«Η κιβωτός»
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
Το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου συγκεντρώνει και πάλι την ευλάβειά μας, τη σκέψη μας και την καρδιά μας στη θαυμαστή Ακολουθία των Χαιρετισμών, που τμηματικά ψάλλεται κάθε Παρασκευή βράδυ της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ολόκληρη την Παρασκευή της Πέμπτης Εβδομάδας των Νηστειών.
Αυτή η ευλάβεια στο πρόσωπο της Παναγίας οφείλεται στο ότι πρόκειται για ένα εξαίσιο, υπερκόσμιο και ουράνιο θέαμα, «άκουσμα και λάλημα φρικτόν»1, κατά την έκφραση του Αγίου Ιωσήφ του Υμνογράφου.
Το μυστήριο της Θεοτόκου υπερβαίνει, όχι μονάχα όλα τα ανθρώπινα πνευματικά μεγέθη, αλλά και τα ουράνια πλην του Θεού. Όλα στο πρόσωπό της είναι μεγάλα και θαυμαστά. Δεν ήταν μόνο σκεύος του Θεού, αλλά έγινε και θρόνος χερουβικός όπου ολόκληρος ο Άπειρος Θεός Λόγος κατώκησε σωματικώς στην άχραντη γαστέρα της για να σώσει το ανθρώπινο γένος από τη φθορά και το θάνατο.
Γι’ αυτό και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς σ’ έναν περίφημο λόγο του στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου λέγει τα εξής χαρακτηριστικά : «Αυτή μόνο είναι μεθόριο κτιστής και άκτιστης φύσεως και κανείς δεν θα μπορούσε να έλθη προς τον Θεό παρά μόνο δι’ αυτής και δια του μεσίτη που εγεννήθηκε από αυτήν»2.
Και ο Άγιος Νικόδημος θα συμπληρώσει : «όσο περισσότερο χαίρονται και αγάλλονται άγγελοι και άνθρωποι να σε δοξάζουν, τόσο περισσότερο λαμβάνουν τας εκ Θεού δια σου ελλάμψεις… και όση περισσότερη αγάπη χωρούν σε εσένα, τόσο περισσότερο μετέχουν της Χάριτος του Θεού»3.
Για τη δοξολογία του ονόματος του Θεού, για την τιμή της Υπεραγίας Θεοτόκου αλλά και για τον προσωπικό μας αγιασμό, αξίζει να σταθούμε σε ένα στίχο του κοντακίου της αποψινής Ακολουθίας του Ακαθίστου Ύμνου : «Χαίρε κιβωτέ χρυσωθείσα τω πνεύματι, χαίρε θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε».
Μας μεταφέρει ο στίχος αυτός στο κλίμα της Αγίας Γραφής, και μάλιστα στην Παλαιά Διαθήκη, και μας θυμίζει τις δύο κιβωτούς που, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των θεοφόρων Πατέρων, προτύπωναν το πρόσωπο και τη διακονία της Παναγίας.
Α. Κιβωτός η Παναγία
Η πρώτη είναι η κιβωτός του Νώε που έσωσε τον άνθρωπο του Θεού, τον Νώε, και την οικογένειά του από τον καταστρεπτικό κατακλυσμό που αφάνισε κυριολεκτικά κάθε ψυχή ζώσα, όπως μας περιγράφει παραστατικά η Παλαιά Διαθήκη.
Αλλά και η νέα Κιβωτός της χάριτος και της σωτηρίας, η Θεοτόκος, είναι αυτή η οποία έφερε στον κόσμο τη σωτηρία των βροτών, τον Ιησού Χριστό, και έσωσε το ανθρώπινο γένος από τον κατακλυσμό της αμαρτίας. Αντίστοιχα, η Εκκλησία που είναι τύπος της Παναγίας, είναι εκείνη που σώζει και θα σώζει στο διηνεκές κάθε άνθρωπο από την παρουσία της αμαρτίας. Δεν νοείται Εκκλησία χωρίς την Παναγία.
Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Εκκλησία και η Εκκλησία είναι πάλι η Υπεραγία Θεοτόκος. Όπως η Εκκλησία έχει κεφαλή τον Χριστό και ονομάζεται Κιβωτός της Σωτηρίας, έτσι και η Θεοτόκος αξιώθηκε να φέρει μέσα στα πανάχραντα σπλάχνα της τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού. Γι’ αυτό και ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Αλεξανδρείας χαρακτηρίζει την Παναγία ως την «Αγίαν Εκκλησίαν».
«Πρέπει να έχουμε θείο φόβο και να φοβόμαστε την αχώριστη Τριάδα, υμνούντες την αειπάρθενο Μαρία, δηλαδή την Αγία Εκκλησία»4. «Νέα Εύα» τη χαρακτηρίζει ο Άγιος Επιφάνιος Επίσκοπος Κύπρου : «Η μεν Εύα έγινε αιτία θανάτου στους ανθρώπους, η δε Μαρία έγινε αφορμή ζωής δια της οποία δόθηκε σε εμάς η πραγματική ζωή»5.
Γι’ αυτό και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γεμάτος θαυμασμό ονομάζει την Παναγία «ουρανομίμητη εκκλησία»6. «Δεν νοείται και δεν μπορεί να σταθεί η Εκκλησία χωρίς την Παναγία Μητέρα του Σωτήρος Χριστού … Όταν πει κανείς το «Θεοτόκος» συμπεριλαμβάνει σ΄ αυτό όλην την έννοιαν της Εκκλησίας, γιατί διά του ονόματος τούτου και στο πρόσωπο της αειπαρθένου Μαρίας εκφράζεται όλο το θείο μυστήριο του προσώπου του Ιησού Χριστού.
Η πλατυτέρα, ζωγραφισμένη στο ημιθόλιο της κόγχης του Ιερού Βήματος μετά του Ιησού Χριστού, αυτό ακριβώς συμβολίζει, δηλαδή την Εκκλησίαν μετά του Ιησού Χριστού εις το μέσον αυτής. Καί ἡ οδηγήτρια είναι η επίγεια Εκκλησία, που οδηγεί όλους τους ανθρώπους να τους συνενώσει σε Σώμα Χριστού»7.
Β. Κιβωτός η Παναγία
Μας υπενθυμίζει την κιβωτό της Παλαιάς Διαθήκης που περιείχε τα ιερότερα από τα ιερά αντικείμενα της Σκηνής του Μαρτυρίου. Η κιβωτός, όπως μας παραδίδει το ιερό κείμενο, ήταν ολόχρυση και μέσα σ’ αυτήν βρισκόταν η χρυσή στάμνα που περιείχε το ουράνιο μάννα, η ράβδος Ααρών που βλάστησε και οι δύο πλάκες του Δεκαλόγου.
Την σκέπαζαν δε δύο ολόχρυσα χερουβίμ. Αυτή μας υπενθυμίζει στην προς Εβραίους επιστολή του ο Απόστολος Παύλος : «μετά το δεύτερον καταπέτασμα σκηνή η λεγομένη Άγια αγίων, χρυσούν έχουσα θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, εν η στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα και η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα και αι πλάκες της διαθήκης, υπεράνω δε αυτής Χερουβίμ δόξης κατασκιάζοντα το ιλαστήριον»8.
Σ’ αυτήν την κιβωτό βλέπουν οι Πατέρες της Εκκλησίας το πρόσωπο της Θεοτόκου. Όπως η παλαιά κιβωτός κατασκευάστηκε από πολύτιμα υλικά, έτσι και η νέα κιβωτός, η Θεοτόκος, χρυσώθηκε με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό και γεμάτος θαυμασμό ψάλλει ο ιερός υμνογράφος : «ο γαρ του ουρανού και της γης κατασκεύασε σε ποιητής άχραντε»9.
Δεν είναι απλώς αγία, αλλά Παναγία.
Δεν είναι χαριτωμένη αλλά Κεχαριτωμένη.
Δεν έφερε μέσα της τις πλάκες του νόμου, αλλά τον ίδιο τον Νομοθέτη.
Ως χρυσή στάμνα, δεν περιείχε το μάννα, αλλά Αυτόν τον Ουράνιον Άρτον, τον Χριστό, ο Οποίος προσφέρεται στους πιστούς ως φάρμακο αθανασίας, «αντίδοτο του μη αποθανείν».
«Συ στάθηκες νοητή Εδέμ ιερώτερη και θεϊκότερη από την παλαιά… η κιβωτός κρατώντας τον σπόρο για ένα δεύτερο κόσμο εσένα προεικόνισε», θα γράψει γεμάτος θαυμασμό ο θεοφόρος Νείλος της Δαμασκού10.
Κιβωτός η Παναγία,
Κιβωτός η χρυσωθείσα τω πνεύματι,
Θησαυρός για το ανθρώπινο γένος ο αδαπάνητος.
Αλλά και ο κάθε χριστιανός θα πρέπει να έχει σαν στόχο και σκοπό της ζωής του να φιλοξενήσει μέσα του τον Αμνό του Θεού, «τον αίροντα την αμαρτία του κόσμου». Να γίνει σκηνή του Θεού και ναός του Θεού, σύμφωνα με την προτροπή του Αποστόλου Παύλου «υμείς ναός Θεού εστέ ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός»11.
Γι’ αυτό και θα πρέπει να καταφεύγουμε με ευλάβεια στο πανάγιο πρόσωπό της και να την παρακαλούμε να γίνουμε χωρητικοί της Χάριτος του Θεού. Να ζούμε μέσα στην Εκκλησία και να τρεφόμαστε με τη ζωή της Εκκλησίας.
Εάν επιθυμούμε πραγματικά την είσοδό μας στη Βασιλεία των Ουρανών. Να καταφεύγουμε ακόμη στο πρόσωπο της Παναγίας όπως έκαναν και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας προκειμένου να μας πάρει από το χέρι και να μας μεταφέρει στον Υιό και Θεό της.
«Ως έμψυχος και ζώσα λογική κιβωτός, ευλογημένη Μαριάμ,
τον νομοδότην Λόγον, ώσπερ Νώε χωρείς,
κατακλυσμού λυτρούμενον πλάνης τον κόσμον,
και αρχηγόν δεικνύμενον, ετέρου κόσμου δεύτερου και βίου κρείττονος»12.
1 5η Ωδή Κανόνος του Ακαθίστου Ύμνου
2 Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, «Ομιλία ΝΓ’», κεφ. 37, ΕΠΕ 9,309
3 Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, «Μαρία, η Μητέρα του Θεού», Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 22
4 Αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας, «Ομιλία Δ’», PG 77,996D
5 Αγ. Επιφανίου Κύπρου, «Πανάριον», PG 42,727D
6 Γεωργίας Κουνάβη, «Παναγία και Εκκλησία», σελ. 25-26, έκδ. Ι.Ν. Τιμίου Σταυρού Χολαργού, Αθήνα 1986
7 αυτόθι
8 Εβρ. 9,3-5
9 Ακολουθία των Χαιρετισμών, Δ’ Στάση
10 Γεωργίας Κουνάβη, «Παναγία και Εκκλησία», σελ. 28, έκδ. Ι.Ν. Τιμίου Σταυρού Χολαργού, Αθήνα 1986
11 Β’ Κορ. 6,16
12 Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, «Θεοτοκάριον», Ωδή δ’ – Ήχος Τρίτος – Τρίτη Εσπέρας, σελ. 104, Εκδ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου