Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ

21 Φεβρουαρίου 1999

«Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός».

Ἡ πι­ό κα­τα­νυ­κτι­κή καί πλού­σι­α σέ πνευ­μα­τι­κές εὐ­και­ρί­ες καί ἐ­μπει­ρί­ες πε­ρί­ο­δος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας, ἀ­γα­πη­τοί μου Χρι­στι­α­νοί, εἶ­ναι ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στή, στήν ὁ­ποί­α εἰ­σερ­χό­με­θα ἀ­πό αὔ­ρι­ο Κα­θα­ρή Δευ­τέ­ρα. Τέρ­μα αὐ­τῆς τῆς με­γά­λης πε­ρι­ό­δου καί τέ­λος πνευ­μα­τι­κό εἶ­ναι ὁ ἀ­λη­θι­νός καί μέ ἐ­πί­γνω­ση γι­ά τόν ἄν­θρω­πο ἑ­ορ­τα­σμός τοῦ Πά­σχα. Γι᾿ αὐ­τό, κα­τά τή ση­με­ρι­νή Κυ­ρι­α­κή, καί τό Εὐ­αγ­γε­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα καί ὁ Ἀ­πό­στο­λος καί ἡ μνή­μη τῆς Δευ­τέ­ρας Πα­ρου­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ μας μᾶς δί­δουν τήν εὐ­και­ρί­α καί νά προ­βλη­μα­τι­στοῦ­με πά­νω στήν πα­ροῦ­σα ζω­ή καί νά προ­ε­τοι­μα­στοῦ­με χρι­στι­α­νι­κά, κα­τά τή δι­άρ­κει­α αὐ­τῆς τῆς πε­ρι­ό­δου, πά­νω στό με­γά­λο μυ­στή­ρι­ο τῆς σω­τη­ρί­ας μας.

Τί εἶ­ναι ὁ βί­ος μας, ἀ­λή­θει­α, ὁ ἐ­γκό­σμι­ος μπρός στήν αἰ­ω­νι­ό­τη­τα!! Μοι­ά­ζει μέ νύ­χτα σκο­τει­νή, μπρός στήν ἀ­νέ­σπε­ρη ἡ­μέ­ρα τῆς αἰ­ω­νι­ό­τη­τος, πα­ραγ­γέ­λει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, καί, ἀ­φυ­πνί­ζο­ντάς μας ἀ­πό τόν ὕ­πνο τῆς στε­νό­καρ­δης ζω­ῆς καί ἀ­πό τίς ἀ­πε­ρί­σκε­πτες καί ἐ­πι­πό­λαι­ες ἁ­μαρ­τω­λές ἐ­νέρ­γει­ες, μᾶς προ­τρέ­πει πρω­ταρ­χι­κά νά προ­ση­λώ­σου­με τό βλέμ­μα τῆς ψυ­χῆς μας στόν ἐρ­χό­με­νο Κύ­ρι­ο. Στή συ­νέ­χει­α, ἀ­φοῦ βι­ώ­σου­με αὐ­τή τήν ἀ­λή­θει­α, ἔρ­χε­ται ὁ κο­ρυ­φαῖ­ος τῶν Ἀ­πο­στό­λων νά μᾶς συμ­βου­λεύ­σει πρα­κτι­κά πά­νω στόν τρό­πο, μέ τόν ὁ­ποῖ­ο θά μπο­ρέ­σου­με νά ζή­σου­με κα­τά τό θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ.

«Ἀ­πο­θώ­με­θα τὰ ἔρ­γα τοῦ σκό­τους»­!! Αὐ­τό εἶ­ναι τό πρῶ­το πού πρέ­πει νά κά­νου­με. Νά πε­τά­ξου­με ἀ­πό πά­νω μας τά ἔρ­γα τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἔ­τσι, μέ τό­ση ἀ­πο­στρο­φή καί ἀ­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τα, ὅ­πως πε­τᾶ­με τά βρώ­μι­κα ροῦ­χα. Καί εἶ­ναι πρά­γμα­τι ζο­φε­ρά καί μαῦ­ρα καί σκο­τει­νά τά ἔρ­γα τῆς ἁ­μαρ­τί­ας. Καί τοῦ­το, ὄ­χι μό­νο γι­α­τί οἱ ἄν­θρω­ποι ἐ­νερ­γοῦν ἁ­μαρ­τω­λά μέ­σα στό σκο­τά­δι καί κά­τω ἀ­πό συν­θῆ­κες ἀ­δι­α­φα­νεῖς καί κρυ­φές, ἀλ­λά γι­α­τί κυ­ρί­ως ἡ ἁ­μαρ­τί­α φέρ­νει σκο­το­δί­νη στό νοῦ καί ἄ­γνοι­α καί πλά­νη στήν ψυ­χή τοῦ κα­θε­νός μας. Ἄλ­λω­στε, μή ξε­χνᾶ­με, Χρι­στι­α­νοί μου, πώς οἱ ἁ­μαρ­τω­λές κα­τα­στά­σεις καί ἐ­νέρ­γει­ες μᾶς ὁ­δη­γοῦν στά σκο­τά­δι­α τοῦ Ἅ­δη καί στίς ἐ­ρε­βώ­δεις καί αἰ­ώ­νι­ες ἐ­μπει­ρί­ες καί κα­τα­στά­σεις τῆς κο­λά­σε­ως.

Προ­σγει­ω­μέ­νος στήν πρα­γμα­τι­κό­τη­τα τῆς ζω­ῆς ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, συ­νε­χί­ζει νά ἀ­πα­ρι­θμεῖ τίς τρα­γι­κές γι­ά τήν ψυ­χή καί σκο­τει­νές γι­ά τή ζω­ή τοῦ κά­θε ἀν­θρώ­που ἁ­μαρ­τί­ες. Πρέ­πει νά ζοῦ­με «μὴ κώ­μοις καὶ μέ­θαις». Ὄ­χι μέ συ­μπό­σι­α πού πε­ρι­λαμ­βά­νουν αἰ­σχρά τρα­γού­δι­α καί βω­μο­λο­χί­ες, ὄ­χι μέ κα­τα­χρή­σεις φα­γη­τῶν καί πο­τῶν, πού ὁ­δη­γοῦν στά πά­θη τῆς μέ­θης καί τῆς γα­στρι­μαρ­γί­ας. «Μὴ κοί­ταις καὶ ἀ­σελ­γεί­αις». Ὄ­χι, δη­λα­δή, μέ ἀ­σύ­δο­τη καί ἀ­κό­λα­στη ζω­ή, ὄ­χι σέ κα­τα­στά­σεις σαρ­κι­κῶν ἁ­μαρ­τη­μά­των πού εὐ­τε­λί­ζουν τό ἀν­θρώ­πι­νο σῶ­μα καί τό κα­τα­ντοῦν ἀ­πό να­ό τοῦ Θε­οῦ καί κα­τοι­κη­τή­ρι­ο τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, πτῶ­μα ἁ­μαρ­τί­ας καί κτη­νώ­δους ἀ­σέλ­γει­ας. Τέ­λος δέ, μᾶς προ­τρέ­πει νά δι­ώ­ξου­με ἀ­πό μέ­σα ἀ­πό τήν ψυ­χή μας κά­θε ζη­λο­τυ­πί­α καί φι­λο­νι­κί­α. Ἡ ζή­λει­α καί ὁ φθό­νος δη­λη­τη­ρι­ά­ζουν τήν καρ­δι­ά μας καί μᾶς ὁ­δη­γοῦν σέ δι­α­πλη­κτι­σμούς καί ἄλ­λες ἀ­ντι­κοι­νω­νι­κές συ­μπε­ρι­φο­ρές.

Καί δέν μέ­νει, Χρι­στι­α­νοί μου, ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος στίς ἀ­πο­στρο­φές τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ἀλ­λά μᾶς προ­τρέ­πει νά ἐν­δυ­θοῦ­με «τὰ ὅ­πλα τοῦ φω­τός». Γι­α­τί πρά­γμα­τι ἡ ἀ­ρε­τή εἶ­ναι φῶς στήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που, πού φω­τί­ζει ἀ­λη­θι­νά τίς σχέ­σεις μέ τούς συ­ναν­θρώ­πους μας. Μέ αὐ­τήν πο­λε­μοῦ­με τόν πο­νη­ρό καί οἱ ἀ­ρε­τές μᾶς ἀ­να­δει­κνύ­ουν νι­κη­τές στόν πνευ­μα­τι­κό ἀ­γῶ­να. Αὐ­τές πρά­γμα­τι ἀ­πο­δει­κνύ­ουν ὅ­τι δέν ζοῦ­με ἐ­πί­πλα­στα καί ἐ­πι­τη­δευ­μέ­να, ἀλ­λά, ἔ­χο­ντας μέ­σα μας τόν ἴ­δι­ο τό Χρι­στό καί μέ τή χά­ρη Του, με­τα­μορ­φώ­νο­ντας τίς σκέ­ψεις μας καί τίς ἐ­πι­θυ­μί­ες μας σέ χρι­στο­σκέ­ψεις καί χρι­στο­ε­πι­θυ­μί­ες, φα­νε­ρώ­νου­με τή ζω­ή τοῦ Χρι­στοῦ στή ζω­ή μας. Γί­νε­ται τό­τε μέ­σα μας αὐ­τό πού δι­α­πι­στώ­νει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος στήν πρός Γα­λά­τας ἐ­πι­στο­λή γι­ά τόν χρι­στο­φό­ρο ἄν­θρω­πο, ὅ­ταν ἀ­πο­κτᾶ «νοῦν Χρι­στοῦ». Ὅ­σοι βα­πτι­σθή­κα­τε «εἰς Χρι­στόν» ἐν­δυ­θή­κα­τε τό Χρι­στό καί ζεῖ­τε ἑ­νω­μέ­νοι μα­ζί Του.

Χρι­στι­α­νοί μου, ἡ ζω­ή τοῦ Χρι­στοῦ φέρ­νει μέ­σα στήν ψυ­χή μας τό φῶς τῆς θε­ο­γνω­σί­ας καί μᾶς ὁ­δη­γεῖ στή ζω­ή τῆς Χά­ρι­τος καί τοῦ θε­λή­μα­τος τοῦ Κυ­ρί­ου. Εἶ­ναι ἡ μό­νη ἀ­να­γκαί­α καί συμ­φέ­ρου­σα ἐ­πι­λο­γή μας. Ὄ­χι μό­νον γι­α­τί μᾶς συ­γκλο­νί­ζει καί γι­α­τί κα­τα­στρέ­φει τά ἁ­μαρ­τω­λά πά­θη μας, ἀλ­λά κυ­ρί­ως γι­α­τί μᾶς ἀ­να­δει­κνύ­ει ἀν­θρώ­πους μέ σύ­νε­ση καί πε­ρί­σκε­ψη καί κά­νει τή ζω­ή μας κα­θα­ρή καί ἀ­λη­θι­νά θε­αν­θρώ­πι­νη. Α­ΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου