Κυριακή ΣΤ΄Ματθαίου (24-7-2011)
Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, ἀγαπητοί μου, μᾶς διηγήθηκε ἕνα θαῦμα, πού ἔκανε ὁ Κύριος. Ἕνα εἶπα; Λάθος. Δύο θαύματα ἔκανε. Τό ἕνα φαίνεται, τό ἄλλο δέν φαίνεται. Οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄλλες φανερές καί ἄλλες κρυφές. Σέ μία εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας εὐχαριστοῦμε τόν Θεό ὑπέρ τῶν φανερῶν καί ἀφανῶν εὐεργεσιῶν,πού μᾶς ἔκανε.
Τό ἕνα θαῦμα ποιό εἶναι; Θεράπαυσε τόν παράλυτο. Τό σῶμα πού ἦταν σάν νεκρό, μέ τό πού πλησίασε ὁ Χριστός καί ἄκουσε τήν φωνή του, σάν νά τό διαπέρασε ἡλεκτρικό ρεῦμα, ἀμέσως τινάχτηκε ὄρθιο, στάθηκε στά πόδια του, πῆρε τό κρεββάτι στήν πλάτη καί τράβηξε γιά τό σπίτι του. Τό θαῦμα αὐτό τό εἶδαν ὅλοι καί δόξασαν τόν Θεό.
Ποιό εἶναι τό ἄλλο θαῦμα; Θεράπευσε τήν ψυχή τοῦ παραλύτου ἀνθρώπου. Μιά ψυχή, πού ἦταν παράλυτη καί αὐτή κάτω ἀπό τό βάρος τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν, τήν ἀνέστησε. Τήν ψυχή, πού ἦταν καί αὐτή βαριά ἄρρωστη τήν ἔπλυνε καί τήν θεράπευσε. Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Αὐτό τό θαῦμα δέν τό εἶδαν ἄνθρωποι. Μάλιστα οἱ φαρισαῖοι πού παρακολουθοῦσαν πάντοτε τόν Χριστό, γιά νά τόν κατηγορήσουν καί πάλι τόν παρεξήγησαν. Τί λέει αὐτός; Τί κάνει; Ποιός νομίζει ὅτι εἶναι; Μέ αὐτά πού λέει βλασφημεῖ, ἀφοῦ μόνον ὁ Θεός μπορεῖ νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες. Τά ἔλεγαν ὅλα αὐτά, γιατί δέν πίστευαν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως αὐτό πού δέν εἶδαν ἄνθρωποι, τό εἶδαν ἄγγελοι. Τί εἶδαν; Ἕναν μαῦρο κόρακα νά γίνεται κατάλευκο περιστέρι. Ὁ παράλυτος ἔννοιωσε τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί στό σῶμα καί στήν ψυχή. Αἰσθάνθηκε νά φεύγει ἀπό πάνω του τό βαρύ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν, γι᾿ αὐτό καί ἀνάλαφρος πλέον πετάχτηκε ὄρθιος.
Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Ἐντεῦθεν μανθάνομεν, ὅτι ἐξ ἁμαρτιῶν ἐτέθη τό νόσημα. Ἡ ἀσθένειά του προῆλθε ἀπό τίς ἁμαρτίες, πού ἔκανε ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Βλέπουμε κι᾿ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, πῶς ἡ ἁμαρτία εἶναι τό μεγαλύτερο, τό χειρότερο κακό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι φαρμάκι, εἶναι τό πλέον ἰσχυρό δηλητήριο. Ὅπου πέφτει κάνει μεγάλη ζημιά. Προκαλεῖ τήν μεγαλύτερη καταστροφή. Σακατεύει τό σῶμα μά καί τήν ἀθάνατη ψυχή. Πόσο ὡραῖα ἀναφέρεται στήν παράκληση τῆς Παναγίας! Ἀπό τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τό σῶμα, ἀσθενεῖ μου καί ἡ ψυχή.
Τί ἄλλο εἶναι ἡ ἁμαρτία; Εἶναι δαπανηρή. Παραπονεῖται ὁ κόσμος, ὅτι δέν ἔχει χρήματα. Σήμερα μάλιστα ἀκόμη περισσότερο. Σκεφθήκαμε ποτέ γιατί δέν ἔχουμε χρήματα; γιατί δέν μᾶς φτάνουν τά χρήματα; Γιατί εἴμαστε σπάταλοι. Γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι δαπανηρή, πολυέξοδη. Μᾶς τρώει τά χρήματα ἡ ἁμαρτία.
Γιά νά ὑπολογίσουμε πόσα ξοδεύουμε στό κάπνισμα καί στό ποτό; Πόσα ξοδεύουν οἱ γυναῖκες στά μπογιατίσματα καί στά κοσμήματα; Εἶναι τόσο πολύ ἀπαραίτητα ὅλα αὐτά; Πόση σπατάλη γίνεται στό φαγητό, ἀφοῦ τό μεσημεριανό φαγητό δέν τό τρῶνε οἱ πιό πολλοί τό βράδυ, οὔτε τό ψωμί τῆς προηγούμενης ἡμέρας; Τά θέλουν ὅλα φρέσκα. Τά φαγητά πού πετᾶμε στούς κάδους τῶν ἀπορριμάτων, φτάνουν νά χορτάσουν ὅλην τήν φτωχολογιά. Ἄν εἴχαμε ἀγάπη καί κάμναμε λίγη οἰκονομία, φτωχός δέν θά ὑπῆρχε στόν κόσμο.
Μάντις δέν εἶμαι, οὔτε προφήτης. Νά ξέρετε ὅμως ὅτι θά ἔρθει πείνα. Θά πέσει λιμός. Ὄχι ὅπως τό 41 ἀπό τούς Γερμανούς, ἀλλά ἀπό τίς ἁμαρτίες μας. Ὁ κόσμος θά πεινάσει, γιατί δέν ἔμαθε νά κάνει οἰκονομία, νά εἶναι λιτοδίαιτος, νά νηστεύει, νά ζεῖ μέ ἐγκράτεια ὅπως ζητάει ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία.
Ἐντύπωση μεγάλη μοῦ κάνουν τά λόγια τοῦ Κυρίου μας. Ὅταν χόρτασε στήν ἔρημο πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρίς γυναικῶν καί παιδίων, περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα μέχρι ἐπάνω. Τί τούς εἶπε ὁ Χριστός; Μαζέψτε τά ὅλα. Μή χαθεῖ οὔτε ἕνα κομμάτι.
Συνεχίζουμε. Στά νυκτερινά κέντρα τῆς ἁμαρτίας λίγα χρήματα ξοδεύονται; Στά καζίνα, στά αἰσχρά θεάματα, στίς ἁμαρτωλές ἀπολαύσεις λίγα χρήματα ξοδεύονται; Οἱ ἄσωτοι οἰκογενειάρχες δέν ἐνδιαφέρονται γιά τήν οἰκογένειά τους, τί ἀνάγκες ἔχουν τά παιδιά τους, ἀλλά ξοδεύουν ἄφθονα χρήματα στίς ἀνήθικες γυναῖκες, μέ τίς ὁποῖες ἔμπλεξαν καί ἔχουν παράνομο δεσμό. Ἡ ἁμαρτία ἔχει ἔξοδα. Ἡ τίμια ἐργασία βγάζει λίγα χρήματα, ἐνῷ μία διεφθαρμένη, ὑποτίθεται, καλλιτέχνις βγάζει ἑκατομμύρια καί ἀδειάζει τά πορτοφόλια ἀπό τά θύματά της, πού καταντοῦν κορόϊδα.
Ἀκόμη σκέφτονται πολλοί γονεῖς, πρέπει νά στείλουμε τό παιδί μας στό καράτε. Δέν φτάνει πού χτυπάει μέ τά λόγια, πού σπάει κόκκαλα μέ τήν γλῶσσα, πρέπει νά μάθει νά χτυπάει μέ χέρια καί πόδια. Πρέπει νά στείλουμε τά παιδιά μας στό μπαλέτο, στή ζωγραφική, νά μάθει μουσικά ὄργανα καί τόσα ἄλλα. Ὄχι γιατί εἶναι ἀπαραίτητα, ἀλλά ἀπό ἐγωισμό, ἀπό ματαιοδοξία καί ἐπίδειξη. Πῶς, θά πάει τό παιδί τοῦ γείτονα καί δέν θά πάει τό δικό μας; Αὐτοί εἶναι καλύτεροι ἀπό ἐμᾶς; Νά φανοῦμε ἐμεῖς κατώτεροι ἀπό τήν γειτόνισσα; Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία, ὁ ἐγωισμός μας.
Κι᾿ ἔπειτα εἶναι τόσο πολύ ἀπασχολημένα καί κουρασμένα τά καημένα, ὥστε δέν μποροῦν νά ἔρθουν στήν Ἐκκλησία, δέν ἔχουν χρόνο γιά νά πᾶνε στό Κατηχητικό. Ἀφοῦ κάνουν τόσα πολλά σπουδαῖα, ἄς ἀφήσουν κατά μέρος τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, δέν χάλασε δά καί ὁ κόσμος.
Θά μποροῦσα καί ἄλλα πολλά νά σᾶς ἀναφέρω, ἀλλά φτάνουν αὐτά γιά σήμερα. Πάντως νά μᾶς μείνει, νά θυμώμαστε ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι πολυέξοδη καί πολυδάπανη. Δέν πᾶμε καλά στά οἰκονομικά, γιατί δέν πᾶμε καλά στά πνευματικά. Ἡ πνευματική κρίση ἔφερε τήν οἰκονομική κρίση. Ὅσο δέν γυρίζουμε κοντά στό Θεό μας, πού τόν ξεχάσαμε, θά πηγαίνουμε ἀπό τό κακό στό χειρότερο.
Ἕνας κάποτε δέν πίστευε, ὅτι ὁ Χριστός ἔκανε τό νερό κρασί. Αὐτό δέν γίνεται, ἐπέμενε. Κάποιος ἄλλος τοῦ εἶπε, γίνεται, εἶναι ἀλήθεια αὐτό. Σ᾿ ἐμένα ὁ Χριστός ἔκανε τό κρασί τετράδια, βιβλία, παπούτσια, ροῦχα κλπ. Πῶς ἔγινε αὐτό; Ὅσο ζοῦσα μέσα στήν ἁμαρτία, ξόδευα γιά τό πιοτό μου καί ἀδιαφοροῦσα γιά τίς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν καί τῆς οἰκογένειάς μου. Ἀπό τότε πού πίστεψα ἀληθινά στόν Χριστό, μετάνοιωσα καί ἄφησα τό κρασί. Τώρα ἐνδιαφέρομαι μόνο γιά τίς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν μου. Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι πάντοτε ὑπάρχει ἐλπίδα καί αὐτή εἶναι ὁ Θεός τῶν Πατέρων ἡμῶν. Νά γυρίσουμε κοντά του καί τότε ὅλα μέ τήν εὐλογία Του θά πᾶνε καλά. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου