ΜΗΝΥΜΑ

ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ, ΕΟΡΤΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΔΕΙΤΕ ΤΙΣ ΕΤΙΚΕΤΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

 Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Φεβρουαρίου 2025, Τελώνου καὶ Φαρισαίου (Λουκ. ιη΄ 10-14)

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ «τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου» ἀρχίζει τὸ εὐλογημένο Τριώδιο· ἡ μακριὰ αὐτὴ περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἡ ὁποία ἑτοιμάζει τὴν ψυχή μας γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Τὴν κατανυκτικὴ αὐτὴ περίοδο ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ περισσότερη προσευχή, πλουτίζει δὲ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες της, ὠθώντας μας σὲ βαθύτερη ἐξέταση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ θερμότερη ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό.

1. Ὁ «τέλειος»

Στὴ διδακτικότατη παραβολὴ ποὺ ἀ­κούσαμε στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Κύριος μᾶς περιέγραψε ὅτι δύο ἄνθρωποι, ἕνας Φαρισαῖος κι ἕνας τελώνης, ἀνέβηκαν στὸν Ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν. Ὁ Φαρισαῖος θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του πιστὸ τηρητὴ τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ ἀέρα ἀπαριθμοῦσε τὶς νομιζόμενες ἀρετές του: Ἐγὼ δὲν εἶμαι ὅπως οἱ ἄλλοι, κλέφτες, ἄδικοι, ἀνήθικοι, οὔτε σὰν κι αὐτὸν ἐκεῖ τὸν τελώνη. «Νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι». Τηρῶ αὐστηρὰ τὶς νηστεῖες, δίνω ἐλεημοσύνες. Εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε· εἶμαι τέλειος!

Τὰ λόγια τοῦ Φαρισαίου προκαλοῦν ἴσως ἀπέχθεια καὶ ἀποστροφή. Ἂν ἐξετάσουμε ὅμως τὸν ἑαυτό μας, θὰ δοῦμε ὅτι κάποτε κι ἐμεῖς μπορεῖ νὰ φερθοῦμε ἀντίστοιχα στοὺς γύρω μας. Εὔκολα δηλαδὴ μπορεῖ νὰ τοὺς κατακρίνουμε γιὰ τὶς ἀδυναμίες τους, νὰ τοὺς καταδικάσουμε γιὰ τὶς ἐπιλογές τους, νὰ τοὺς κατηγορήσουμε γιὰ τὰ λάθη τους, λησμονώντας τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ θεωρώντας ὅτι ἐ­μεῖς εἴμαστε ἄμεμπτοι, ἀλάνθαστοι, τέλειοι.

Ἂς προσέξουμε καλά! Ὅποιος ἔχει τὴ φαρισαϊκὴ αὐτὴ ἔπαρση καὶ δὲν ἔχει συντριμμένη καρδιά, ἀκόμη κι ἂν κάνει θαύματα καὶ ἀνασταίνει νεκρούς, «οὗτος κλέπτεται ὑπὸ τῆς κακίας καὶ οὐκ οἶδε», «σκεῦός ἐστι τῆς πλάνης καὶ τοῦ διαβόλου» (Φιλοκαλία 7, 272), τονίζει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος. Τὸν ἄνθρωπο αὐτὸ τὸν ἔχει ἐξαπατήσει ἡ κακία καὶ δὲν ἔχει ἀντιληφθεῖ τίποτα. Χωρὶς νὰ τὸ ξέρει, ἔχει γίνει ὄργανο τῆς πλάνης καὶ τοῦ διαβόλου.

2. Ὁ «ἄθλιος»

Τὴν ἴδια ὥρα βρισκόταν στὸν Ναὸ κι ἕνας ἁμαρτωλὸς τελώνης, ὅπως ἀκούσαμε. Πῆγε κι αὐτὸς νὰ προσευχηθεῖ. Δὲν εἶχε ὅμως νὰ προβάλει ἀρετές. Στὴ σκέψη του ἔρχονταν μόνο οἱ ἁμαρτίες ποὺ εἶχε διαπράξει· καὶ δὲν ἦταν λίγες: κλοπές, ἀπειλές, ἀδικίες, ψεύδη, πλεονεξία, ἴσως καὶ ἄλλα χειρότερα. Στάθηκε λοιπὸν μὲ συστολὴ σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ Ναοῦ, χωρὶς νὰ ὑψώνει τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό. Χτυποῦσε δὲ μὲ συντριβὴ τὸ στῆθος του, τὸν τόπο τῆς ἀκάθαρτης καρδιᾶς του, καὶ μιὰ κραυγή μετάνοιας ἔβγαινε συνεχῶς ἀπὸ τὰ χείλη του: «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου, λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλό. Θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἔνοχο, ἄξιο καταδίκης, ἁμαρτωλό, ἄθλιο.

Ἴσως βέβαια ἀρκετοὶ ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μὴν ἔχουμε διαπράξει τὰ ἁμαρτήματα τοῦ τελώνη. Ὡστόσο, ἂν κάνουμε μιὰ βαθιὰ ἐνδοσκόπηση στὴν καρδιά μας, θὰ διακρίνουμε ἐκεῖ «πλήθη πεπραγμένων δεινῶν», ὅπως ψάλλουμε τὶς Κυριακὲς τοῦ Τριωδίου (βλ. Ὄρθρο Κυριακῆς Τελώνου καὶ Φαρισαίου). Γιὰ ὅλα δὲ αὐτὰ τὰ δεινὰ εἴμαστε ὑπεύθυνοι ἐμεῖς. Ἑπομένως ἂς ἐξετάζουμε μὲ ἐπιμέλεια τὸν ἑαυτό μας, ἰδιαίτερα τὴν περίοδο αὐτή. Ἂς μὴ διστάζουμε νὰ ὁμολογοῦμε μὲ μετάνοια τὶς ἁμαρτίες μας, τὴν ἀθλιότητά μας ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ στὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση, καὶ ἂς ἀποδίδουμε τὶς εὐθύνες στὸν ἑαυτό μας, στὶς ἐμπαθεῖς διαθέσεις τῆς καρδιᾶς μας, ὄχι στοὺς ἄλλους. Μέσα μας βρίσκεται ὁ ἔνοχος.

3. Ὁδὸς σωτηρίας

Ὁ πρῶτος, ἀκριβὴς τηρητὴς τοῦ Νόμου· ὁ δεύτερος, παραβάτης στὰ περισσότερα. Ὁ ἕνας, ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὅπως νόμιζε· ὁ ἄλλος, ὑπόδουλος στὴν ἁμαρτία, ὅπως αἰσθανόταν. Ὁ Φαρισαῖος ἔδειχνε «τέλειος»· ὁ τελώνης μᾶλλον ἕνας «ἄθλιος». Τέτοια ἐντύπωση εἶχε ὁ καθένας γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ποιά ἦταν ὅμως ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ; Ὁ Θεὸς δέχθηκε τὴ μετάνοια τοῦ τελώνη καὶ τὸν δικαίωσε, ἑνῶ ὁ Φαρισαῖος κατακρίθηκε. Διότι «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται», τόνισε στὸ τέλος τῆς παραβολῆς ὁ Χριστός. Ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ταπεινωθεῖ καὶ θὰ κατακριθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀντίθετα, ὅποιος ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του, θὰ ὑψωθεῖ καὶ θὰ τιμηθεῖ ἀπὸ Αὐτόν.

Τὸ κριτήριο λοιπόν, μὲ τὸ ὁποῖο κρίνει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἡ ταπείνωση. Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος νιώθει τὸν ἑαυτό του τιποτένιο, εὐτελή, ἄθλιο. Ἴσως καὶ στοὺς ἄλλους νὰ φαίνεται ἀδύναμος καὶ ἄσημος. Αὐτὸ ὅμως εἶναι τὸ μεγαλεῖο του. Διότι ἔτσι ἑλκύει τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη κι ἂν ἔχει παρασυρθεῖ σὲ μεγάλες πτώσεις. Μὲ τὴ μετάνοιά του κερδίζει τελικὰ τὴ δικαίωση καὶ τὴ σωτηρία. Οὐράνιος ἀνεμοστρόβι­λος εἶναι ἡ ταπείνωση, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης· «σίφων οὐράνιος» (Κλῖμαξ, κε΄ 67), ὁ ὁποῖος ἀνυψώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἄβυσσο τῶν ἁμαρτημάτων στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἀπὸ σήμερα λοιπόν, ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, ἂς βάλουμε τὴν ταπείνωση ὡς θεμέλιο στὸν πνευματικό μας ἀγώνα· διότι αὐτὴ εἶναι τὸ μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ· ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς τῆς σωτηρίας μας.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου