Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ   

26 Δεκεμβρίου 1999

«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ ἄνθρωπον».

 (Γαλ. α΄, 11-19)

Ἡ ἄ­γνοι­α, ὁ ὀρ­θο­λο­γι­σμός καί ἡ ἀμ­φι­σβή­τη­ση πού ὑ­πάρ­χει κατ᾿ ἐ­ξο­χήν στήν ἐ­πο­χή μας γύ­ρω ἀ­πό τά θέ­μα­τα τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς Πί­στε­ως καί τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο τοῦ Χρι­στοῦ μας, ὁ­δη­γεῖ πολ­λούς καί ἴ­σως καί Χρι­στι­α­νούς νά ἔ­χουν καί νά δι­α­τυ­πώ­νουν τίς πλέ­ον πα­ρά­ξε­νες θέ­σεις καί δι­α­θέ­σεις. Ἄλ­λους πι­στούς τούς προ­βλη­μα­τί­ζουν καί τούς κά­νουν συ­χνά νά ἀ­να­ρω­τι­οῦ­νται γι­ά τό τί εἶ­ναι τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο, ποι­όν σκο­πό ἐ­ξυ­πη­ρε­τεῖ καί ἀ­πό ποῦ ἀ­λη­θι­νά προ­ῆλ­θε.

Στά ἐ­ρω­τή­μα­τα αὐ­τά ἔρ­χε­ται ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος νά ἀ­πα­ντή­σει μέ τό ση­με­ρι­νό ἀ­πο­στο­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα, ἀ­γα­πη­τοί μου Χρι­στι­α­νοί, καί μά­λι­στα ὄ­χι χω­ρίς λό­γο, μι­ά καί στήν Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Γα­λα­τί­ας εἶ­χαν εἰ­σχω­ρή­σει οἱ αἱ­ρε­τι­κοί ἰ­ου­δα­ΐ­ζο­ντες ψευ­δο­δι­δά­σκα­λοι, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀμ­φι­σβη­τοῦ­σαν τήν θεί­α προ­έ­λευ­ση τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου καί μέ συ­κο­φα­ντί­ες καί δι­α­βο­λές προ­κα­λοῦ­σαν, ὄ­χι μό­νο τα­ρα­χές καί σκάν­δα­λα στούς πι­στούς, ἀλ­λά καί προ­σπα­θοῦ­σαν νά κλο­νί­σουν τό ἀ­πο­στο­λι­κό του ἀ­ξί­ω­μα.

Τό πρῶ­το πού θέ­λει νά δι­δά­ξει καί μέ ἀ­κρί­βει­α νά τούς δο­θεῖ νά ἐν­νο­ή­σουν εἶ­ναι ὅ­τι τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο δέν εἶ­ναι ἀν­θρώ­πι­νης ἔ­μπνευ­σης καί προ­έ­λευ­σης προ­ϊ­όν καί οὔ­τε ὁ ἴ­δι­ος τό πα­ρέ­λα­βε καί τό δι­δά­χθη­κε ἀ­πό ἀν­θρώ­πους, ἀλ­λά τό ἐ­βί­ω­σε κα­τά τρό­πο ἄ­με­σο καί θαυ­μα­στό, ὅ­πως τοῦ τό ἀ­πο­κά­λυ­ψε ὁ ἴ­δι­ος ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός μας. Ὑ­πῆρ­ξε «κλη­τός ἀ­πό­στο­λος, ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νος εἰς τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ον τοῦ Θε­οῦ», γρά­φει σέ ἄλ­λη πε­ρί­πτω­ση στήν πρός Ρω­μαί­ους ἐ­πι­στο­λή, γι­ά νά τούς βε­βαι­ώ­σει ὅ­τι τόν εἶ­χε κα­λέ­σει ὁ Θε­ός, μέ τό θαῦ­μα καί τήν με­τα­στρο­φή του στήν πο­ρεί­α του πρός τήν Δα­μα­σκό, καί τόν εἶ­χε ξε­χω­ρί­σει γι­ά νά δι­δά­ξει τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ό Του.

Ἀ­πό τό­τε καί μέ­χρι σή­με­ρα, γι­ά εἴ­κο­σι αἰ­ῶ­νες ζω­ῆς χρι­στι­α­νι­κῆς, ἀ­πο­δει­κνύ­ε­ται πε­ρί­τρα­να ὅ­τι τό κή­ρυ­γμα τοῦ Παύ­λου, τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ό του, «οὐκ ἔ­στι κα­τὰ ἄν­θρω­πον». Εἶ­ναι τό ἕ­να, τό αἰ­ώ­νι­ο Εὐ­αγ­γέ­λι­ο τοῦ Χρι­στοῦ, τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο πού καί ἐ­μεῖς γνω­ρί­σα­με, χά­ρις στούς κό­πους καί τούς ἀ­γῶ­νες τῆς με­γά­λης αὐ­τῆς ψυ­χῆς, τοῦ Παύ­λου.

Ἀ­κό­μη ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος θέ­λει νά το­νί­σει πώς ὅ,τι μᾶς κή­ρυ­ξαν οἱ ἀ­πε­σταλ­μέ­νοι τοῦ Θε­οῦ τό εἶ­παν, ὄ­χι «θε­λή­μα­τι ἀν­θρώ­που», ἀλ­λά «ὑ­πὸ Πνεύ­μα­τος Ἁ­γί­ου φε­ρό­με­νοι», κα­θώς καί ὁ Ἀ­πό­στο­λος Πέ­τρος γρά­φει στήν Β' ἐ­πι­στο­λή του. Δέν εἶ­ναι δη­λα­δή ἐ­φεύ­ρη­μα καί ἐ­πι­νό­η­μα τοῦ ἀν­θρώ­πι­νου νοῦ, μή­τε θρη­σκευ­τι­κή ἀ­να­ζή­τη­ση καί με­τα­φυ­σι­κός στο­χα­σμός. Δέν εἶ­ναι ἀ­να­κά­λυ­ψη τοῦ ἀν­θρώ­που, ἀλ­λά ἀ­πο­κά­λυ­ψη τοῦ ἴ­δι­ου του Θε­οῦ πρός τόν ἄν­θρω­πο. Εἶ­ναι, ὅ­πως λέ­γει ἀλ­λοῦ ὁ Παῦ­λος, τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο πού πα­ρα­λά­βα­με «δι᾿ ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, στό ὁ­ποῖ­ο στε­κό­μα­στε καί μέ τό ὁ­ποῖ­ο σω­ζό­μα­στε (Α΄ Κο­ρινθ. ι­ε΄, 1). Τέ­λος αὐ­τός εἶ­ναι ὁ ἴ­δι­ος ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός, ὁ Θε­άν­θρω­πος Κύ­ρι­ος, τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο τῆς σω­τη­ρί­ας μας.

Με­τά ἀ­πό ὅ­λα αὐ­τά, ἀ­γα­πη­τοί μου Χρι­στι­α­νοί, μπο­ροῦ­με νά κα­τα­νο­ή­σου­με ὅ­τι ἡ οὐ­σί­α τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου δέν εἶ­ναι ἁ­πλῶς κά­ποι­ες με­γά­λες ἀ­λή­θει­ες θε­ϊ­κές, ἀλ­λά ἕ­να πρό­σω­πο καί ἕ­να ἔρ­γο θε­ϊ­κό. Τό Πρό­σω­πο τό Θε­αν­δρι­κό τοῦ Χρι­στοῦ μας καί τό ἔρ­γο τῆς σω­τη­ρί­ας μας ἀ­πό τή φθο­ρά τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καί τοῦ θα­νά­του, ὅ­πως αὐ­τό φα­νε­ρώ­θη­κε σάν δυ­να­τό­τη­τα ζω­ῆς μέ τήν σταυ­ρι­κή Του θυ­σί­α καί τήν Ἀ­νά­στα­σή Του.

Χρι­στι­α­νοί μου, Εὐ­αγ­γέ­λι­ο, κα­τά τόν Ἰ­ω­άν­νη τόν Χρυ­σό­στο­μο, εἶ­ναι τό ἔρ­γο τοῦ Χρι­στοῦ· ἡ ἀ­ναί­ρε­ση τῆς κο­λά­σε­ως, ἡ λύ­ση τῶν ἁ­μαρ­τη­μά­των, ἡ δι­και­ο­σύ­νη καί ὁ ἁ­γι­α­σμός, ἡ ἀ­πο­λύ­τρω­ση καί ἡ υἱ­ο­θε­σί­α, ἡ κλη­ρο­νο­μί­α τῶν Οὐ­ρα­νῶν καί ἡ συγ­γέ­νει­α πρός τόν Υἱ­όν τοῦ Θε­οῦ. Εὐ­αγ­γέ­λι­ο ση­μαί­νει «Θε­ός ἐ­πὶ γῆς καὶ ἄν­θρω­πος ἐν Οὐ­ρα­νῷ».

«Χω­ρίς αὐ­τό», λέ­γει κά­που ὁ με­γά­λος φι­λό­σο­φος Πα­σκάλ, «δέν γνω­ρί­ζου­με τί­πο­τα καί δέν βλέ­που­με τί­πο­τα πα­ρά σκο­τά­δι».

Γι­ά μᾶς ὅ­μως πού ζοῦ­με μέ­σα στή χά­ρη τῶν Μυ­στη­ρί­ων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας καί πι­στεύ­ου­με στόν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό μας τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο ἀ­πο­τε­λεῖ πη­γή πί­στε­ως ἀ­λη­θι­νῆς καί ὁ­δό ζω­ῆς καί ὑ­πό­σχε­ση πρα­γμα­τι­κῆς αἰ­ώ­νι­ας σω­τη­ρί­ας. Α­ΜΗΝ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου