Το φώς του Χριστού είναι το μόνο που διαλύει τα σκοτάδια της ψυχής μας
Κυρ. μετά τα Φώτα
«Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα».
Αδελφοί μου για μας τους χριστιανούς, τους Ορθοδόξους χριστιανούς, αυτό το φως είναι πολλές φορές εμπειρία ζωής. Το βλέπομε με τα μάτια της ψυχής μας στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης, όπως είναι τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, ο Ευαγγελισμός, η Ανάστασις, η Ανάληψις, η Πεντηκοστή, η Μεταμόρφωσις, και για ορισμένες ψυχές μια ειδική κατάστασις εκστάσεως κατά την διάρκεια της προσευχής.
Φως που απολαμβάνει ο νους, φως που χαίρονται οι αισθήσεις, και οι πνευματικές και οι σωματικές, φως που καθορά ακαταλείπτως η ψυχή μας. Φως που αρπάζει το νου μας και τον εγκαθιστά στα πόδια του θρόνου του Θεού, γι’ αυτό και μερικές ψυχές από σας ψηλώνετε τόσο πολύ, τόσο μα τόσο πολύ, ώστε ο νους και η καρδιά σας στη Θεία Λειτουργία να αναλαμβάνονται στους ουρανούς. Γιατί εκεί είναι ο νους, γι’ αυτό και γεμίζει όλος ο άνθρωπος από αναστάσιμη χαρά και αγάπη. Άλλων όμως ο νους κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας όπως και η καρδιά, είναι στις διάφορες βιωτικές μέριμνες και έξω από το ναό και σε κάναν δυο κατεβαίνουν και στο υπόγειο.
Επιθυμώ λοιπόν σήμερα να σας γνωρίσω μια εμπειρία την οποίαν μας περιγράφει ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης, που κυριολεκτικά τον είχε τότε συγκλονίσει. Κάπου λοιπόν γράφει :
«Θυμάμαι πριν από είκοσι ή εικοσιπέντε χρόνια πέρασα μια Χριστουγεννιάτικη αλησμόνητη λευκή νύχτα, ντυμένη στα άσπρα μαζί με κάποιους ησυχαστάς. Μέσα στην θεόκτιστη σπηλιά τους, την στολισμένη εξωτερικά με τα ραβδωτά βράχια της, που στις σχισμές τους πετάγονταν τούφες από άγρια βλάστηση, οι ερημίτες ανέπεμπαν δεήσεις και θερμές ικεσίες με πολλά πολλά ήρεμα δάκρυα προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, στο όνομα όλου του κόσμου και ιδιαιτέρως στο όνομα ημών των Ορθοδόξων Χριστιανών. Με αγάπη δε και πολλή ευχαριστία δοξολογούσαν την Θεία Σάρκωση και κένωση του Θεού Λόγου.
Τα πρόσωπά τους ήσαν πνευματοποιημένα, τα κομποσχοίνια πεπαλαιομένα από την πολλή χρήση της ευχής, τα στασίδια και αυτά τριμμένα, μάρτυρες για το πόσοι ερημίτες και ασκηταί έζησαν προσευχόμενοι μέσα σ’ αυτά».
Και ο πατήρ Θεόκλητος συνεχίζει.
«Μετά την Θεία Λειτουργία, που ετέλεσε ο σοφός και άγιος εκείνος ιερεύς και ησυχαστής, εξαϋλωμένος από τη βαθιά κατάνυξη και την Χάριν του Αγίου Πνεύματος και από το Θείο Ανέσπερο Φως, βγήκε στην απέριττη Ωραία Πύλη και ‘‘μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης’’ μας εκάλεσε για να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Δόξα στη δόξα Σου Χριστέ μου, δόξα στην ευσπλαχνία Σου, δόξα στην μακροθυμία Σου, δόξα στην φιλανθρωπία Σου, δόξα στην ακατανόητη συγκατάβασή Σου. Έγινες άνθρωπος Σύ ο Θεός ημών, για να θρέψεις εμάς τους αμαρτωλούς. Με το Σώμα Σου και με το Πανάγιον και το Τιμιον Αίμα Σου.
Και τις πρώτες εκείνες πρωινές ώρες, της καθαρότατης Χριστουγεννιάτικης και χιονισμένης ερημικής αυγής, αφού πήραμε ένα ασκητικό λιτό πρόγευμα, καθίσαμε όλοι σε ένα καθαρό αδιακόσμητο αλλά υποβλητικό κελλάκι που ζεσταίνετο από μια μικρή κτιστή θερμάστρα».
Φαντάζομαι – αυτό το λέω εγώ – πόση θα ήταν η χαρά διάχυτη στα πρόσωπα των ησυχαστών, και πόσο θα ήσαν ιλαρά και γαληνόμορφα. Πιστεύω ακόμη πως θα βασίλευε μια ακατάλειπτη και παράδοξη ησυχία και ειρήνη, και θα βασίλευε παντού αυτή η ειρήνη, και στην έρημο, και στα βράχια και στα βουνά τα χιονισμένα, και στις σπηλιές των ερημιτών, και στα κελλάκια των ησυχαστών και προπαντός όμως στις καρδιές τους, στο νου, και στο λογισμό και στην καρδιά.
«Ο Ιησούς», άρχισε με τη βαθιά και γλυκιά του γεροντική φωνή ο άγιος εκείνος γέροντας να λέει – όχι πολλά πράγματα σαν και μας, πούμαστε τόσο πολύ πολυλογάδες - , «ο Ιησούς ως Θεάνθρωπος, είναι η φανέρωσις και η αποκάλυψις της Θείας βουλής για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αλλά συγχρόνως είναι και η εκπλήρωσις της προσωπικής μας καρδιακής αναζητήσεως για φως και λύτρωση από τα δεσμά της αμαρτίας. Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού βρήκε η ανθρωπότητα την ενότητά της, και προπαντός οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και ολόκληρη η Ιστορία το τέλος της. Δηλαδή βρήκε το σκοπό της, που είναι η μεταμόρφωσις του κόσμου, αλλά και η θέωσις του ανθρώπου». - Η θέωσις η δική σου, και η δική σου, και η δική σου, και η δική μου. - «Κι ο σοφός άγιος εκείνος ερημίτης εσιώπησε».
Και εδώ τελειώνει η μικρή αυτή περιγραφή.
Σ’ αυτή τη λιτή και απέριττη διήγηση υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος από πνευματικές εμπειρίες και ψυχικές χερουβικές καταστάσεις τις οποίες δεν μπορούν να καταλάβουν τα δικά μας κοσμικά μυαλά. Η ερημική ζωή να δένεται και να αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο. Ο θείος έρωτας μαζί με την άκρα ταπείνωση, η θεία έλλαμψις μαζί με την συντριβή της καρδίας. Η θεία έκστασις μαζί με την αληθινή μετάνοια, και η αγάπη μαζί με την χαρμολύπη. Πολλά και άλλα πολλά που είναι νοερές καταστάσεις πολύ πολύ ακατανόητες από την σαρκοϋλιστική εποχή των ημερών μας.
Εμείς μένομε συνήθως στα Χριστούγεννα και σε κάθε άλλη μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης στον εξωτερικό διάκοσμο, στα πολύχρωμα φωτάκια, στους φωτισμένους δρόμους, θα ξαναφωτιστούν πάλι τώρα το Τριώδιο και το Πάσχα, στις στολισμένες βιτρίνες και στο πλούσιο τραπέζι, δηλαδή μόνο στην επιφάνεια. Μόνον σ’ ό,τι λάμπει. Αλλά ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
Μέσα μας είμεθα γυμνοί, πτωχοί, κούφιοι και άδειοι. Είμαστε πεινασμένοι και διψασμένοι από λόγον Θεού, από φως Θεού, από παρουσία Θεού, από τους ανασασμούς του Αγίου Πνεύματος.
Επομένως τι να δώσουμε στα παιδιά μας, και στις οικογένειές μας, αφού εμείς πρώτα πεινάμε, αφού εμείς πρώτα διψάμε, αφού εμείς είμαστε οι πεινασμένοι. Δεν έχουμε. Στερούμεθα τα πάντα. «Τι έχεις να λάβεις παρά του μη έχοντος», διερωτάται και αυτή η Αγία Γραφή;
Αλήθεια Χριστιανοί μου, γιατί μέσα μας και γύρω μας τόση άγνοια, τόση σύγχυσις, τόσο σκοτάδι, τόσος φόβος και δαιμονισμός; Και είναι τόσο φανερά γύρω μας στην καθημερινή μας ζωή. Και όλα αυτά γιατί μας λείπει η αληθινή μετάνοια και ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος.
Γι’ αυτό και ο Απόστολος Πέτρος μας λέγει δύο πράγματα, μας κάνει μια παρότρυνση, και μετά από αυτό μας βεβαιώνει. «Μετανοήσατε», μας καλεί. Και «επιστρέψατε στην αληθινή ζωή, στη ζωή του Χριστού και του Ευαγγελίου Του. Όπως αν έλθωσι καιροί αναψύξεως από προσώπου Κυρίου και τότε θα δείτε την χαρά του Ουρανού». Γιατί; Γιατί ο Θεός είναι φως, «φως μέγα για τους καθημένους στη χώρα και στη σκιά του θανάτου και της αμαρτίας», όπως το επιβεβαίωσε και το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα για να κλείσει με την προτροπήν του Κυρίου, «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών».
Φως ο Θεός και μεις διαλέγουμε τα σκοτάδια της αμαρτίας.
Φως ο Θεός και μας καλεί όλους να γίνουμε υιοί φωτός, παιδιά του φωτός.
Φως ο Θεός, φως ο Πατήρ, φως ο Υιός, φως το Πανάγιον Πνεύμα, φως απρόσιτον, ως προς την ουσία του, αλλά και φως του κόσμου όπως ο ίδιος βεβαιώνει ότι «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, και ο ακολουθών εμοί, ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής».
Φως που οδηγεί, φως που φωτίζει, φως που σώζει, και αυτό το φως μερικές φορές όταν, επαναλαμβάνω, όταν κατοικήσει στις καρδιές σας, είναι τόσο δυνατό που καταλάμπεται στα πρόσωπά σας όταν κοινωνείτε. Αλλά δυστυχώς όχι δυστυχώς όχι αυτό για μένα.
Ω Θεέ μου συγχώρεσέ με τον αμαρτωλόν.
Συγχώρεσέ μας όλους και χάριζέ μας δάκρυα μετανοίας κάθε μέρα. Δάκρυα μετανοίας για την πνευματική μας φτώχεια, για τα νεκρά μας έργα, για τις κούφιες μας συζητήσεις. Για τις εγωιστικές μας σκέψεις. Για τις ανόητες και αισχρές επιθυμίες.
Συγχώρεσέ μας Κύριε, γιατί δεν δίνουμε στα παιδιά μας το καλό παράδειγμα του εκκλησιασμού, της Θείας Κοινωνίας, της Ιεράς Εξομολογήσεως, των δακρύων και της συντριβής και ιδίως της των γονάτων νυκτερινής αγρυπνίας.
Συγχώρεσέ μας γιατί μέσα στην οικογένειά μας, δεν είμαστε οι άνθρωποι της αληθινής προσευχής, της κατά δύναμιν νηστείας και εγκρατείας, αλλά της αγαθής υπομονής, της μακροθυμίας και της μεγάλης καρδιάς, της μεγαλοψυχίας.
Συγχώρεσέ μας Κύριε γιατί το σπίτι μας δεν το κάναμε ακόμα κατ’ οίκον εκκλησία. Οι πάντες σχεδόν γύρω μας αθεΐζουν, απιστούν, χλευάζουν, βλασφημούν, αδιαφορούν, και πολεμάνε ανοικτά την Ορθόδοξη Εκκλησία. Βλέπετε τα χάλια μας και την κατάντια μας στην Ορθόδοξη πατρίδα μας. Υπάρχουν μερικοί ακόμα που θεομαχούν και πολεμάνε το Χριστό μέσα στις παιδικές καρδούλες. Σάρκες αυτοί, σαρκοποιούν τα πάντα γύρω τους.
Συγχώρεσέ μας Κύριε και μη μας συνερίζεσαι, δεν ξέρουμε τι θέλουμε, δεν ξέρουμε τι κάνουμε. Λυπήσου Πανάγαθε και Φιλάνθρωπε Κύριε τις ψυχές μας, και σώσε μας, και χάρισέ μας το φως Σου το αΐδιον, Συ που είσαι το φως του κόσμου, το φως της δικής σου ζωής, και της δικής σου ζωής, και της δικής μου ζωής, το φως όλων μας, όλου του κόσμου,
Αμήν.
«Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα».
Αδελφοί μου για μας τους χριστιανούς, τους Ορθοδόξους χριστιανούς, αυτό το φως είναι πολλές φορές εμπειρία ζωής. Το βλέπομε με τα μάτια της ψυχής μας στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης, όπως είναι τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, ο Ευαγγελισμός, η Ανάστασις, η Ανάληψις, η Πεντηκοστή, η Μεταμόρφωσις, και για ορισμένες ψυχές μια ειδική κατάστασις εκστάσεως κατά την διάρκεια της προσευχής.
Φως που απολαμβάνει ο νους, φως που χαίρονται οι αισθήσεις, και οι πνευματικές και οι σωματικές, φως που καθορά ακαταλείπτως η ψυχή μας. Φως που αρπάζει το νου μας και τον εγκαθιστά στα πόδια του θρόνου του Θεού, γι’ αυτό και μερικές ψυχές από σας ψηλώνετε τόσο πολύ, τόσο μα τόσο πολύ, ώστε ο νους και η καρδιά σας στη Θεία Λειτουργία να αναλαμβάνονται στους ουρανούς. Γιατί εκεί είναι ο νους, γι’ αυτό και γεμίζει όλος ο άνθρωπος από αναστάσιμη χαρά και αγάπη. Άλλων όμως ο νους κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας όπως και η καρδιά, είναι στις διάφορες βιωτικές μέριμνες και έξω από το ναό και σε κάναν δυο κατεβαίνουν και στο υπόγειο.
Επιθυμώ λοιπόν σήμερα να σας γνωρίσω μια εμπειρία την οποίαν μας περιγράφει ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης, που κυριολεκτικά τον είχε τότε συγκλονίσει. Κάπου λοιπόν γράφει :
«Θυμάμαι πριν από είκοσι ή εικοσιπέντε χρόνια πέρασα μια Χριστουγεννιάτικη αλησμόνητη λευκή νύχτα, ντυμένη στα άσπρα μαζί με κάποιους ησυχαστάς. Μέσα στην θεόκτιστη σπηλιά τους, την στολισμένη εξωτερικά με τα ραβδωτά βράχια της, που στις σχισμές τους πετάγονταν τούφες από άγρια βλάστηση, οι ερημίτες ανέπεμπαν δεήσεις και θερμές ικεσίες με πολλά πολλά ήρεμα δάκρυα προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, στο όνομα όλου του κόσμου και ιδιαιτέρως στο όνομα ημών των Ορθοδόξων Χριστιανών. Με αγάπη δε και πολλή ευχαριστία δοξολογούσαν την Θεία Σάρκωση και κένωση του Θεού Λόγου.
Τα πρόσωπά τους ήσαν πνευματοποιημένα, τα κομποσχοίνια πεπαλαιομένα από την πολλή χρήση της ευχής, τα στασίδια και αυτά τριμμένα, μάρτυρες για το πόσοι ερημίτες και ασκηταί έζησαν προσευχόμενοι μέσα σ’ αυτά».
Και ο πατήρ Θεόκλητος συνεχίζει.
«Μετά την Θεία Λειτουργία, που ετέλεσε ο σοφός και άγιος εκείνος ιερεύς και ησυχαστής, εξαϋλωμένος από τη βαθιά κατάνυξη και την Χάριν του Αγίου Πνεύματος και από το Θείο Ανέσπερο Φως, βγήκε στην απέριττη Ωραία Πύλη και ‘‘μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης’’ μας εκάλεσε για να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Δόξα στη δόξα Σου Χριστέ μου, δόξα στην ευσπλαχνία Σου, δόξα στην μακροθυμία Σου, δόξα στην φιλανθρωπία Σου, δόξα στην ακατανόητη συγκατάβασή Σου. Έγινες άνθρωπος Σύ ο Θεός ημών, για να θρέψεις εμάς τους αμαρτωλούς. Με το Σώμα Σου και με το Πανάγιον και το Τιμιον Αίμα Σου.
Και τις πρώτες εκείνες πρωινές ώρες, της καθαρότατης Χριστουγεννιάτικης και χιονισμένης ερημικής αυγής, αφού πήραμε ένα ασκητικό λιτό πρόγευμα, καθίσαμε όλοι σε ένα καθαρό αδιακόσμητο αλλά υποβλητικό κελλάκι που ζεσταίνετο από μια μικρή κτιστή θερμάστρα».
Φαντάζομαι – αυτό το λέω εγώ – πόση θα ήταν η χαρά διάχυτη στα πρόσωπα των ησυχαστών, και πόσο θα ήσαν ιλαρά και γαληνόμορφα. Πιστεύω ακόμη πως θα βασίλευε μια ακατάλειπτη και παράδοξη ησυχία και ειρήνη, και θα βασίλευε παντού αυτή η ειρήνη, και στην έρημο, και στα βράχια και στα βουνά τα χιονισμένα, και στις σπηλιές των ερημιτών, και στα κελλάκια των ησυχαστών και προπαντός όμως στις καρδιές τους, στο νου, και στο λογισμό και στην καρδιά.
«Ο Ιησούς», άρχισε με τη βαθιά και γλυκιά του γεροντική φωνή ο άγιος εκείνος γέροντας να λέει – όχι πολλά πράγματα σαν και μας, πούμαστε τόσο πολύ πολυλογάδες - , «ο Ιησούς ως Θεάνθρωπος, είναι η φανέρωσις και η αποκάλυψις της Θείας βουλής για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αλλά συγχρόνως είναι και η εκπλήρωσις της προσωπικής μας καρδιακής αναζητήσεως για φως και λύτρωση από τα δεσμά της αμαρτίας. Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού βρήκε η ανθρωπότητα την ενότητά της, και προπαντός οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και ολόκληρη η Ιστορία το τέλος της. Δηλαδή βρήκε το σκοπό της, που είναι η μεταμόρφωσις του κόσμου, αλλά και η θέωσις του ανθρώπου». - Η θέωσις η δική σου, και η δική σου, και η δική σου, και η δική μου. - «Κι ο σοφός άγιος εκείνος ερημίτης εσιώπησε».
Και εδώ τελειώνει η μικρή αυτή περιγραφή.
Σ’ αυτή τη λιτή και απέριττη διήγηση υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος από πνευματικές εμπειρίες και ψυχικές χερουβικές καταστάσεις τις οποίες δεν μπορούν να καταλάβουν τα δικά μας κοσμικά μυαλά. Η ερημική ζωή να δένεται και να αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο. Ο θείος έρωτας μαζί με την άκρα ταπείνωση, η θεία έλλαμψις μαζί με την συντριβή της καρδίας. Η θεία έκστασις μαζί με την αληθινή μετάνοια, και η αγάπη μαζί με την χαρμολύπη. Πολλά και άλλα πολλά που είναι νοερές καταστάσεις πολύ πολύ ακατανόητες από την σαρκοϋλιστική εποχή των ημερών μας.
Εμείς μένομε συνήθως στα Χριστούγεννα και σε κάθε άλλη μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης στον εξωτερικό διάκοσμο, στα πολύχρωμα φωτάκια, στους φωτισμένους δρόμους, θα ξαναφωτιστούν πάλι τώρα το Τριώδιο και το Πάσχα, στις στολισμένες βιτρίνες και στο πλούσιο τραπέζι, δηλαδή μόνο στην επιφάνεια. Μόνον σ’ ό,τι λάμπει. Αλλά ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
Μέσα μας είμεθα γυμνοί, πτωχοί, κούφιοι και άδειοι. Είμαστε πεινασμένοι και διψασμένοι από λόγον Θεού, από φως Θεού, από παρουσία Θεού, από τους ανασασμούς του Αγίου Πνεύματος.
Επομένως τι να δώσουμε στα παιδιά μας, και στις οικογένειές μας, αφού εμείς πρώτα πεινάμε, αφού εμείς πρώτα διψάμε, αφού εμείς είμαστε οι πεινασμένοι. Δεν έχουμε. Στερούμεθα τα πάντα. «Τι έχεις να λάβεις παρά του μη έχοντος», διερωτάται και αυτή η Αγία Γραφή;
Αλήθεια Χριστιανοί μου, γιατί μέσα μας και γύρω μας τόση άγνοια, τόση σύγχυσις, τόσο σκοτάδι, τόσος φόβος και δαιμονισμός; Και είναι τόσο φανερά γύρω μας στην καθημερινή μας ζωή. Και όλα αυτά γιατί μας λείπει η αληθινή μετάνοια και ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος.
Γι’ αυτό και ο Απόστολος Πέτρος μας λέγει δύο πράγματα, μας κάνει μια παρότρυνση, και μετά από αυτό μας βεβαιώνει. «Μετανοήσατε», μας καλεί. Και «επιστρέψατε στην αληθινή ζωή, στη ζωή του Χριστού και του Ευαγγελίου Του. Όπως αν έλθωσι καιροί αναψύξεως από προσώπου Κυρίου και τότε θα δείτε την χαρά του Ουρανού». Γιατί; Γιατί ο Θεός είναι φως, «φως μέγα για τους καθημένους στη χώρα και στη σκιά του θανάτου και της αμαρτίας», όπως το επιβεβαίωσε και το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα για να κλείσει με την προτροπήν του Κυρίου, «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών».
Φως ο Θεός και μεις διαλέγουμε τα σκοτάδια της αμαρτίας.
Φως ο Θεός και μας καλεί όλους να γίνουμε υιοί φωτός, παιδιά του φωτός.
Φως ο Θεός, φως ο Πατήρ, φως ο Υιός, φως το Πανάγιον Πνεύμα, φως απρόσιτον, ως προς την ουσία του, αλλά και φως του κόσμου όπως ο ίδιος βεβαιώνει ότι «Εγώ ειμί το φως του κόσμου, και ο ακολουθών εμοί, ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής».
Φως που οδηγεί, φως που φωτίζει, φως που σώζει, και αυτό το φως μερικές φορές όταν, επαναλαμβάνω, όταν κατοικήσει στις καρδιές σας, είναι τόσο δυνατό που καταλάμπεται στα πρόσωπά σας όταν κοινωνείτε. Αλλά δυστυχώς όχι δυστυχώς όχι αυτό για μένα.
Ω Θεέ μου συγχώρεσέ με τον αμαρτωλόν.
Συγχώρεσέ μας όλους και χάριζέ μας δάκρυα μετανοίας κάθε μέρα. Δάκρυα μετανοίας για την πνευματική μας φτώχεια, για τα νεκρά μας έργα, για τις κούφιες μας συζητήσεις. Για τις εγωιστικές μας σκέψεις. Για τις ανόητες και αισχρές επιθυμίες.
Συγχώρεσέ μας Κύριε, γιατί δεν δίνουμε στα παιδιά μας το καλό παράδειγμα του εκκλησιασμού, της Θείας Κοινωνίας, της Ιεράς Εξομολογήσεως, των δακρύων και της συντριβής και ιδίως της των γονάτων νυκτερινής αγρυπνίας.
Συγχώρεσέ μας γιατί μέσα στην οικογένειά μας, δεν είμαστε οι άνθρωποι της αληθινής προσευχής, της κατά δύναμιν νηστείας και εγκρατείας, αλλά της αγαθής υπομονής, της μακροθυμίας και της μεγάλης καρδιάς, της μεγαλοψυχίας.
Συγχώρεσέ μας Κύριε γιατί το σπίτι μας δεν το κάναμε ακόμα κατ’ οίκον εκκλησία. Οι πάντες σχεδόν γύρω μας αθεΐζουν, απιστούν, χλευάζουν, βλασφημούν, αδιαφορούν, και πολεμάνε ανοικτά την Ορθόδοξη Εκκλησία. Βλέπετε τα χάλια μας και την κατάντια μας στην Ορθόδοξη πατρίδα μας. Υπάρχουν μερικοί ακόμα που θεομαχούν και πολεμάνε το Χριστό μέσα στις παιδικές καρδούλες. Σάρκες αυτοί, σαρκοποιούν τα πάντα γύρω τους.
Συγχώρεσέ μας Κύριε και μη μας συνερίζεσαι, δεν ξέρουμε τι θέλουμε, δεν ξέρουμε τι κάνουμε. Λυπήσου Πανάγαθε και Φιλάνθρωπε Κύριε τις ψυχές μας, και σώσε μας, και χάρισέ μας το φως Σου το αΐδιον, Συ που είσαι το φως του κόσμου, το φως της δικής σου ζωής, και της δικής σου ζωής, και της δικής μου ζωής, το φως όλων μας, όλου του κόσμου,
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου