Νοέμβριος.
Κυριακή 6η Νοεμβρίου 2022
Κυριακή Ζ΄ Λουκᾶ. (Λουκ. 8, 41 – 56).
«παρεκάλει αὐτόν εἰσελθεῖν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ» (Λουκ. 8, 41).
Δύο μεγάλα θαύματα παρακολουθήσαμε νά ἐπιτελεῖ ὁ Ἰησοῦς στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἀνασταίνει τή νεκρή δωδεκάχρονη κόρη τοῦ Ἰαείρου, πού ἦταν ὁ ἀρχηγός τῆς Συναγωγῆς στήν Καπερναούμ, καί θεραπεύει μία γυναίκα πού ὑπέφερε ἀπό βασανιστικές αἱμορραγίες γιά δώδεκα χρόνια. Δύο θαύματα πού δίνουν ζωή, χαρά καί ἐλπίδα.
Αὐτά τά θαύματα τά ἐπιτελεῖ μέν ὁ Χριστός, ἀλλά τά προκαλοῦν οἱ ἄνθρωποι μέ τήν πίστη καί τήν ἀρετή τους. Εἶναι χαρακτηριστικό πώς ὁ ἄρχοντας τῆς τοπικῆς Συναγωγῆς, ὁ Ἰάειρος, ἔπεσε στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ καί «παρεκάλει αὐτόν εἰσελθεῖν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ».
Ὅπως μελετοῦμε τά γεγονότα πού μᾶς παραθέτει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς σήμερα, διαπιστώνουμε τρία χαρακτηριστικά στή συμπεριφορά τῆς αἱμορροούσας καί τοῦ Ἰαείρου, πού κινητοποιοῦν τή θαυματουργική δύναμη τοῦ Ἰησοῦ. Τό πρῶτο εἶναι ἡ διακριτική ταπείνωση. Τό δεύτερο εἶναι ἡ ἀτόφια πίστη. Τό τρίτο εἶναι ἡ ἀνυποχώρητη ἐπιμονή.
Κατ’ ἀρχήν βλέπουμε τόν Ἰάειρο, πού εἶναι ἕνας ἄρχοντας τῆς τοπικῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν Καπερναούμ, νά πέφτει στά γόνατα μπροστά στόν Ἰησοῦ χωρίς δισταγμό καί ἀναστολές, νά ταπεινώνει τόν ἑαυτό του, νά αὐτομειώνεται, γιά νά Τόν παρακαλέσει «εἰσελθεῖν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ». Ἀλλά καί ἡ αἱμορροοῦσα ἔρχεται ἀθόρυβα καί μέ μία συστολή καί ντροπή, ταπεινά καί ἀθόρυβα πλησιάζει τόν Χριστό μέ σκοπό ὄχι νά Τόν ἐνοχλήσει, ἀλλά μόνο νά ἀγγίξει τήν ἄκρη ἀπό τό ροῦχο Του. Αὐτή ἡ ἀληθινά ταπεινή ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους δείχνει ἐσωτερική εὐγένεια καί ἀληθινή καλλιέργεια. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος κρατάει τόν ἑαυτό του χαμηλά. Δέν ἐπαίρεται. Δέν ἀπαιτεῖ. Δέν παραγκωνίζει. Δέν διστάζει νά ξεχάσει τή θέση του, νά παραθεωρήσει τήν κοσμική ἐξουσία του, νά γίνει ἕνας ἀπό τούς πολλούς. Γίνεται κοινός, ἐπειδή μέσα του εἶναι ξεχωριστός. Τό ταπεινό φρόνημα εἶναι γνώρισμα ἀληθινῆς ἐσωτερικῆς ὑψηλῆς ποιότητας. Ταπεινός εἶναι αὐτός πού ἔχει προκόψει στήν αὐτογνωσία. Μόνον ὁ προσγειωμένος καί ἰσορροπημένος μπορεῖ νά εἶναι ταπεινός. Ταπεινός γίνεται αὐτός πού ἀγαπάει τήν ἡσυχία, πού ἀποφεύγει τή σύγκρουση καί τήν ταραχή. Τέτοιοι ἄνθρωποι ἦταν ὁ Ἰάειρος καί ἡ αἱμορροοῦσα. Ὁ ταπεινός κερδίζει τόν Θεό, ἐπειδή ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε πώς στούς ταπεινούς δίνει τή χάρη Του, δηλαδή τά δῶρα Του.
Δεύτερον, τά δύο πρόσωπα πού κινητοποιοῦν τή θαυματουργική δύναμη τοῦ Ἰησοῦ στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ἔχουν ἀληθινή καί δυνατή πίστη. Πιστεύουν ἀκράδαντα στήν ἀπέραντη δύναμη τοῦ Θεανθρώπου. Εἶναι ἀπόλυτα πεπεισμένοι μέσα τους πώς ὁ Χριστός μπορεῖ νά θεραπεύσει.
Ἔχουν τήν ἀδιάσειστη βεβαιότητα πώς Ἐκεῖνος μπορεῖ νά λύσει τά προβλήματά τους καί ἔχει τή θέληση, ἐκτός ἀπό τή δύναμη, γιά νά τό κάνει. Δέν πιστεύουν μόνο στή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Πιστεύουν καί στήν ἀπέραντη ἀγάπη Του. Ἔτσι ἡ πίστη τους δέ μένει μόνο μία ἐσωτερική ἐλπίδα, μία σκέψη, μία δυνατή ἐπιθυμία. Ἡ πίστη τους γίνεται ζωή καί ἐνέργεια. Γίνεται σχέση, συνομιλία, ἱκεσία, κίνηση πρός τόν Χριστό. Ἡ πίστη ξεκινάει ἀπό ἐσωτερική διάθεση, ἀλλά ἀποκτάει ἀξία καί δύναμη ὅταν γίνεται ζωή καί ἐμπειρία. Μία πίστη πού παραμένει ἐσωτερικό γεγονός εἶναι ἄνευ ἀξίας. Τέτοια πίστη ἔχει ἀκόμη καί ὁ διάβολος, ἀφοῦ καί «τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσι». Ἡ πίστη γίνεται παντοδύναμη καί πολύτιμη, ὅταν γίνεται τρόπος ζωῆς. Ὅταν μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο, τόν βελτιώνει, τόν καθαρίζει, τόν φωτίζει, τόν ἀνεβάζει στήν προσκύνηση τοῦ Θεοῦ, στό ἄγγιγμα τοῦ Θεοῦ, στήν πρόσληψη τοῦ Θεοῦ, στήν ἀδιάκοπη κοινωνία μέ τόν Θεό. Ὅταν ἡ πίστη εἶναι μία ἀπόλυτη ἐπένδυση τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό, μόνον τότε μπορεῖ νά καρποφορήσει ἀγαθά.
Τρίτον, αὐτό πού διαθέτουν ὁ Ἰάειρος καί ἡ αἱμορροοῦσα εἶναι μία εὐγενική ἐπιμονή. Οἱ δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουν στήν προσέγγιση τοῦ Ἰησοῦ δέν τούς ἀπογοητεύουν οὔτε τούς ἀποθαρρύνουν. Ἡ ἄρρωστη γυναίκα ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ἕνα πλῆθος πού στέκεται ἀνάμεσα σ’ ἐκείνη καί τόν Χριστό. Ὁ πονεμένος πατέρας ἔχει νά ἀντιμετωπίσει τή θλιβερή εἴδηση τοῦ θανάτου τῆς κόρης του. Πρέπει νά παλέψει μέ τή θλίψη καί τήν ἀπογοήτευση.
Οὔτε ὅμως τό πυκνό πλῆθος οὔτε ὁ θάνατος ἀποκαρδιώνουν τούς δύο αὐτούς ἀνθρώπους.
Ἡ θέλησή τους γιά κοινωνία μέ τόν Χριστό παραμένει ἄκαμπτη. Ἐπιμένουν νά εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό, νά βρίσκονται κοντά Του, ἔστω καί ἄν ὅλα τά δεδομένα τούς ἀπομακρύνουν ἀπ’ Ἐκεῖνον. Ἡ ἱκεσία εἶναι εὐλογία ἀπό μόνη της. Εἴτε ἱκανοποιηθεῖ εἴτε μείνει ἀναπάντητη, καί μόνον ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος ὅτι φέρνει τόν ἄνθρωπο κοντά στόν Θεό, ἀποτελεῖ μεγάλη εὐλογία. Ἡ ἐπιμονή δείχνει ἀγαθή προαίρεση, ἐσωτερική δύναμη, πληρότητα πίστεως, ἐλπίδα ἀγάπης. Ὁ ἐπίμονος ἱκέτης τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε εὐεργετημένος. Ὁ Χριστός μᾶς θέλει ἐνοχλητικούς. Δέν μᾶς θέλει χλιαρούς. Ζητάει ἀπ’ ἐμᾶς τό «πάλιν καί πολλάκις». Θέλει νά Τοῦ κτυπᾶμε τήν πόρτα ὅλες τίς ὧρες ἐπίμονα, δυνατά καί ἀνυποχώρητα, γιατί εἶναι σίγουρο ὅτι θά μᾶς ἀνοίξει. Κι ἄν ὅλα δείχνουν πώς εἶναι μάταιη ἡ προσευχή. Κι ἄν ὁ οὐρανός φαίνεται σιωπηλός καί ἀδιάφορος. Κι ἄν ὁ κόσμος, τά πλήθη, οἱ σκέψεις, οἱ εἰδήσεις, ἡ κούραση, ἡ ἀποκαρδίωση μᾶς δυσκολεύουν, ἐμεῖς νά ἐπιμένουμε. Νά ἐπιμένουμε νά εἴμαστε κοντά Του, ἀκόμη καί ἄν φαίνεται πώς δέν θά κερδίσουμε τίποτε. Τότε εἶναι πού θά κερδίσουμε τά πάντα.
Ὁ ἄρχοντας Ἰάειρος πλησιάζει τόν Ἰησοῦ μέ ταπείνωση, πίστη καί ἐπιμονή καί γονατιστός «παρεκάλει αὐτόν εἰσελθεῖν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ». Ἡ ἄρρωστη αἱμορροοῦσα προσεγγίζει τόν Χριστό ἥσυχα καί ἀθόρυβα, μυστικά, μέ ταπείνωση, πίστη καί ἐπιμονή καί ἀνταμείβεται γιά τό ἦθος της. Ἐμεῖς ἄπειρες φορές θέλουμε νά φιλοξενήσουμε τόν Κύριο στό σπίτι τῆς ὕπαρξής μας. Νά γίνουμε κατοικητήριο τῆς Θεότητας. Νά γίνουμε ἔμψυχα κτίσματα, ναοί λογικοί τῆς ζωντανῆς παρουσίας Του στόν κόσμο. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερο δῶρο καί σπουδαιότερη εὐλογία ἀπό τό νά φιλοξενήσουμε τόν Χριστό στό σπίτι μας. Νά ἀνοίξουμε τά φυλλοκάρδια τῆς ψυχῆς μας καί νά ἀξιωθοῦμε νά γίνουμε οἰκοδεσπότες τοῦ Πλάστη μας. Ἡ ἀκλόνητη πίστη, ἡ θεοποιός ταπείνωση, ἡ ἀμετακίνητη ἐπιμονή θά μᾶς βοηθήσουν νά τό ἐπιτύχουμε. Νά ἐπιτύχουμε ὁ Χριστός νά μήν εἶναι μόνον ἐπισκέπτης ἀραιά καί ποῦ ἀλλά μόνιμος κάτοικος ἤ καλύτερα μόνιμος κυρίαρχος τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μόνον τότε ἀπό δικοί Του οἰκοδεσπότες θά γίνουμε δικοί Του φιλοξενούμενοι στό ἀπέραντο παλάτι τῆς θεϊκῆς δόξας, στήν ἀκύμαντη θάλασσα τῆς ἀτέλειωτης ἀγάπης Του, στό ὑπέρλογο φῶς, στήν ἀδιάπτωτη χαρά τῆς ἑορτῆς, ἐκεῖ ὅπου «ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος» εἶναι ἀκατάπαυστος καί «ἡ ἡδονή τῶν καθορώντων» τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἀτελεύτητη.
Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου