ’ όλο που ακόμη δεν είχε βαπτιστή Χριστιανός. Όταν μεγάλωσε, ο πατέρας του τον παρέδωσε σ’ ένα φημισμένο γιατρό, τον Ευφρόσυνο, για να του διδάξει τηνιατρική επιστήμη.
Σε λίγο καιρό ο Παντολέον ξεπέρασε όλους τους συνομήλικους του στη μόρφωση και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το χαρακτήρα του. Ο ίδιος ο αυτοκράτορας, μαθαίνοντας για την αρετή και την εξυπνάδα του, τον προόριζε για να γίνει γιατρός στο παλάτι, ο γιατρός των ανακτόρων.
Στάση Α’ Γάλακτι παμμάκαρ, ευσεβείας τραφείς, και εις άνδρα αυξηθείς τελειότητος, προσηνέχθης ως θυσία τω θεώ.
Τον ίδιο καιρό ο γέροντας ιερέας της Νικομήδειας Ερμόλαος, φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα κάλεσε στο σπίτι που κρυβόταν τον Παντολέοντα για να τον γνωρίσει. Αφού συνομίλησαν για πολλή ώρα, ο Ερμόλαος κατενθουσιάστηκε από τις αρετές που κοσμούσαν τον νέο και αποφάσισε να του γνωρίσει την πίστη στο Χριστό. Έτσι αναπτύχθηκε ανάμεσα τους μια άριστη πνευματική σχέση. Ο Παντολέον επισκεπτόταν καθημερινά τον Άγιο Ερμόλαο και απολάμβανε τους Χριστιανικούς του λόγους. Στερεωνόταν έτσι σιγά σιγά στην αληθινή πίστη.
Στάση Α’ Διδαχαίς ενθέοις, Ερμολάου πεισθείς, τον Χριστόν Παντελεήμων προέκρινας, υπέρ πάντων των γηίνων και φθαρτών.
Ένα εντυπωσιακό γεγονός κάνει τον Παντολέοντα να πάρει τη σοβαρή και γενναία απόφαση να δεχθεί το Άγιο Βάπτισμα, να γίνει Χριστιανός. Ενώ περπατούσε στο δρόμο συνάντησε ένα παιδί που το δάγκωσε μια οχιά και πέθανε. Λέει λοιπόν στον εαυτό του: Θα προσευχηθώ στο Χριστό να αναστήσει αυτό το παιδί και αν πράγματι το παιδί αναστηθεί, εγώ πια δεν υπάρχει λόγος να καθυστερώ τη βάπτισή μου, θα γίνω Χριστιανός, θα πιστέψω ότι ο Χριστός είναι ο Θεός ο αληθινός, ο Σωτήρας του κόσμου. Αυτά σκέφτηκε και προσευχήθηκε θερμά στον Κύριο. Αμέσως το παιδί ζωντάνεψε και το φίδι απέθανε.
Στάση Α’ Ευπροσδέκτω μάκαρ, προσευχή προς Θεόν, το δηχθέν υπο εχίδνης παιδάριον, νεκρωθέν εζωοποίησας ευθύς.
Γεμάτος χαρά ο Παντολέον τρέχει στο γέροντα Ερμόλαο, του διηγείται το θαύμα και του ζητά να τον βαπτίσει. Και ο Ερμόλαος, επειδή γνώριζε ποιος οδηγείται στην τελειότητα, γεμάτος συγκίνηση οδήγησε στο φωτισμό του θείου βαπτίσματος τον Παντολέοντα.
Στάση Α’ Ήνπερ ενεδύθης λαμπροφόρον στολήν, του σεπτού Παντελεήμον βαπτίσματος, επορφύρωσας αιμάτων σου ροαίς.
Από τότε ο Παντολέον έγινε ανάργυρος ιατρός. Θεράπευε με τη δύναμη του Ιησού Χριστού τους ασθενείς, χωρίς να παίρνει καθόλου χρήματα. Ακόμη, όταν εύρισκε φτωχούς τους βοηθούσε ποικιλότροπα, δίνοντας τους χρήματα και άλλα αναγκαία είδη. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά θαύματα του Αγίου ήταν η θεραπεία ενός τυφλού, με τη δύναμη και πάλι του παντοδύναμου Θεού μας, του Χριστού.
Στάση Α’ Προσευχή σου θεία, προς τον μόνον Θεόν, οφθαλμούς του τυφλωθέντος διήνοιξας, αθλητά Παντελεήμον θαυμαστώς.
Οι θαυμαστές θεραπείες του Αγίου προκάλεσαν το θαυμασμό των κατοίκων της Νικομήδειας, αλλά και το μίσος και το φθόνο των άλλων ιατρών της πόλης. Οι τελευταίοι κατάγγειλαν τον Παντολέοντα στον Αυτοκράτορα Μαξιμιανό, το φοβερό αυτό διώκτη του Χριστιανισμού. Ο Μαξιμιανός κάλεσε τον Άγιο στα ανάκτορα για να ζητήσει εξηγήσεις. Ο Άγιος ομολόγησε με θάρρος ότι είναι Χριστιανός. Ο αυτοκράτορας στην αρχή προσπάθησε να τον πείσει με διάφορες κολακείες και υποσχέσεις να αρνηθεί το Χριστό και να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Παντολέον όμως έμεινε πιστός και ακλόνητος. Δεν αρνήθηκε. Δεν πρόδωσε το Χριστό.
Στάση Α’ Ιταμώ θυμώ τε, και βασάνοις ομού, επειράτο σε σπαράξαι ο τύραννος, αλλ’ αντέστης, γενναιόφρον, καρτερώς.
Ο αυτοκράτορας εξαγριωμένος, διέταξε φοβερά βασανιστήρια, για να κλονίσει τον Άγιο και να τον εξαναγκάσει να θυσιάσει στα είδωλα.
Οι στρατιώτες του αυτοκράτορα, άρχισαν να του ξέουν τη σάρκα με μαχαίρια και να καίνε τις πληγές με λαμπάδες. Ο Χριστός, όμως,ήλθε σε βοήθεια του Αγίου και του θεράπευσε τις πληγές, φωτίζοντάς τον με αστραπές.
Στάση Α’ Ξύλω κρεμμασθείς, και σιδήρω εκκοπείς τας σάρκας, και λαμπάσι μάκαρ φλεγόμενος, ουκ ηρνήσω τον γλυκύτατον Χριστόν.
Στη συνέχεια έβαλαν τον Παντολέοντα μέσα σε ένα καζάνι που έβραζε. Με τη βοήθεια όμως και πάλι του Θεού ο Άγιος έμεινε σώος και αβλαβής και η φωτιά θαυματουργικά έσβησε.

Στάση Α’ Λέβητι βληθείς, εν μολύβδω πεπυρακτωμένω, ω Παντελεήμον στερρόψυχε, προσευχή σου εφυλάχθης αβλαβής.
Ακολούθως βύθισαν τον Άγιο στα βάθη της θάλασσας, αφού έδεσαν στο λαιμό του μια τεράστια πέτρα. Ο Χριστός, όμως, έκανε την πέτρα πιο ελαφριά από φύλλο και έδωσε στον Παντολέων τη δύναμη να περπατά πάνω στα νερά. Έτσι σώος και αβλαβής, βγήκε στη στεριά.
Στάση Α’ Μέγας Αθλητά, σω τραχήλω λίθος εκρεμάσθη, και απορριφθείς εν τοις ύδασιν, ως ο Πέτρος εφυλάχθης αβλαβής.
Στη συνέχεια έρριξαν τον Άγιο σε πεινασμένα άγρια θηρία. Όμως τα ζώα, αντί να τον κατασπαράξουν, έγλειφαν ήρεμα και ειρηνικά με τη γλώσσα τους τα πόδια του, κουνόντας τις ουρές τους.
Στάση Α’ Ώσπερ Δανιήλ, τοις θηρίοις δέδωσαι εις βρώσιν, αλλ’ εκ τούτων μάκαρ αλώβητος εφυλάχθης, τη δυνάμει του Χριστού.
Έκπληκτος αλλά και εξαγριωμένος ο ηγέμονας, διατάσσει τον αποκεφαλισμό του Αγίου. Θαυματουργικός το ξίφος λυγίζει και αντί αίμα τρέχει γάλα. Λίγο πριν από το μαρτυρικό δια αποκεφαλισμού θάνατο του Αγίου, ακούσθηκε φωνή απ’ τον ουρανό. Ήταν η φωνή του Θεού που του έδωσε το όνομα Παντελεήμων, που σημαίνει τον Άγιο που όλους τους βοηθά και τους ελεεί ακόμη και τους εχθρούς του.
Στάση Α’ Ξένον καθωράθη, όντως θαύμα φρικτόν, ότι γάλα αντί αίματος έρρευσεν, εκτμηθείσης της σεπτής σου κεφαλής.
Το Τίμιο Σώμα του Αγίου τάφηκε με τιμές από τους Χριστιανούς. Η εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 27 η Ιουλίου.
Στάση Α’ Τα σεπτά οστά σου, νυν εν θήκαις λαμπραίς, ευωδίαν αποπνέουσιν άρρητον, και παρέχουσιν ιάσεις τοις πιστοίς.
Άπολυτίκιον. Ήχος γ’. 
Αθλοφόρε Άγιε καί ιαματικέ Παντελεήμων, πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταίς ψυχαίς ημών.

Άπολυτίκιον. Ήχος γ’. Θείας Πίστεως. 
Θείων τρόπων σου, τη επιστήμη, νέμεις άμισθον, την θεραπείαν, των ψυχών και των σωμάτων εν Πνεύματι, όθεν ημάς πάσης νόσου απάλλαξον, Παντελεήμων ελέους θησαύρισμα. Μάρτυς ένδοξε Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος. (πηγή)

Ἐγκώμια εἰς τόν Ἅγιο Παντελεήμονα 
ποιηθέντα ὑπό τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Πολυκάρπου Κόμη
ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ
Ἦχος πλ. α’.
Μακαρίζομέν σέ, στρατιώτα Χριστοῦ, ἔκτελοῦντες τήν Λαμπρᾶν σου πανήγυριν, θαυμαστέ Παντελεῆμον εὐσεβῶς.
Μακαρίζομεν σέ, ὁλοψύχως σοφέ, ἀθλητά Παντελεῆμον φερώνυμε, καί τιμῶμεν τό μαρτύριον τό σόν.Ἡ ἀκροστιχίς κατ’ ἀλφάβητον…
Ἀσωμεν προφρόνως, φιλομάρτυρες νῦν, εορτήν τήν φωτοφόρον γηθόμενοι, τοῦ σεπτοῦ Παντελεήμονος ὠδαῖς.
Βουληθεῖς ὑμνῆσαι, τούς ἀγώνας τούς σούς, φώτισόν μου διανοίας τά ὄμματα, τῆ σοφία τῆ δοθείση σοί σοφέ.
Γάλακτι παμμάκαρ, εὐσεβείας τραφεῖς, καί εἰς ἄνδρα αὐξηθεῖς τελειότητος, προσηνέχθης ὡς θυσία τῷ Θεῷ.
Διδαχαῖς ἐνθέοις, Ἔρμολάου πεισθεῖς, τόν Χριστόν Παντελεῆμον προέκρινας, ὑπέρ πάντων τῶν γηΐνων καί φθαρτῶν.
Εὐπροσδέκτω μάκαρ, προσευχή πρός Θεόν, τό δηχθέν ὑπό ἐχίδνης παιδάριον, νεκρωθέν ἐζωοποίησας εὐθύς.
Ζωτικαῖς εὐχαῖς σου, ζώωσον καί ἡμᾶς, νεκρωθέντας ἐν πολλοῖς παραπτώμασι, σέ κλεινέ Παντελεῆμον ἕξαιτῶ.
Ἠνπερ ἐνεδύθης, λαμπροφόρον στολήν, τοῦ σεπτοῦ Παντελεῆμον, βαπτίσματος, ἐπορφύρωσας αἱμάτων σου ροαῖς.
Θεία σου συνέσει, καί ἐν λόγοις σοφοῖς, θαυμαστέ Παντελεῆμον ωδήγησας, πρός εὐσέβειαν γεννήτορα τόν σόν.
Ἰταμῶ θυμῶ τέ, καί βασάνοις ὁμοῦ, ἐπειράτο σέ σπαράξαι ὁ τύραννος, ἀλλ’ ἀντέστης γενναιόφρον καρτερῶς.
Κλέος ἀνεδείχθης, τῶν μαρτύρων Χριστοῦ, καί τῶν θείων Ἀναργύρων ἐφάμιλλος, τάς ἰάσεις ἀπονέμων δωρεάν.
Λάμψας ἐν ἀθλήσει, ὡς ἀδάμας στερρῶς, ὁ Θεός Παντελεῆμον ἐν θαύμασι, σέ κατηύγασε ταῖς τούτων ἀστραπαῖς.
Μιμητής ὑπάρχων, τοῦ εὐσπλάγχνου Θεοῦ, σού τόν πλοῦτον τοῖς πτωχοῖς διεσκόρπισας, τόν οὐράνιον κερδίσας πολλαπλῶς.
Νεανίας ὤφθης, καθαρός τῆ ψυχῆ, ὡς λευκή περιστερά καί τῷ σώματι, ὡς κυπάρισσος ὑψίκορμος σοφέ.
Ξένον καθωράθη, ὄντως θαῦμα φρικτόν, ὅτι γάλα ἀντί αἵματος ἐρρευσεν, ἐκτμηθείσης τῆς σεπτῆς σου κεφαλῆς.
Ὅλος προθυμία, καί στοργή θεϊκή καί ἀνδρεία πεπλησμένος ἐκήρυττες, ὤ σοφέ Παντελεῆμον τόν Χριστόν.
Προσευχή σου θεία, πρός τόν μόνον Θεόν, οφθλαμούς του τυφλωθέντος διήνοιξας, ἀθλητά Παντελεῆμον θαυμαστῶς.
Ρεῖθρα καθ’ ἐκάστην ἀναβρύεις σοφέ, ὡς ἐκ κρήνης ζωηρᾶς τά ἰάματα, τοῖς πιστοῖς Παντελεῆμον δωρεάν.
Συσχεθεῖς τῷ φθόνω, ἰατρῶν ὁ ἑσμός, κατιδών σέ τόν τυφλόν ἰασάμενον, τῷ θανάτω σέ παρέδωκεν σοφέ.
Τά σεπτά ὀστᾶ σου, νῦν ἐν θήκαις λαμπραῖς, εὐωδίαν ἀποπνέουσιν ἄρρητον, καί παρέχουσιν ἰάσεις τοῖς πιστοῖς.
Ὕμνους καί δεήσεις, σοί προσάδομεν νῦν, ἄς Θεῶ Παντελεῆμον προσάγαγε, ἐλεῆσαι καί ἡμᾶς ὡς ἀγαθός.
Φωτεινός ὑπάρχων, παμμεγέθης ἀστήρ, τοῦ Χριστοῦ τῆς Ἐκκλησίας Ἀνάργυρε, καταυγάζεις τούς πιστούς διαπαντός.
Χάριτος δοχεῖον, προϋπάρχων σοφέ, ἐπληρώθης τῶν χαρίτων τοῦ Πνεύματος, καί χαρίτων ἐμπιπλάς τούς εὐσεβεῖς.
Ψάλλωμεν προθύμως, φιλέορτων πληθύς, τά σεπτοῦ Παντελεήμονος τρόπαια, ἵνα σχῶμεν τοῦτον πρέσβυν πρός Θεόν.
Ω Παντελεῆμον, ἀθλητῶν χαρμονή, καί ἡμῶν τῶν σέ τιμώντων τό καύχημα, καθικέτευε Χριστόν ὑπέρ ἡμῶν.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ…
Ταῖς τοῦ Ἀναργύρου, προσευχαῖς Ω Τριάς, Πάτερ, Λόγε καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, πάσης βλάβης τοῦ ἐχθροῦ ρῦσαι ἡμᾶς.
Καί νῦν…
Ἡ ἐνδοξότερα, νοερῶν στρατειῶν, σύν σεπτῶ Παντελεήμονι πρέσβευε, τῷ Υἱῶ σου ὑπέρ πάντων τῶν πιστῶν.

ΣΤΑΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΗ

Ἦχος πλ. α’.
Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σέ Παντελεῆμον, τόν ἐν ἀθλόφοροις ὑπέρτερον, καί τῆς πίστεως ὑπέρμαχον στερρόν.Ἄξιόν ἐστι, τοῦ γεραίρειν σέ Παντελεῆμον, τό τῆς Ἐκκλησίας ἀγλάϊσμα, καί μαρτύρων ἐγκαλλώπισμα τερπνόν.
Ἡ ἀκροστιχίς κατ’ ἀλφάβητον.


Ἀσμασι πιστοί, εὐφημήσωμεν ἐπινικίοις, μνήμην τήν αγίαν γηθόμενοι, τοῦ κλεινοῦ Παντελεήμονος σεπτῶς.

Βάπτισμα σοφέ, τό σωτήριον Παντελεῆμον, ἐκ τοῦ Ἐρμολάου δεξάμενος, συνετάφης καί συνέζησας Χριστῷ.
Γέρας ἐκ Θεοῦ, κομισάμενος Παντελεῆμον, τούτω μετά δόξης παρίστασαι, τρισηλίου ἐμφορούμενος φωτός.
Δέχου τάς εὐχάς, τῶν αἰτούντων σέ Παντελεῆμον, καί τάς νόσους πάντων θεράπευσον, ὡς πανάριστος ἀκέστωρ καί σοφός.
Ἔχαιρες σοφέ, προορώμενος τάς ἀντιδόσεις, ἄς σοί ὁ Χριστός προητοίμασε, στέφος ἄφθαρτον καί ἄληκτον.
Ζεῦγος θαυμαστόν, ὤ Ἐρμόλαε – Παντελεῆμον, θείων Ἀναργύρων ἐφάμιλλοι, δυσωπεῖτε τόν Θεόν ὑπέρ ἡμῶν.
Ἥλιος φαιδρός, κατελάμπρυνε τήν Ἐκκλησίαν, τοῖς τῶν θαυμάσιων πυρσεύμασιν, ὁ σεπτός Παντελεήμων τηλαυγῶς.
Θεία σου εὐχῆ, τόν παράλυτον ἔγειρας μάρτυς, πάντας τούς ἀπίστους κατέπληξας, καί ἐπίστευσαν Χριστῷ τῷ ἀληθῆ.
Ἴδε συμπαθῶς, ὤ ἀνάργυρε Παντελεῆμον, τούς ἐν ἀσθενεία ὑπάρχοντας, καί παράσχου ιατρείαν ἐνεργῶς.
Κάραν σου σεπτήν, ἡ Μονή τῆς Παναχράντου, Ἀνδρου, ἔχει ὥσπερ πλοῦτον πολύτιμον ὅθεν δόξαν ἀναπέμπει πρός Θεόν.
Λέβητι βληθεῖς, ἐν μολύβδω πεπυρακτωμένω, ὤ Παντελεῆμον στερρόψυχε, προσευχή σου ἔφυλάχθης ἀβλαβής.
Μέγας Ἄθλητα, σῶ τραχήλω λίθος ἐκρεμάσθη, καί ἀπορριφθεῖς ἐν τοῖς υδασιν, ὡς ὁ Πέτρος ἐφυλάχθης ἀβλαβής.
Νέος εὐπρεπής, ἐν τῷ ἄνθει τῆς νεότητός σου πρός Χριστοῦ ἀγάπην ἐξήνθησας, καί νῦν μάρτυς εἰς παράδεισον ἀνθεῖς.
Ξύλω κρεμασθεῖς, καί σιδήρω ἐκκοπείς τάς σάρκας, καί λαμπάσι μάκαρ φλεγόμενος, οὐκ ηρνήσω τόν γλυκύτατον Χριστόν.
Ὅλος φαεινός, ἐν ἐσθῆτι σέ πεποικιλμένη, τοῖς τοῦ μαρτυρίου σου αἵμασι, τῷ Χριστῷ συμβασιλεύεις ἀληθῶς.
Πτύσας σου πατρός, τήν ἀσέβειαν Παντελεῆμον, σής μητρός ζηλώσας εὐσέβειαν, ἐκολλήθης τῷ Χριστῷ ὁλοσχερῶς.
Ρεῖθρα δαψιλῶς, ἰαμάτων ὤ Παντελεῆμον, τά σεπτά σου βρύουσι λείψανα, τοῖς ἐν πίστει προσιοῦσιν ἐν αυτοῖς.
Σῶμά σου σοφέ, ἀνηκέστοις παρόδους βασάνοις, δι’ ἀγάπην μάρτυς τοῦ Κτίστου σου, συνευφραίνη μετ’ αὐτοῦ ἐν ουρανοῖς.
Τέτρωμαι δεινῶς, ὤ Ἀνάργυρε ποικίλαις νόσοις, ἐκτεινον τήν χεῖρά σου σῶσον με, ἵνα πάντοτε δοξάζω σέ θερμῶς.
Ὕψιστε Θεέ, ἱκετεύει σέ Παντελεήμων, φόβον σου τόν θεῖον ἐμφύτευσον, καί ἡμῖν πράττειν τό θέλημα τό σόν.
Φρίττει ἐμμανῶς, ἐπικλήσει τοῦ ὀνόματός σου, ὤ Παντελεῆμον ἀνάργυρε, καί δαιμόνων δραπετεύει ὁ ἑσμός.
Χάριν ἐκ Θεοῦ, μάρτυς εἴληφας Παντελεῆμον, πάντων θεραπεύειν νοσήματα, καί παρέχειν τοῖς τυφλώττουσι τό φῶς.
Ψάλλων ὁ Δαυΐδ, θείω πνεύματι Παντελεῆμον, δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσεται, προεώρα εὐδοκίμησιν τήν σήν.
Ὥσπερ Δανιήλ, τοῖς θηρίοις δέδωσαι εἰς βρῶσιν, ἄλλ’ ἐκ τούτων μάκαρ ἀλώβητος, ἐφυλάχθης τή δυνάμει τοῦ Χριστοῦ.
Δόξα Πατρί καί Υἱῷ….
Ἄναρχε Τριάς, Πάτερ, Λόγε καί τό θεῖον Πνεῦμα, φύλαττε καί σκέπε τούς δούλους σου, τοῦ σεπτοῦ Παντελεήμονος λιταῖς.
Καί νῦν…
Τόν Ἐμμανουήλ, ὄν ἐκύησας ἀρρήτω τρόπω, τοῦτον Θεοτόκε ἱκέτευε, ἵνα σώση τούς ἐλπίζοντας εἰς σέ.
ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ

Ἦχος γ’.
Αἰ γενεαί πᾶσαι, μακαρίζομεν σέ, σοφέ Παντελεῆμον.
Αἰ γενεαί πᾶσαι, μακαρίζομεν σέ, Ἀνάργυρον τόν θεῖον.Ἡ ἀκροστιχίς κατ’ ἀλφάβητον.


Ἀγγέλων καί μαρτύρων, ἐξίσταντο αι τάξεις, ὁ ρῷσαί σου τούς ἄθλους.
Βάσιν καί κρηπίδα, πλουτεῖ σέ Ἐκκλησία, σοφέ Παντελεῆμον.

Γῆ καί πόλος μάρτυς, βροτοί μετά ἀγγέλων, υμνοῦσί σου τήν μνήμην.
Διάσωσον κινδύνων, κλεινέ Παντελεῆμον, τούς σέ παρακαλοῦντας.
Εἰκών σου ἡ ἁγία, Παντελεῆμον βρύει, κρουνούς θείων ναμάτων.
Ζηλώσας τῷ Κυρίω, ὤ Παντελεῆμον, ὑπέρ αυτοῦ ἐτύθης.
Ἡ Ὀρθοδοξία, σύμπασα δοξάζει, τήν ἱεράν σου μνήμην.
Θεράπευσον τά πάθη, ψυχῶν τέ καί σωμάτων, ἡμῶν Παντελεῆμον.
Ἱερέων δῆμος, ἀσμάτων μελωδίαις, τήν μνήμην σου γεραίρει.
Καύχημα ὑπάρχεις, ἀγλάϊσμα καί δόξα, Χριστοῦ τῆς Ἐκκλησίας.
Λειψάνων σου τήν θήκην, πίστει προσκυνοῦντες, ἁγιασμόν ἀντλοῦμεν.
Μνημόνευε ἀπαύστως, κλεινέ Παντελεῆμον, ἡμῶν τῶν ἱκετῶν σου.
Ναόν σου κεκτημένοι, θεῖον ἰατρεῖον, προστρέχομεν ἐν τούτω.
Ξίφει τελειοῦσαι, συγκόψας τοῦ Βελίαρ, τήν ὀλέθριαν κάραν.
Ὅλην τήν ζωήν σου, εὐεργετῶν διῆλθες, σοφέ Παντελεῆμον.
Παντελεῆμον μάκαρ, ὑμνοῦμεν τούς ἀγώνας, καί τό μαρτύριόν σου.
Ρώννυσι τάς νόσους, καί πνεύματα διώκει, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ.
Σοφέ Παντελεῆμον, χαράν καί εὐφροσύνην, παράσχου τῷ λαῷ σου.
Τυφλούς καί πάσαν νόσον, ὁ Παντελεήμων, ἰᾶται ἀναργύρως.
Ὑπάρχων ἐν ὑψίστοις, ευλόγησον τρισμάκαρ, τούς σέ ὑμνολογοῦντας.
Φώτισον νοός μου, τά ὄμματα τοῦ βλέψαι, τρανώτερον τόν Κτίστην.
Χαρᾶς μου τήν καρδίαν, ἐμπλησον εὐχαῖς σου, στερρέ Παντελεῆμον.
Ψυχήν μου τήν ἀθλίαν, διάσωσον λιταῖς σου, σοφέ Παντελεῆμον.
Ὡς ἀντιμισθίαν, ἀνθ’ ὧν ἡμῖν παρέχεις, προσφέρομεν σοι μύρα.
Δόξα Πατρί καί Υἱῷ…
Ω Τριάς Θεέ μου, σῶσον ἡμᾶς σῶσον, βυθοῦ τῆς ἁμαρτίας.
Καί νῦν…
Παρθένε Θεοτόκε, ἐν ὥρα τοῦ θανάτου, σπεῦσον βοήθησόν μοι.
ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΑ
Εὐλογητός εἰ Κύριε, δίδαξόν μέ Ἀνάργυρον ὑμνῆσαι.
Οἱ χοροί τῶν ἀγγέλων, καί μερόπων ὀρῶντες, κατεπλάγησαν μάκαρ, τούς ἀγώνας τούς στερρούς, τήν ἀνδρεῖαν καί πίστιν, δι’ ὧν τόν Χριστόν μάρτυς ὠμολόγησας, Ὄν Παντελεῆμον ἀεί ἱκέτευε.Εὐλογητός εἰ Κύριε, δίδαξόν μέ τόν Ἀθλοφόρον μέλψαι.
Τί δακρύων σταλαγμούς προχέετε, φιλομάρτυρες τῷ ἀναργύρω, καν ἐσφάγη ὡς κριός, δι’ ἀγάπην Κυρίου, νῦν ἐν ουρανοῖς σύν αὐτῷ εὐφραίνεται, δυσωπῶν ἀπαύστως ἠμᾶς λυτρώσασθαι.
Εὐλογητός εἰ Κύριε, δίδαξόν μέ τόν Μάρτυρα δοξᾶσαι.
Λίαν θερμῶς, ἐν σταδίω ἔδραμεν, ὁ θεοσοφός Παντελεήμων, καί βασάνων οἰκισμούς, ὑπομείνας γενναίως, ὥσπερ ἀετός πρός Χριστόν ἐπέτασεν, Ὄν ἀεί αἰτεῖται σωθῆναι ἅπαντας.
Εὐλογητός εἰ Κύριε, δίδαξόν μέ τόν Ιατρόν νῦν ἆσαι.
Μυριπνόους ἀκτίνας, ἰαμάτων ἐκπέμπει, σου ἡ πάνσεπτος κάρα, καί παρέχει τοῖς τυφλοῖς, τήν υγείαν κατ’ ἄμφω’ ὅθεν καί ἡμεῖς πιστῶς ἐκβοῷμέν σοι, ἰατρός Παντελεῆμον γενοῦ τοῖς δούλοις σου.
Δόξα Πατρί καί Υἱῶ…
Τήν Ἁγίαν Τριάδα, προσκυνήσωμεν πάντες, οι πιστοί ὁμοφρόνως, σύν Υἱῶ τόν Πατέρα, καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, σύν τοῖς Σεραφείμ τόν ὕμνον προσάδοντες• Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἰ Κύριε.
Καί νῦν…
Τήν Ἁγίαν Παρθένον, ευφημήσωμεν πάντες, οι πιστοί κατά χρέος, τήν τεκοῦσαν ἐν σαρκί, τόν Θεόν καί Σωτήρα, ὄν ὑπέρ ἡμῶν οὐ παύει πρεσβεύουσα, λυτρωθῆναι κινδύνων καί περιστάσεων.
Ἀλληλούια, Ἀλληλούια, Ἀλληλούια, δόξα σοι ὁ Θεός, (τρίς).
ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΚΑΙ ΕΝΔΟΞΟΝ 

ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΝ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ 
Μετά τον ευλογητόν, το Κύριε εισάκουσον…(Ψαλμ 142)
Είτα το, Θεός Κύριος∙ και το Τροπάριον Ηχος Δ΄
Ο Υψωθείς εν τω Σταυρώ…
Ως στρατιώτην του Χριστού γενναιότατον, και Αναργύρων Ιατρόν τον σοφώτατον, ανευφημούμεν άπαντες εκ βάθους ψυχής, πόθω εορτάζοντες, την αγίαν σου Μνημην, Παντελεήμων ένδοξε, και πιστώς σοι βοώμεν∙ τας νόσους πάντων ίασαι ημών, ταίς προς Χριστόν τον Θεόν, θερμαίς σου δεήσεσι.
Δόξα, Και νύν Θεοτόκιον. Ου σιωήσωμεν πότε….
Ο Ν. (Ψαλμ 50). Και ο Κανών.
Ωδή Α Ήχος Πλ. Δ΄. Υγράν διοδεύσας
Πρό του Μαρτυρίου του σου, Σοφέ, ως περ, τον θανόντα, ανεζώωσας εν Χριστώ, ούτω νεκρωθέντας δήγματι αμαρτίας, ημάς ταίς σαίς πρεσβείαι πάντας ανάστησον.
Αφθόνως την χάριν παρά Θεού, λαβών ιαμάτων, τας ιάσεις πάσας Σοφέ, παρέχεις αφθόνους τοίς εν πίστει, Παντελεήμων προσιούσι τη Εικόνι σου.
Νεκρωθείς τω Κόσμω και τον Χριστόν, ω Παντελεήμων, ενδυσάμενος εν χαρά, γέγονας δοχείον του Πνεύματος θεόφρον, τοίς πάσιν αναργύρως βραβεύων ίασιν.
Θεοτόκιον
Σταγόνα κατανύξεως τω οικτρώ, όμβρησόν μοι, Κόρη, αναστάλλουσα βλαβερόν, καύσωνα καρδίας μου Παρθένε, εξαίρουσα πάθη τα πολεμούτα με.
Ωδή Γ΄. Συ ει το στερέωμα.
Τας νόσους θεράπευσον, Παντελεήμων, του δούλου σού, και την εμήν, ευχαίς σου καρδίαν, τη δυνάμει σου εύφρανον.
Ένδοξε, συ καύχημα, του προσιόντος σοι πέφυκας, συ Ιατρός, εμού τηκομένου , υπό νόσων και θλίψεων.
Λαβών, ω Ανάργυρε, παρά Χριστού χάριν άφθονον, δούναι πιστοίς, ιάσεις των νόσων, τούτων συ με διάσωσον.
Θεοτόκιον
Έχεις εν αγκάλαις σου, τον Ποιητήν πάσης Κτίσεως∙ τούτον διό, δυσώπει, Παρθένε, εκ κινδύνων ρυσθήναί με.
Ωδή Δ΄. Εισακήκοα Κύριε…
Επί σε νύν κατέφυγον, ω Παντελεήμων θείε Ανάργυρε, μη παρίδης με τον άθλιον, αλλ’ ευχαίς σου θείαις διαφύλαξον.
Ηρεμίαν μοι δώρησε, Μάρτυς εν τω βίω και νόσων ίασιν, ταίς ενθέρμοις σου εντεύξεσι τω τη ση Εικόνι προσπελάζοντι.
Μάρτυς ένδοξε πρόφθασον, και της αμαρτίας με κυματούμενον, δεινώ σάλω ταίς πρεσβαίαις σου, όρμον προς ακύμαντον οδήγησον.
Θεοτόκιον
Ράβδον θείαν ο ένδοξος, πάλαι Ησαΐας σε κατωνόμασεν, άνθος φέρουσαν τον Κύριον, Θεοτόκε Μήτερ Αειπάρθενε.
Ωδή Ε΄. Φώτισον ημάς.
Όμβρησον μοι νύν , υετόν τον του ελέους σου, και της αμαρτίας μου τα οβρήματα, Παντελεήμων, ταίς ευχαίς σου καταξήρανον.
Νύν αι δωρεαί, ως πηγαί Πιστοίς ιάσεων, ταίς λιταίς σου επιχέονται, Παντελεήμων, εκ Θεού τοίς προσιούσι σε.
Απαντας ημας, πεπτωκότας εις τα χάσματα, της αμαρτίας τα βαθύτατα, ταίς προς Θεόν σου, πρεσβείαις έγειρον Άγιε.
Θεοτόκιον
Αχραντε ψυχής, της εμής τα αρρωστήματα, και του σώματος μου ίασαι, ταίς Μητρικαίς σου πρεσβείαις, Κόρη Πανάμωμε.
Ωδή ΣΤ. Ιλάσθητί μου.
Τα νάματα σου, Σοφέ, ως περ πηγή Σιλωάμ ποτέ, εκβλύζουσι τοίς Πιστοίς , παντοία ιάματα, παύων τα νοσήματα, των προσπελαζόντων, τη ση σκέπη, Παναοίδιμε.
Οι προσιόντες, Παντελεήμων Μακάριε, εν τω σεπτώ σου Ναώ, την ρώσιν λαμβάνουσι, και την απολύτρωσιν, πάντων των κινδύνων, και δεινών ταίς ικεσίαις σου.
Νοός μου του ασθενούς, ως θησαυρός των ιάσεων, Παντελεήμων κλεινέ, αφθόνως την ίασιν, δώρησαιι του κάμνοντος, και οδυνωμένου, τη του Πνεύματος χάριτι.
Θεοτόκιον
Φιλάγαθε Μαριάμ, ταίς σαίς πρεσβείαις αγάθυνον, την ρυπαράν μου ψυχήν, και ρύσαι κολάσεως, και πάσης κακώσεως, σον θερμόν οικέτην, τον εκ πόθου ανυμνούντα σε.
Προς το Διάσωσον
Ανάργυρε Παντελεήμων, ταίς θείαις λιταίς σου, τα της ψυχής ημών πάθη θεράπευσον, και δώρησαι ίασιν τοίς νοσούσιν.
Θεοτόκιον
Αχραντε Ευλογημένη Μαρία, ταίς ικεσίαις Παντελεήμονος του κλεινού διαφύλαξον, εκ νόσων τε και κινδύνων σούς δούλους.
Ο Ιερεύς μνημονεύει∙ είτα το Κοντάκιον Ηχός Β’.
Θείον Ιατρόν εν γη πλουτούντές σε, Ανάργυρε, εν θερμοτάτη πίστη και ευσέβεια σου δεόμεθα∙ πάντα νοσούντα και καταπονούμενον, ταίς λιταίς σου διάσωσον, τας ρίζας των επωδύνων παθών, τη του Σωτήρος ισχύϊ εκτέμνων, και αναστέλλων τας χαλεπάς της αθυμίας επικλύσεις, Παντελεήμων Μάρτυς αξιάγαστε.
Και ευθύς το Προκείμενον. Ηχος Δ΄.
Δίκαιος ως φοίνιξ ανθήσει, και ωσεί κέδρος η εν τω Λιβάνω πληθυνθήσεται.
Στίχος: Πεφυτευμένος εν τω Οίκω, εν ταίς αυλαίς του Θεού ημών εξανθήσουσιν.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Λουκάν (ΣΤ’. 17-19)
Τω καιρώ εκείνω ήλθε προς τον Ιησούν όχλος μαθητών αυτού, και πλήθος πολύ λαού, από πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος, οι ήλθαν ακούσαι αυτού, και ιαθήναι από των νόσων αυτών, και οι οχλούμενοι υπό πνευμάτων ακαθάρτων και εθεραπεύοντο. Και πας ο όχλος εζήτει απτεσθαι αυτού∙ ότι δύναμις παρ’ αυτού εξήρχετο, και ιάτο πάντας. (Θ΄. 1-2) Συγκαλεσάμενος δε τους δώδεκα Μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς δύναμιν και εξουσίαν επί πάντα τα δαιμόνια, και νόσους θεραπεύειν. Και απέστειλέν αυτούς κηρύσειν την βασιλείαν του Θεού, και ιάσθαι τους ασθενούντας. (Ι΄. 16-21). Και έλεγεν αυτοίς. Ο ακούν υμών, εμού ακούει∙ και ο αθετών υμάς, εμέ αθετεί∙ ο δε εμέ αθετών, αθετεί τον αποστείλαντά με. Υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα μετά χαράς, λέγοντες. Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου. Είπε δε αυτοίς. Εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα. Ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίνων, και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού, και υμάς ου μη αδικήση. Πλήν εν τούτω μη χαίρετε, ότι τα πεύματα υμίν υποτάσσεται∙ χαίρετε δε μάλλον, ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοίς ουρανοίς. Εν αυτή τη ώρα ηγαλιάσατο τω Πνεύματι ο Ιησούς, και είπεν∙ Εξομολογούμαι σοι, Πάτερ, Κύριε του ουρανού και της γης, ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλλυψας αυτά νηπίοις∙ ναι, ο Πατήρ, ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθεν σου.
Δόξα
Ταίς του Αναργύρου …
Και νύν
Ταις της Θεοτόκου.
Στίχος. Ελεήμων, ελέησόν με ο Θεός. Και το παρόν


Ήχος. Πλ. Β΄. όλην αποθέμενοι…

Δεύτε οι Ορθόδοξοι, πνευματικών ευρανθώμεν, δεύτε τον Ανάργυρον πάντες καταστέψωμεν θείοις άσμασι, προς αυτόν λέγοντες∙ ω Παντελεήμων, ιατρέ νοσούντων άριστε, λιμήν τε εύδιε, των χειμαζομένων τοίς πταίσμασι, προφθάσας δός την ίασιν, πάσι τοίς θερμώς σοι προστρέχουσι, και δεινών παντοίων, απάλλαξον ημάς ταίς σαίς ευχαίς, και ειρηναίαν κατάστασιν, τω Κόσμω πρυτάνευσον.
Το σώσοιν ο Θεός τον λαόν σου κλπ.
Ωδή Ζ΄. Παίδες Εβραίων…
Θείαις , Ανάργυρε, ευχαίς σου, προς τον Κτίστην διάσωσον σον δούλον∙ συνταράσσει με γαρ, βυθός αμαρτημάτων , χειμάζει και κλυδώνιον , και φλογμός των παθημάτων.
Έφθασαν άπαντες εν πίστει, εις λιμένα του θείου Αναργύρου, οι εν νόσοις δειναίς, ποντούμενοι βοώντες∙ ευχαίς σου, ω Ανάργυρε, την υγείαν ημίν δίδου.
Ίνα, Ανάργυρε, τιμώ σε, και δοξάζω τα ένδοξα σου άθλα, ασθενείας δεινάς, σον δούλον τυραννούσαν, ιάτρευσον και δώρησαι, την κατ’ άμφω υγείαν.
Θεοτόκιον
Έστησας ρύμην του θανάτου, τον αθάνατον Θεόν και Βασιλέα, ως τεκούσα Αγνή, ον πάντες ανυμνούμε, ευλογημένος λέγοντες, ο καρπός της σης κοιλίας.
Ωδή Η΄. Τον Βασιλέα…
Όσοι εν πίστει, ειλικρινεί προσιούσι, τω Ναώ σου Παντελεήμων Μάρτυς, ψυχών και σωμάτων λάμβάνουσι την ρώσιν.
Ναός του θείου, επί γης Αναργύρου, ιατρείον πρόκειται τοις πάσι, παύων αυτών νόσους, ψυχών τε και σωμάτων.
Σαίς προς τον Κτίστην, Παντελεήμων πρεσβείαις , τοίς τυφλοίς παρέχεις ιατρείαν, και νοσούσοις πάσι την ποθητήν υγείαν.
Θεοτόκιον
Ικεσίαις, ταίς προς Θεόν σου, Παρθένε, των του βίου δυσχερών με συ σώσον, και τον σάλον παύσον ασθενειών παντοίων.
Ωδή Θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Ευχαίς σου τας σειράς μου, των πτασμάτων λύσον, και το χειρόγραφον Μάρτυς, διάρρηξον, της αμαρτίας του σοι πιστώς προσπελάζοντος.

Βοηθείας χείρα, προφθάσας όρεξόν μοι, και αδοκήτων δεινών με απλάλλαξον, Παντελεήμων, ταίς θείαις όντως πρεσβείαις σου.
Ω Παντελεήμων, στήσον μου τον σάλον, των λογισμών και την λύπην κατάπαυσον, της ταλαιπώρου ψυχής μου, θείε θείε Ανάργυρε.
Θεοτόκιον.
Μαρία , μη με δείξης, επίχαρμα δαιμόνων, εν τη της Κρίσεως ώρα, Πανάμωμε, αλλ’ ευμενώς τον Σωτήρα μου εξιλέωσαι.
Το. Άξιον εστί…Και τα παρόντα Μαγαλυνάρια.
Τους μετ’ ευλαβείας την ιεράν, εικόνα σου Μάρτυς, προσκυνούντας σαίς ιεραίς, προς Θεόν πρεσβείαις, σώζε δεινών παντοίων, Παντελεήμων θείε, Ιατρέ μέγιστε.
Δόξη, Αθλοφόρε, Μαρτυρική, παρεστώς τω θρόνω, του Παντάνακτος και Θεού, μέμνησο των πίστει, την Μνήμην σου τελούντων, Παντελεήμων θείε, Ιατρέ άμισθε.
Ως αστήρ ανέτειλας νοητός, άθλοις Μαρτυρίου, απαστράπτων και των παθών, την αχλύν διώκων, Παντελεήμων Μάρτυς, των επικαλουμένων σε μετά πίστεως.
Τους ανεφημούντας σε ευλαβώς, τους λαμπρούς αγώνας και τους άθλους, Μάρτυς Χριστού, την τε θείαν μνήμην, τελούντας ετησίως, Παντελεήμων Μάκαρ, σώζε πρεσβείαις σου.
Και το, Πάσαι των Αγγέλων…

Τρισάγιον. Και το Τροπάριον. Ηχος Γ’.

Αθλοφόρε άγιε και ιαματικέ Παντελεήμων, πρέσβευε τω ελεήμονι Θεώ, ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταίς ψυχαίς ημών.
Ο Ιερεύς ποιεί εκτενή, και απόλυσιν, καθ’ ήν ψάλλομεν το Παρόν Προσομοιον. Ήχος Β’.
Ότε εκ του ξύλου Σε Νεκρόν
Χάριν συ παρέχεις τοίς Πιστοίς, αναργύρως Μάρτυς Παμμάκαρ, Παντελεήμων Σοφέ, και τη ικεσία σου διώκεις πνεύματα, και τυφλοίς την ανάβλεψιν, ένδοξε βραβεύεις, ως θεράπων γνήσιος, του Παντεπόπτου Χριστού∙ όθεν Ιατρέ Ορθοδόξων, πάντας τους πιστώς σε ανυμνούντας, ρύσαι εκ παντοίας περιστάσεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου